Άνω Σύρος: καλοκαιρινές διαδρομές στο σήμερα και στο χτες...

Του ΔΙΑΜΑΝΤΗ ΜΠΑΣΑΝΤΗ

Ήταν μια διαφορετική επίσκεψη στη Σύρο αυτή τη φορά. Το καλοκαίρι τέλειωνε. Ο χρόνος προχωρούσε προς το φθινόπωρο όταν λάβαμε την απόφαση, μαζί με την πρόκληση/πρόσκληση, για Τήνο και Σύρο. Από τις πολλές ενδιαφέρουσες επισκέψεις στη Σύρο είχαμε κρατήσει στη μνήμη τέσσερις. Με την οικογένεια σε έναν εντυπωσιακό γάμο το 2002 στον Άγιο Νικόλαο, με τον φίλο ευρωβουλευτή των Πρασίνων Νίκο Χρυσόγελο και με την επικεφαλής των Πρασίνων στο Ευρωκοινοβούλιο Ρεμπέκα Χαρμς σε συνέδριο το 2015, με την Αλεξάνδρα σε ακτοπλοϊκό συνέδριο το 2018 και με τον Οδυσσέα στην ορκωμοσία της νέας περιφερειακής αρχής το 2019.

Σε όλες τις προηγούμενες περιπτώσεις λόγω υποχρεώσεων μείναμε στην πόλη. Αυτή τη φορά αποφασίσαμε μόνοι μας να μείνουμε στην Άνω Σύρο! Στην περιοχή του Αγίου Γεωργίου και του ανεμόμυλου. Στην γειτονιά των φτωχών και των καθολικών. Κοντά στον Άγιο Γεώργιο. Την καθολική εκκλησία, που δεσπόζει στην κορυφή του λόφου θυμίζοντας το διπλό θρησκευτικό παρελθόν ενός νησιού, που αναγεννήθηκε μέσα από τις στάχτες της καταστροφής της Χίου! Και μια πόλη, η Ερμούπολη, που είχε μια δημιουργική καθολική κοινότητα πριν αναπτύξει έναν σπουδαίο αστικό πολιτισμό. Μια πόλη, που συναγωνίστηκε με τα άλλα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας με το λιμάνι και την εργατική τάξη της στη διάρκεια του 19ου αιώνα. 

Καθόλου τυχαίο λοιπόν που και τα δύο βράδια που μείναμε εκεί βγήκαμε βόλτα κυρίως στην Άνω Σύρο. Την πρώτη βραδιά κατηφορίσαμε επί δύο ώρες βολτάροντας όλη την Άνω Σύρο μέχρι το βραδινό λιμάνι. Την δεύτερη βραδιά ανηφορίσαμε στο βουνό, σε ένα μικρό ταβερνάκι με καταπληκτική θέα. Μια υπέροχη θέα προς τον μακρινό  Άγιο Γεώργιο που ορθωνόταν αγέρωχος και φωτισμένος μέσα στη νύχτα μοιάζοντας με δυτικό μεσαιωνικό κάστρο. Και χαμηλά στο βάθος η πόλη και το λιμάνι της ολοφώτεινη από τα διάσπαρτα φώτα που σχημάτιζαν κύκλο...

Περπατήσαμε μέχρι τον Άγιο Γεώργιο. Ολοφώτεινος, καλοκαιρινός, ορθάνοιχτος. Αν και η ώρα ήταν περασμένες εννιά. Πολλοί ανηφόριζαν και κατηφόριζαν τα μισοσκότεινα σκαλιά του. Κυρίως νέοι. Δεν είχαμε ποτέ πριν την ευκαιρία να τον επισκεφτούμε μέσα. Έτσι ανεβήκαμε τα σκαλιά μαζί με πολλούς άλλους.   

Το εσωτερικό του ναού εξαιρετικό. Αλλά πιο εξαιρετική ήταν η μουσική συνοδεία από το εκκλησιαστικό όργανο που έπαιζε κάποιος μέσα στην φωτισμένη εκκλησιά. Πολλοί οι επισκέπτες και όλοι φωτογράφιζαν. Στο προαύλιο αρκετοί ακουμπισμένοι "ταξίδευαν" με την ματιά και την σκέψη βλέποντας τη Σύρα από ψηλά... 

