Άνδρος, νήσος τις έστι…
Του ΔΙΑΜΑΝΤΗ ΜΠΑΣΑΝΤΗ
Αποτύπωμα στα βράχια της Άνδρου το καραβάκι της ναυτικής πολιτείας του Στρόφιλα 4.500 π.Χ. - 3.200 π.Χ.
Το παρακάτω κείμενο είναι αφιερωμένο στη μνήμη του πατέρα μου Σταμάτη Μπασαντή που έζησε και πέθανε στα καράβια. Περιλαμβάνει αποσπάσματα από το βιβλίο μου "Η ΑΝΔΡΟΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΧΡΟΝΟ", Μέρος Β', "Διαδρομές της Άνδρου" σελ. 133-285, εκδόσεις Gutenberg, πρώτη έκδοση 2012, δεύτερη έκδοση 2015. Προσαρμόστηκε και παρουσιάστηκε σε επιστημονική ημερίδα της "Επέκεινας Χώρας" στη Βίτσα των Ζαγορωχωρίων στις 13 Αυγούστου 2013 που είχε θέμα την Αποδημία. Αναδημοσιεύθηκε παλαιότερα συντομευμένο στο "εν Άνδρω". Και αναδημοσιεύεται και πάλι σήμερα στα ΘΕΜΑΤΑ.
Σε μια περίοδο αντιφατική και δύσκολη. Σε μια περίοδο καραντίνας από την οποία ήδη διαγράφονται οι πρώτες ελπίδες διαφυγής. Αλλά και σε μια περίοδο που ορισμένοι μιλάνε για μια ιστορία της Άνδρου, που δεν την ξέρουν και την αντιλαμβάνονται σαν καρτουνίστικη πολεμική ανάμεσα σε "καλούς" και "κακούς", ανάμεσα στο "κυκλώπειο" χτες που αγνοούν και στο "τερατώδες" αύριο που ονειροβατούν. Παραθέτουμε αυτή την αναφορά της διαδρομής της Άνδρου προς γνώση και κατανόηση της πραγματικής ιστορία του νησιού: για τους κατοίκους και για τους επισκέπτες, αλλά και για τους χιλιάδες αναγνώστες του ΕΝ ΑΝΔΡΩ - όπου κι αν βρίσκονται - και οι οποίοι "ταξιδεύουν" χρόνια τώρα μαζί μας - ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΜΠΑΣΑΝΤΗΣ
1. Η γεωγραφία είναι πεπρωμένο…
Η φράση αυτή λέχθηκε από τον άραβα στοχαστή Ιμπν Χαλντούν κατά τον 15ο αιώνα [1]. Η μοίρα της Άνδρου, λοιπόν, καθορίστηκε από την γεωγραφία. Τι είναι η Άνδρος; Ένα ακόμα νησί; Μια ακόμα αναφορά στα δρομολόγια της ιστορίας; Ή, μια ιδιαίτερη ιστορία που ταξίδεψε στα κύματα του Αιγαίου και του κόσμου;
Η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα έχει άμεση σχέση με την Ιστορία, αλλά και τις ιστορίες. Με την Ιστορία ως όλον. Αλλά και τις ιστορίες που συνθέτουν το όλον. Για να γράψεις μια ιστορία ξεκινάς από κάπου και καταλήγεις κάπου αλλού. Για να γράψεις Ιστορία ξεκινάς από τις επιμέρους ιστορίες και συνθέτεις διαμορφώνοντας το όλον.
Η Ιστορία, όπως και οι ιστορίες, έχουν πάντα τους μεγάλους και μικρούς αφηγητές τους. Από τον καιρό του Ομήρου μέχρι σήμερα
Κάθε Ιστορία σχετίζεται με τον αφηγητή της. Θα προσπαθήσουμε, λοιπόν, να αφηγηθούμε κάτι από την Ιστορία της Άνδρου που έχει σχέση με την αποδημία με την οποία το νησί είναι στενά συνδεδεμένο από τους αρχαίους χρόνους μέχρι τον 20ο αιώνα.
Η Άνδρος, όπως όλα τα νησιά, υπήρξε ένας ιδιότυπος κόσμος: Περίκλειστος λόγω της θάλασσας. Αλλά και ορθάνοικτος, πάλι λόγω της θάλασσας. Η θάλασσα την καθόρισε: Την απομόνωσε και την ταξίδεψε.
Η θάλασσα ορίζει κάθε νησί. Αποτελεί φυσικό εμπόδιο, το περιορίζει, αλλά συνάμα το ασφαλίζει. Συνάμα το απελευθερώνει από τα όρια και τα εμπόδια της στεριάς επιτρέποντας στους νησιώτες να ταξιδέψουν σε άλλους τόπους και να επικοινωνήσουν με άλλους ανθρώπους με τη χρήση της ναυτικής τεχνολογίας κάθε εποχής.
