Μέρος Β: Το λιμάνι της Ραφήνας και η Άνδρος (1948 - 1965)

Του Αντώνη Λαζαρή

 

Πίνακας του Μοσχάνθη από ην έκθεση στο Μπούρτζι της Καρύστου τον Αύγουστο του 2011

 (α) Η δημιουργία της προβλήτας

Στο εξαιρετικό βιβλίο του Θανάση Πιστικίδη «Ριζώματα, βιώματα, παθήματα» διαβάζουμε για το λιμάνι της Ραφήνας (1): «Μετά τον πόλεμο, η κίνηση του λιμανιού αυξάνεται σημαντικά. Εξαιτίας της μεγάλης δυσκολίας που παρουσίαζαν οι χερσαίες συγκοινωνίες, εμπορεύματα από τη Χαλκίδα, το Βόλο, τα νησιά, τη Θάσο, την Καβάλα, την Αλεξανδρούπολη, κ.ά. διακινούνταν μέσω του λιμανιού της Ραφήνας. Οι συνθήκες φορτοεκφόρτωσης ήταν πραγματικά πρωτόγονες. Υπήρχε μόνο μία μικρή ξύλινη σκάλα, στην οποία μπορούσαν να πλευρίσουν μόνο καΐκια. Τα εμπορεύματα περνούσαν όλα από την πλάτη των εργατών λιμένος πάνω από ένα μαδέρι, με εξαίρεση μόνο τα μεγάλα ζώα, τα οποία τα έριχναν με το βίντζι στη θάλασσα κι αυτά έβγαιναν κολυμπώντας.

Από εκθεση φωτογραφιών της παλιάς Ραφήνας.

Γίνονταν, συνεχώς πολλές διαμαρτυρίες και ενέργειες για να γίνουν κάποια έργα στο λιμάνι και να φτιαχτεί δρόμος που να οδηγεί στο λιμάνι. Και παρόλο που το κράτος  εισέπραττε μεγάλα χρηματικά ποσά από τη διακίνηση αυτού του όγκου των εμπορευμάτων. Στην εξέλιξη του λιμανιού της Ραφήνας αντιδρούσε ο Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς, ο περίφημος Ο.Λ.Π., καθώς και το Εμπορικό Επιμελητήριο του Πειραιά. Και αυτό κράτησε όλα τα προπολεμικά, τα κατοχικά και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια. Και, επιτέλους,  το 1946 και επί προεδρίας του Κυριάκου Δρακούλη στο Λιμενικό Ταμείο και του Χρυσού Σταυρίδη στην Κοινότητα  και ύστερα από μεγάλες προσπάθειες, το Δημόσιο παραχώρησε ένα βυθισμένο τσιμεντόπλοιο στο Πέραμα, γερμανικής κατασκευής που θα αποτελέσει την πρώτη σωστή προβλήτα του λιμανιού της Ραφήνας».

Αεροφωτογραφία των αρχών  της δεκαετίας του '70, πριν την επέκταση. Φωτογραφικό Αρχείο: Στάθη Δημητρακού

 Η προβλήτα-τσιμεντόπλοιο κυριαρχούσε στο λιμάνι μέχρι τη δεκαετία του΄70, οπότε πραγματοποιήθηκε η επέκταση του λιμανιού. Η άφιξή του πυροδότησε την ανάπτυξη. Το τσιμεντόπλοιο του Περάματος αποτέλεσε την προβλήτα-μαγιά, από την οποία προέκυψε το σημερινό λιμάνι μέσα από διαδοχικές και περιπετειώδεις ζυμώσεις.
 

(β) Η γέννηση του τσιμεντόπλοιου

1947: η Ραφήνα πριν το τσιμεντόπλοιο.

Όλα ξεκινούν στη Γερμανική Σκάλα (2), στο Πέραμα, όπου οι δυνάμεις Κατοχής έστησαν από το 1942 ένα διαφορετικό ναυπηγείο χρησιμοποιώντας το ενισχυμένο σκυρόδεμα (τσιμέντο) ως πρώτη ύλη ναυπήγησης μικρών μεταφορικών πλοίων.  Εξαιτίας του πολέμου υπήρχε μεγάλη έλλειψη μετάλλων για την κατασκευή των σιδερένιων ελασμάτων των πλοίων. Για το λόγο αυτό κατέφυγαν στη λύση του τσιμέντου. 