Κατηφορίσαμε αργά τους μικρούς, στενούς, καλοστρωμένους με πέτρα δρομίσκους. Όλες τις φορές που είχαμε έρθει παλιότερα ήταν άνοιξη ή φθινόπωρο. Η Άνω Σύρος δεν ήταν ανοικτή. Ή, μάλλον ήταν ανοικτά μόνο μερικά από τα δεκάδες μπαράκια, εστιατόρια, καφενεδάκια, Αυτή τη φορά η Άνω Σύρος ήταν ορθάνοιχτη στο καλοκαίρι και στον κόσμο. Όμως πέρα από τον κόσμο στον Άγιο Γεώργιο η πρώτη εικόνα κατεβαίνοντας δεν προδιέθετε για την πολυκοσμία που θα ακολουθούσε στη συνέχεια. Τρεις κοπέλες, τρεις φιγούρες διακριτικές, λες κι ήρθαν από μια άλλη εποχή. Κάτω ή γύρω από ένα υπέροχο μεγάλο δέντρο σε μια μικρή πλατεία. Αν δεν ήταν τα κινητά θα νόμιζες πως ήταν εικόνα μιας άλλης εποχής φωτισμένη από τον χρωστήρα κάποιου ζωγράφου.  

Όμως από εκεί και κάτω άρχισε μια συνεχής εναλλαγή μικρών εστιατορίων με φοβερή θέα. Σε ένα από αυτά - που ήταν ανοικτό την άνοιξη του 2015 - είχαμε κάτσει κι είχαμε περάσει μια υπέροχη μουσική βραδιά στους ήχους του Μάρκου Βαμβακάρη από μια κομπανία της περιοχής μαζί με το Νίκο Χρυσόγελο και την Ρεμπέκα Χαρμς.  

Δεκάδες λιλιπούτεια εστιατόρια και κόσμος πολύς που ανεβοκατέβαινε ή που περίμενε τραπέζι...

Πλήθος τα μικρά μπαρ: φωτισμένα με όλους τους χρωματισμούς και τις εναλλαγές της νύχτας...

Πόρτες ορθάνοιχτες και σκαλιά γεμάτα με όρθιους και καθιστούς νέους και νέες. Μια Άνω Σύρος καλοκαιρινή. Το καλοκαίρι αλλάζει τα πράγματα. Και μετατρέπει τη νύχτα του σε μαγική και απροσδόκητη. Όλοι έτσι που κάθονται ή ακουμπούν στον τοίχο μοιάζει να περιμένουν κάτι να συμβεί. Περιμένουν, ακόμα κι όταν αυτό δεν συμβαίνει. Είναι που η μέρα ορίζει τα σχήματα, όμως είναι η καλοκαιρινή νύχτα που τα απλώνει και τα ταξιδεύει... 

Σε έναν κατηφορικό δρομίσκο το σπίτι του Μάρκου Βαμβακάρη. Σήμερα μουσείο του μεγαλύτερου μουσικού που ανέδειξε το ρεμπετικό και η Σύρος. Του ποιητή της Φραγκοσυριανής και του Μινόρε της Αυγής. Καθώς κοιτάγαμε το μικρό μουσείο και θυμηθήκαμε το τεράστιο γκράφιτι του Μάρκου στον τοίχο της εισόδου των ναυπηγιών του νησιού στην άκρη του λιμανιού σκεφτήκαμε πως κάτι αντίστοιχο είχαμε δει πριν χρόνια - το 2009 - στη Νέα Ορλεάνη. 

 

Άνω Σύρος - 2015

Εδώ ήταν ο Μάρκος Βαμβακάρης με το μπουζούκι του. εκεί ήταν ο Λούις Άρμστρονγκ με την τρομπέτα του. Δύο μουσικοί που ανέδειξαν δύο πόλεις τόσο διαφορετικές και μακρινές. Και οι δύο όμως δύο πόλεις-λιμάνια. Και δύο ιδιότυπα χαρισματικοί τραγουδιστές. Συνέθεσαν μουσική και στίχους και τραγούδησαν τον έρωτα και τα πάθη της ζωής, το όνειρο και το ταξίδι του νου και των συναισθημάτων. 

Νέα Ορλεάνη, Bourbon Street, 2009

Έτυχε στις μακριές διαδρομές της ζωής - στο περιθώριο δύο διεθνών συνεδρίων - να συναντήσουμε τις μουσικές μνήμες τους ανάγλυφες και στις δύο πόλεις-λιμάνια. Του Λούις Άρμστρονγκ με τον Θύμιο Ζαχαρόπουλο στη Νέα Ορλεάνη, τις συναντήσαμε κάπου στην Μπέρμπον Στριτ, το 2009! Του Μάρκου Βαμβακάρη, σε ένα μικρό μισοάδειο κουτούκι, με το Νίκο Χρυσόγελο και την Ρεμπέκα Χαρμς, το 2015. Ευλογημένοι όσοι έζησαν - έστω και για λίγο - υπό την μουσική σκέπη τους στα μέρη που έζησαν κι αγάπησαν αυτοί...