Η Άνδρος, όπως οι περισσότερες νησιώτικες κοινωνίες, υπήρξε κοινωνικά συντηρητική. Όμως, όπως και οι άλλες νησιώτικες κοινωνίες, συχνά ξεγελούσε και παρουσιαζόταν ως μια κοινωνία κινητική και ευέλικτη. Οι νησιώτες είναι αναγκασμένοι να φεύγουν και να ταξιδεύουν πιο εύκολα. Όμως, όπως οι περισσότερες νησιώτικες κοινότητες, παρέμενε στο εσωτερικό της μια κοινωνία άκαμπτη, που δυσκολευόταν να αλλάξει τις κοινωνικές αναφορές της και τα κοινωνικά δεδομένα της. Με άλλα λόγια η καταγωγή, η οικογένεια, οι εσωτερικοί δεσμοί της Άνδρου όπως και των άλλων νησιώτικων κοινωνιών εμφανίζουν ασυνήθιστη αντοχή. Από αυτή την άποψη οι νησιώτικες κοινωνίες ήταν και παραμένουν κατά βάθος πιο μονολιθικές [2].
2. Αποδημίες και μεταναστεύσεις
Η Άνδρος κατά την προϊστορική αρχαιότητα ήταν γεωργική και ναυτική κοινωνία. Το μαρτυρούν οι βραχογραφίες πλοίων του Στρόφιλα, στη δυτική πλευρά του νησιού, οι οποίες χρονολογούνται μεταξύ 4.500 και 3200 π.Χ.
Η πρώτη και πιο σημαντική οργανωμένη αποδημία που γνωρίζουμε κατά την αρχαιότητα είναι η ίδρυση της μοναδικής αποικίας της Άνδρου γύρω στο 655 π.Χ. αιώνα, τα Στάγειρα της Χαλκιδικής, πατρίδα του Αριστοτέλη. Ακολούθως το νησί λόγω της γεωγραφίας του βρέθηκε στο επίκεντρο των Περσικών πολέμων, της αθηναϊκής συμμαχίας και του πελοποννησιακού πολέμου.
Η Άνδρος παρήκμασε μετά τους ρωμαϊκούς χρόνους και δέχθηκε ένα πρώτο κύμα μεταναστών κατά τους θρησκευτικούς πολέμους του Βυζαντίου μεταξύ εικονομαχών και εικονολατρών. Τα νησιά και η Άνδρος ήταν εικονολατρικά. Αυτό συμβάλει στην μεταφορά και στο κρύψιμο και αργότερα στην ανεύρεση σημαντικών εικόνων, στην έλευση μοναχών και στο κτίσιμο νέων μονών μεταξύ 9ου και 10ου αιώνα. Έφτασε κάποια στιγμή η Άνδρος να έχει περίπου τα 20 μοναστήρια. Ανάμεσα στους μοναχούς που πέρασε από την Άνδρο για 10 χρόνια (830-840) ξεχωρίζει ο Λέων ο Μαθηματικός που ανακαλύπτει το αρμόνιο, αλλά και τον «μηχανικό πλάτανο».
Η μοίρα, ο προσανατολισμός και η γεωστρατηγική θέση του νησιού αλλάζει εντελώς μετά το 1204. Η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους φέρνει τους Βενετούς επικυρίαρχους στην Άνδρο και αυτοί φέρνουν τους Φράγκους κατακτητές στο νησί. Οι Φράγκοι αποτέλεσαν ουσιαστικά την πρώτη μεγάλη και οργανωμένη μεταναστευτική ομάδα που ήρθε στο νησί τα μεσαιωνικά χρόνια για να ζήσει σε αυτό. Και ο λόγος ήταν πως προσελκύστηκαν από τους Βενετούς μιας είχαν εξαιρετικά δύσκολες σχέσεις στην περιοχή τους, την Καμπανία, λόγω θρησκευτικών διαφορών.
Φράγκοι και Βενετοί είναι αυτοί που αλλάζουν πλήρως την γεωστρατηγική θέση της Άνδρου. Μέχρι την έλευση τους η Άνδρος γεωπολιτικά ήταν «στραμμένη» δυτικά. Το νησί «κοιτούσε» προς την ηπειρωτική ακτή της Αττικής. Οι Λατίνοι ήταν αυτοί που το έστρεψαν «ανατολικά» αναπτύσσοντας οικισμούς και οχυρά κατά μήκος της μέχρι τότε σχεδόν ακατοίκητης ανατολικής πλευράς οποία «κοίταζε» προς την Κωνσταντινούπολη και το Αιγαίο. Μετέφεραν με τον τρόπο αυτό το πολιτικό και στρατιωτικό «κέντρο βάρους» του νησιού στα ανατολικά παράλια με σκοπό την εμπορική επικοινωνία με την Πόλη και τον έλεγχο του Αιγαίου μέσω του τριγώνου Άνδρος-Χίος-Ρόδος, που το ονόμασαν τρουμαρχία.