Σύμφωνα με όσα μας ανέφερε ο ναυπηγός Κωνσταντίνος Φιλίππου (3) (Μάϊος 2009), το  σχέδιο της κατασκευής τσιμεντόπλοιων στο Πέραμα προτάθηκε  το 1942 από γερμανό αξιωματικό, ο οποίος ήταν ναυπηγός. Ο γερμανός επιδίωκε με το σχέδιο αυτό να αποφύγει την μετάθεσή του στο ρωσικό μέτωπο. Το σχέδιο, όμως, με τα τσιμεντόπλοια δεν καρποφόρησε, καθώς λίγα ήταν τα τσιμεντόπλοια που κατάφεραν, τελικά, να ταξιδέψουν. Οι κακοτεχνίες είχαν ως αποτέλεσμα τα περισσότερα από αυτά να καταλήξουν στο βυθό του Περάματος. Και ο γερμανός αξιωματικός δεν απέφυγε, τελικά,  το ρωσικό μέτωπο. 

(γ) Η έλευση του τσιμεντόπλοιου

1948: το τσιμεντόπλοιο μόλις έχει φτάσει στην Ραφήνα. Τα αμπάρια του είναι ακόμα ανοικτά.  Αρστερά το Κάρυστος έχει σαλπάρει. Φωτογραφία  Ιουλίου Δαρμίκη. 

Το τσιμεντόπλοιο ρυμουλκήθηκε από το Πέραμα μέχρι τη Ραφήνα με ρυμουλκό του Μάτσα τον Φεβρουάριο του 1948. Στην αρχή τα τέσσερα αμπάρια του τσιμεντόπλοιου ήταν ανοιχτά, αποτελώντας αγαπημένο παιχνίδι για τα παιδιά Λίγο καιρό μετά τα έκλεισαν και το πλοίο «μετασκευάστηκε» σε κανονική προβλήτα. Κάποια στιγμή, μάλιστα, στη δεκαετία του ’50 άρχισε να λειτουργεί και μία ταβέρνα στην πλώρη του τσιμεντόπλοιου με λίγα τραπεζάκια στο καμπούνι και κάποια ακόμα έξω στο κατάστρωμα. Η εικόνα ήταν γραφική, αλλά όταν είχε θάλασσα οι πελάτες έπαιρναν, αναγκαστικά, και ένα μικρό μπάνιο. Η ταβέρνα αυτή ανήκε στον Ασημάκη Καλπάκη, ο οποίος αργότερα άνοιξε την ταβέρνα που υπάρχει ακόμα και σήμερα «Του Ασημάκη τα Καβούρια».

(δ) Το λιμάνι της Ραφήνας τη δεκαετία του ΄50 και ο Βασίλης Τσιτσάνης

 

Ο Β. Τσιτσάνης στη δεκαετία του 1950

Το λιμάνι της Ραφήνας είναι γεμάτο με τράτες το χειμώνα και γρι-γρι το καλοκαίρι. Δεκάδες καΐκια δένουν καθημερινά στο παλιό λιμάνι. Οι βάρκες γεμίζουν καθημερινά το γραφικό λιμανάκι. Ο πάγος, τα τελάρα, τα δίχτυα, οι φωνές συνθέτουν ένα μοναδικό σκηνικό. Το μόνο μεγάλο ακτοπλοϊκό πλοίο είναι το «Κάρυστος» του Ιωάννη Τόγια, το «Καρυστάκι»,  που συνδέει καθημερινά τη Ραφήνα με την Κάρυστο και την Άνδρο. Καΐκια ιστορικά εκτελούν τη συγκοινωνία με τα Στείρα, το Μαρμάρι και την Κάρυστο. Το «Βασίλισσα Φρειδερίκη», το «Φανερωμένη», το «Αγγέλικα». Ο ανταγωνισμός ήταν μεγάλος. 

