Σίγουρο είναι επίσης ότι κατά τις δεκαετίες ’80 και ’90 ήταν σχεδόν αόρατοι. Όμως, η έλλειψη φυσικών εχθρών στο αστικό περιβάλλον (ναι, υπάρχουν κάποια αρπακτικά πουλιά εδώ κι εκεί, αλλά προτιμούν να κυνηγούν τα περιστέρια που είναι πιο νωθρά και πιο στρουμπουλά) και το γεγονός ότι δεν έχουν σοβαρές τροφικές ιδιαιτερότητες, όπως και το ότι ανήκουν σε εύκρατα κλίματα, παρόμοια με της Ελλάδας, έκανε τις πρώτες αποικίες τους, στον Εθνικό Κήπο, να πληθύνουν, να διασπαστούν και να γεμίσουν τον αττικό χώρο με κυρίως δύο είδη: τους πράσινους και τους γκριζοπρόσωπους παπαγάλους.
Οι πράσινοι είναι οι αγαπημένοι μου. Είναι πουλιά των δέντρων και του ουρανού. Δεν καταδέχονται να κατεβούν στα πεζοδρόμια για να ζητιανέψουν ψίχουλα, όπως κάνουν τα περιστέρια. Κατοικούν σε κουφάλες δέντρων, τα πραγματικά Airbnb της αστικής χλωρίδας, χωρίς να πληρώνουν νοίκι. Αν αυτοί είναι οι αναρχικοί του αττικού στερεώματος, τότε οι γκριζοπρόσωποι είναι οι μικροαστοί του. Τρώνε τα πάντα, από πατατάκια μέχρι ζαμπονοτυρόπιτα. Χτίζουν πολυκατοικίες ανάμεσα στα κλαδιά των δέντρων, κουβαλώντας φερτά υλικά. Τους λυπάμαι λίγο· δίνουν λάθος εικόνα στα βιβλικά «πετεινά του ουρανού» που ζουν χωρίς καμία έγνοια, μόνο με τη Χάρη του Θεού. Είναι όμως πολύ τυχεροί. Και αυτοί και τα πράσινα ξαδέρφια τους. Στην Ευρώπη, όταν οι άγριοι παπαγάλοι έγιναν πάρα πολλοί, ξέφυγαν από τα όρια της πόλης, άρχισαν να επιδράμουν στα γειτονικά χωράφια και προξένησαν το μένος των ανθρώπων. Στη Βαρκελώνη, είναι ήδη σε πόλεμο με τους καλλιεργητές. Και θα τον χάσουν.
Οι δικοί μας ειδικοί λένε ότι οι παπαγάλοι θα μπορούσαν να εναρμονιστούν με τα ελλαδικά οικοσυστήματα χωρίς να αποτελέσουν απειλή, ως παρείσακτοι, για τα αυτόχθονα είδη. Το εύχομαι ειλικρινά. Τα πιο όμορφα σούρουπα τα έχω περάσει κάτω από μια κούρνια τους, στο ίδιο πάρκο. Και λατρεύω να τους ακούω να αποχαιρετούν τον ήλιο.