Για να το πετύχουν δημιούργησαν και οχύρωσαν αρχικά το Κάτω Κάστρο (Χώρα) και στη συνέχεια το Πάνω Κάστρο (κοντά στο Κόρθι). Ακολούθως οχύρωσαν την ύπαιθρο με το κτίσιμο των αρχοντικών πυργόσπιτων στις εύφορες ανατολικές κοιλάδες της Μεσαριάς και του Κορθίου. Με την «στροφή» αυτή έγινε δυνατή η σύνδεση της Άνδρου με το μεγαλύτερο διεθνές κέντρο του μεσαιωνικού κόσμου, την Κωνσταντινούπολη, ενώ συνέβαλε στην άμεση επικοινωνία με το μεγαλύτερο Βενετσιάνικο κέντρο στο Αιγαίο, τον Χάνδακα της Κρήτης.
Οι συνεχείς επιθέσεις πειρατών κατά τον μεσαίωνα στις ελάχιστα οχυρωμένες και απομονωμένες λόγω μεγάλων ορεινών όγκων περιοχές της βόρειας Άνδρου είχαν ως αποτέλεσμα την αποψίλωση λόγω καταστροφής ή αποδημίας του νησιού στις περιοχές αυτού. Το κενό αυτό κάλυψε ο διοικητής της Άνδρου Πέτρο Ζένο με την προσέλκυση και μετεγκατάσταση σημαντικού αριθμού αρβανιτών από την Αττική που τους έδωσε γη και διοικητική αυτοτέλεια καθιστώντας τους όμως πολιτικά υπόλογους σε αυτόν και στη Φραγκική διοίκηση της Χώρας. Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλη και οργανωμένη μετανάστευση προς Άνδρο κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας (1205 – 1566).
Ο ανατολικός προσανατολισμός της Άνδρου διαρκεί πολύ περισσότερο, ήτοι από τον 13ο αιώνα μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Σε όλη αυτή τη μακρά περίοδο το νησί αποκτά εμπορικές σχέσεις και δημιουργούνται ροές αποδημίας προς Κωνσταντινούπολη, και Σμύρνη (17ο – 19ο αιώνα) και από Κρήτη και Χίο. Σήμερα αρκετοί κάτοικοι της Άνδρου προέρχονται από αποδημία κυρίως κατοίκων της Κρήτης κατά τον 14ο και 15ο αιώνα και μερικοί από Χίο (18ο - 19ο αιώνα).
Ειδικότερα με την Πόλη υπήρχαν πάντα πολλές σχέσεις. Μάλιστα αναφέρεται πως κατά τον 18ο αιώνα ανδριώτες (κορθιανοί) πετροχτιστάδες κλήθηκαν ομαδικά για να δουλέψουν και δημιούργησαν ανδριώτικο μαχαλά στην Χάλκη. Αργότερα στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα οι ανδριώτες αποδημούν αρκετά οργανωμένα για εμπορικούς λόγους καθώς οι επιχειρηματίες και οι εφοπλιστές του νησιού ξανοίγονται προς την Μαύρη Θάλασσα, τις παραδουνάβιες περιοχές και τέλος προς την Αλεξάνδρεια. Έτσι, κατά τον 19ο αιώνα βρίσκουμε πολλούς ανδριώτες στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη, στην Αλεξάνδρεια και στην Ρουμανία [3].
Ο ανατολικός προσανατολισμός του νησιού φτάνει στα όρια του με την έναρξη του πρώτου παγκόσμιου πόλεμου όταν διακόπτεται και η τελευταία ανατολική αναφορά του νησιού με την οριστική διακοπή της ακτοπλοϊκής σύνδεσης της Άνδρου με τη Σμύρνης [4]. Στη συνέχεια με τη μικρασιατική καταστροφή, το 1922, διακόπτεται κάθε σχέση του νησιού με τα μικρασιατικά παράλια. Αργότερα, με τα γεγονότα του 1956 στην Αίγυπτο διακόπτεται και η σχέση του νησιού με την Αλεξάνδρεια. Έτσι, τελειώνει κάθε εμπορική αναφορά της Άνδρου προς τα ανατολικά.
Από τη δεκαετία του 1920 και μετά η Άνδρος αρχίζει να αποκτά πλέον στενούς δεσμούς με την Σύρο αρχικά και στη συνέχεια με την Αττική, λόγω της μετεγκατάστασης των ναυτικών γραφείων από την Άνδρο στη Σύρο και στον Πειραιά. Η κίνηση αυτή οδηγεί σε ένα μεταναστευτικό ρεύμα από το νησί προς την Αθήνα.