Στην πλώρη του τσιμεντόπλοιου ο Ασημάκης Καλπάκης λειτουργεί την περίφημη ταβέρνα. Στους θαμώνες της συμπεριλαμβανόταν συχνά ο μεγάλος Βασίλης Τσιτσάνης. Όπως μας είπε χαρακτηριστικά ο Ηλίας Δημοτιανίδης (4), παλιός κάτοικος της Ραφήνας, «ο Τσιτσάνης είχε πάρε δώσε με τον Ασημάκη Καλπάκη και ερχόταν συχνά στη Ραφήνα εκείνη την εποχή και τραγουδούσε στο μαγαζί του Αρτέμη Μπενάκη στο λιμάνι».

Τα "Καβουράκια". Τραγουδά η Μαρίνα Νίνου και ο Βασίλης Τσιτσάνης, δεκαετία 1950

Συχνά μετά τα γλέντια στου Μπενάκη κατέληγαν στην ταβέρνα στο τσιμεντόπλοιο. Λέγεται ότι κάποια μέρα που ο καιρός ήταν φρεσκαρισμένος στη Ραφήνα, ο Βασίλης Τσιτσάνης «αποκλείστηκε» στην ταβέρνα του Ασημάκη, καθώς εξαιτίας του καιρού δεν μπορούσε να φύγει από την ταβέρνα.Καθόλου τυχαίο πως πολλές φορές το κύμα παρέσερνε στη θάλασσα όσους αψηφούσαν τη δύναμή του. Μια τέτοια μέρα λέγεται ότι ο Τσιτσάνης είδε κάποιο καβουράκι στην άκρη του μώλου και έτσι εμπνεύστηκε το τραγούδι που αποτελεί από το 1953 που γράφτηκε το πιο εμβληματικό τραγούδι για τη Ραφήνα.

(ε) Τα παραλαβητήρια

Ζωγραφική απεικόνιση εμπνευσμένη από μια παλιά φωτογραφία του λιμανιού της Ραφήνας του 1952. Η φωτογραφία πρέπει να είναι τραβηγμένη από τον Αλέξανδρο Τομπάζη.

Στους παλιούς η εικόνα του παλιού γραφικού λιμανιού της Ραφήνας έχει αποτυπωθεί ανεξίτηλη στη μνήμη τους. Στο λιμάνι κυριαρχούν τα περίφημα παραλαβητήρια, ή περιλαβητήρια που μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’50 ήταν παράγγες που τις χρησιμοποιούσαν οι «περιλαβητές» των ψαριών που τα προωθούσαν στη συνέχεια στην Κεντρική Αγορά. Στα τέλη της δεκαετίας του ’50 με αρχές της δεκαετίας του ’60 χτίστηκαν τα μαγαζιά που υπάρχουν σήμερα στο λιμάνι.

Τα μαγαζιά στο λιμάνι έχουν φτιαχτεί, 1959.

Τα παραλαβητήρια μετατράπηκαν σε μαγαζιά. Χτίστηκαν από την «εταιρεία» που αποτελούσαν ο Σωτήρης Κανσός, ο Ευστράτιος Αρβανιτίδης και ο Ευστράτιος Καλεμκερής που δούλευαν μαζί ως εργολάβοι. Τα μαγαζιά αυτά θα μετατραπούν σιγά-σιγά τα επόμενα χρόνια σε εστιατόρια, καφενεία, πρακτορεία και μπαρ.

(στ) Το «Κάρυστος» και η γραμμή της Άνδρου

Το πλοίο αυτό ναυπηγήθηκε το 1902 και το 1947 αγοράστηκε από τον Ιωάννη Τόγια και πήρε το όνομα της ιδιαίτερης πατρίδας του. Όταν έφτασε στον Πειραιά χρησιμοποιούσε ως καύσιμο το κάρβουνο. Τον χειμώνα του 1947 μετασκευάστηκε σε πετρελαιοκίνητο και ξεκίνησε δρομολόγια στη γραμμή Ραφήνας-Καρύστου-Γαυρίου. 

 
 
Φωνή της Άνδρου. Διαφήμιση.
 Κάθε Δευτέρα-Τετάρτη-Πέμπτη-Σάββατο και Κυριακή αναχωρούσε από το Μπατσί και το Γαύριο για τη Ραφήνα. Και κάθε Δευτέρα-Τρίτη-Τετάρτη –Παρασκευή και Σάββατο αναχωρούσε από τη Ραφήνα για Κάρυστο-Γαύριο-Μπατσί.
 
 
 
Διαφημίσεις στην εφημερίδα Φωνή της Άνδρου του Δ. Καραουλάνη. Πρώτα μεταπολεμικά χρόνια.
 
Κάπου στα 1954 το πλοίο αναχωρούσε κάθε Δευτέρα-Τετάρτη στις 12:00 και κάθε Σάββατο, στις 14:00 για Κάρυστο-Γαύριο-Μπατσί. Κάθε Τρίτη και Πέμπτη, στις 14:00 κατ’ ευθείαν για Γαύριο-Μπατσί. Και κάθε Πέμπτη, στις 15:00 για Κάρυστο.
 
 
 Όσο περνούσαν τα χρόνια τα δρομολόγια οι μέρες μεταβάλλονταν, αλλά το πλοίο χρόνο με το χρόνο κέρδιζε τους επιβάτες της Άνδρου. Το ταξίδι από τον Πειραιά για την Άνδρο διαρκούσε κοντά δέκα ώρες. Το πλοίο προσέγγιζε στην Τήνο, τη Μύκονο, τη Σύρο και τελευταίο λιμάνι ήταν η Άνδρος. Αντίθετα, μέσω Ραφήνας, το ταξίδι από τη Χώρα της Άνδρου μέχρι την Αθήνα διαρκούσε πέντε ώρες όπως φαίνεται και στην διαφήμιση της Φωνής της Άνδρου, που εξέδιδε στην Χώρα ο Δημήτρης Καραουλάνης.

 (η) Κωνσταντίνος και Στέφανος Τόγιας

Στις 6 Αυγούστου 2011 είχαμε τη χαρά να συναντήσαμε στο Μπούρτζι της Καρύστου τον Κωνσταντίνο και τον Στέφανο Τόγια, τους δύο γιους του Ιωάννη Τόγια, του ιδρυτή της Ατμοπλοΐας Ι. Τόγια. Μας περιέγραψαν με μεγάλη νοσταλγία την άφιξη και τη δρομολόγηση του «Κάρυστος».

Το"Κάρυστος" δεμένο στο τσιμεντόπλοιο. Φωτογραφία του Ιούλιου Διρμίκη.

Αφορμή για τη συνάντηση αποτέλεσε η έκθεση φωτογραφίας του Γιώργου Λυκουρόπουλου για το βιβλίο του "Κυκλάδες - Ταξίδι στο Χρόνο - Ατμοπλοΐα Τόγια". Εκείνο το ζεστό βράδυ το "Κάρυστος" (το αγαπημένο "Καρυστάκι") και το"Μοσχάνθη" έπλεαν ξανά σε μια θάλασσα μνήμης και νοσταλγίας.

(θ) Η Ατμοπλοΐα Ευάγγελου Τόγια

Μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’50 η Ατμοποΐα Τόγια αντιμετώπισε σοβαρά οικονομικά προβλήματα που οδήγησαν στην πώληση του «Κάρυστος» στον αδελφό του Ιωάννη Τόγια, τον Ευάγγελο Τόγια. Το «Κάρυστος» μετονομάστηκε σε «Κωνσταντίνος» ταξιδεύοντας για ένα ακόμα χρόνο στη γραμμή Ραφήνας-Καρύστου-Άνδρου. Στα τέλη της δεκαετίας του ’50 ο Ευάγγελος Τόγιας δρομολογεί το θρυλικό «Μοσχάνθη» για Καρυστο-Άνδρο-Τήνο (5).

 

 Το σήμα του Τόγια

Το 1960 δρομολογείται το «Ρένα» από τη Ραφήνα για λογαριασμό της Ατμοπλοΐας Ευάγγελου Τόγια. Και το 1963 το «Μοσχάνθη»και το «Ρένα» θα περάσουν στην πλοιοκτησία του καπετάν-Γιώργη  του Φραγκουδάκη (6).

(ι) Το «Ρένα»

Φωτογραφία του Στέλλα 1958-59 από κάδρο σε εστιατόριο της παραλίας Καρύστου.

Το "Ρένα" ταξίδευε, κυρίως, από Ραφήνα για Μαρμάρι-Κάρυστο-Μπατσί και Τήνο. Το πλοίο ταξίδεψε μέχρι το 1963 με τα σινιάλα του Ευάγγελου Τόγια και μετά το 1963 σινιάλα του καπετάν-Γιώργη Φραγκουδάκη, ο οποίος ήταν και ο καπετάνιος του πλοίου σε αυτήν την περίοδο. Το «Ρένα» είχε περάσει ξανά από το λιμάνι της Ραφήνας. Το 1957-1958 το πλοίο ταξίδευε από Ραφήνα για Κάρυστο και Μαρμάρι με το όνομα "Ναυτίλος" και τα σινιάλα του Αρκουλή.

Ένα ακόμα πλοίο που πέρασε από τη Ραφήνα ήταν και το"Στέλλα", το μετέπειτα «Πανορμίτης» που ταξίδεψε στα Δωδεκάνησα. Το «Στέλλα», το οποίο αντικατέστησε το «Ναυτίλος», έφερε χαρακτηριστικά ένα αστέρι στην τσιμινιέρα του.

(ια) Το τέλος της παλιάς εποχής

Το "Μοσχάνθη"στο λιμάνι της Ραφήνας τον Ιούλιο του 1961. Φωτογραφία της Ιωάννας Χατζή.

Το λιμάνι χρόνο με το χρόνο μεταλλάσσεται ολοένα και περισσότερο σε επιβατηγό. Οι μηχανότρατες, οι πεζότρατες, τα γρι-γρι θα "εκδιωχθούν" από τις εξελίξεις που τρέχουν χωρίς σταματημό. Αλλά σύντομα θα λήξει και η εποχή με τα ποστάλια που μεταφέρουν μόνο επιβάτες.

Το Ρένα δεμένο στο τσιμεντόπλοιο. Από το εξώφυλλο του περιοδικού "ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΛΛΑΣ" (Απρίλιος 1965). Η φωτογραφία είναι του Αντώνη Σοφιανού.

Το 1965 ο Κεφαλλονίτης πλοιοκτήτης, Παγουλάτος, θα δρομολογήσει το «Έλενα Π.», πρώτο κλειστό επιβατηγό/οχηματαγωγό από το λιμάνι της Ραφήνας για Άνδρο και Τήνο. Το 1965 κλείνει, οριστικά, το κεφάλαιο της «Μοσχάνθης» και ξεκινά το κεφάλαιο του «Έλενα Π. Το παλιό γερμανικό ναρκαλιευτικό ξεκίνησε την νέα εποχή για το λιμάνι της Ραφήνας. Ένα χρόνο μετά, το 1966, θα προστεθεί στη γραμμή το «Μεγαλόχαρη» του Βακιρτζή. Το πλοίο αυτό δρομολογήθηκε, αρχικά, στη γραμμή Πάτρας-Πόρου Κεφαλληνίας και Πάτρας-Σάμης Κεφαλληνίας με το όνομα «Άννα Μαρία». Το σχέδιο αυτό δεν πέτυχε και το πλοίο μεθόρμισε στη Ραφήνα. Αυτά, όμως, θα τα δούμε την επόμενη εβδομάδα.  

ΠΗΓΕΣ:

Πηγή 1: Θανάση Πιστικίδη «Ριζώματα, βιώματα, παθήματα,

Πηγή 2:  Γιάννης Γαβρίλης «Τσιμεντόπλοια», Περιοδικό «ΕΦΟΠΛΙΣΤΗΣ», τεύχος 4, Ιούνιος 1993.

Πηγή 3: Προσωπική συνέντευξη με τον ναυπηγό Κωνσταντίνο Φιλίππου (Μάϊος 2009).

Πηγή 4: Προσωπική συνέντευξη με τον Ηλία Δημοτιανίδη (Ιούλιος 2011).

Πηγή 5: "Κυκλάδες - Ταξίδι στο Χρόνο - Ατμοπλοΐα Τόγια" του Γιώργου Λυκουρόπουλου (Εκδόσεις «Φωτογραφείο Καρύστου»)

Πηγή 6: Συνέντευξη με την Ολυμπία Παξινού (Νοέμβριος 2014).

ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

  1. Σχολιάζετε ως επισκέπτης.
Attachments (0 / 3)
Share Your Location
There are no comments posted here yet