Συγχρόνως παρατηρείται μια εσωτερική αποδημία καθώς οι κάτοικοι των δύσβατων και ορεινών χωριών, του Αμμόλοχου και της Άρνης, στα βόρεια του νησιού εποικίζουν αντιστοίχως το Γαύριο και το Μπατσί [5].
3. Η πολιτισμική και εθνική ενοποίηση
Συνοψίζοντας, όσοι ήρθαν και έζησαν στην Άνδρο άφησαν τα ίχνη τους. Ίχνη που σταδιακά μέσα στον χρόνο σταδιακά ενοποιήθηκαν. Σε αυτή την κοινωνική ενοποίηση συνέβαλαν οι ανάγκες της καθημερινότητας, οι πιέσεις του περίγυρου, οι ιδιομορφίες της ενδοχώρας, οι ιδιοτυπίες της κοινωνίας. Η ενοποίηση συνέκλινε γύρω από τρία βασικά πολιτισμικά στοιχεία:
(α) Την ελληνική γλώσσα. Τα ιταλικά και τα φράγκικα των αρχόντων της Βενετοκρατίας υποχώρησαν και χάθηκαν. Ο περιορισμένος αριθμός των δυτικής καταγωγής οικογενειών που εγκαταστάθηκαν στο νησί μετά το 1205, καθώς και οι καθημερινές ανάγκες, οδήγησαν σε άμεση σχέση με τους πολυπληθείς χωρικούς, οι οποίοι μιλούσαν ελληνικά. Έτσι, σταδιακά επικράτησαν τα ελληνικά των χωρικών. Επίσης και τα αρβανίτικα που μιλούσαν οι Αρβανίτες των μέσων χρόνων έσβησαν και αυτά σταδιακά μετά την απελευθέρωση.
(β) Την ορθόδοξη θρησκεία. Παρά τις κατά καιρούς θρησκευτικές διαφορές που υπήρξαν στο νησί (καθολικοί-ορθόδοξοι) και παρά το γεγονός πως η Άνδρος βρέθηκε άλλοτε υπό τους καθολικούς και άλλοτε υπό τους μουσουλμάνους τελικά επικράτησε παντού η ορθοδοξία.
(γ) Τα κοινά έθιμα και έθιμα. Όσοι έζησαν στο νησί συνεισέφεραν στη διαμόρφωση της παράδοσης, των ηθών και των εθίμων. Άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο. Όμως σταδιακά επήλθε μια πολιτισμική σύγκλιση ή οποία επιτεύχθηκε μέσα από μια ανεπτυγμένη ανεκτικότητα, αλλά και μια ιδιότυπη κοσμικότητα και ανεκτικότητα που εισήγαγαν στο νησί οι Βενετοί και οι Φράγκοι.
Τελικά τι απόμεινε από όλους αυτούς που ήρθαν και πέρασαν από το νησί; Μόνο κάποια ονόματα για να θυμίζουν τους Λατίνους [6] όπως: Λορέτζος (ή Λουρέντζος), Φραγκίσκος, Ατζουλίνος, Λεονάρδος (ή Λινάρδος), Δελαγραμμάτικας, Δάνδολος, Δανιόλος, Δερτούζος, Εμπειρικός (ή Πειρίκος ή και Μπειρίκος), Γουλανδρής, Καμπάνης, Καμπανάκης, Δαπόντες, Γριμάνης, Παρλιάρος, Μπασαντής (ή Μπασάντης) κλπ. Ή, κάποια άλλα να θυμίζουν τους αρβανίτες[7] όπως: Μπίρης, Λέκκας, Μαμάης, Μέξης, Κυρτάτας, Μπαρούς, Φαρακούσης, Μπόθος, Βαλμάς, Βλάμης, Γκίνης, Δίμιζας, Ίσαρης, Κόλιας, Κοροβέσης, Λεμπέσης, Μάζης, Τόγιας, Χέλμης, Ψίτος κλπ. Ακόμα την παρουσία των αρβανιτών θυμίζουν και αρκετά τοπωνύμια, όπως: Μπατσί, Άρνη, Σάριζα. Κάποιες λέξεις ευρείας χρήσεως που υπενθυμίζουν πως και οι Τούρκοι πέρασαν από εδώ. Τέτοιες λέξεις είναι: μπαξές, ντουβάρι, σοφράς κλπ. Και κάποια ακόμα ονόματα από άλλες περιοχές του ελληνισμού όπως: Ψαριανός, Μωραΐτης, Χίος κλπ. Ή, πολλά ονόματα σε –άκης που παραπέμπουν στην τακτική κάποτε επικοινωνία του νησιού με την Κρήτη. Τέλος αρκετά ονόματα με ποντιακή ρίζα (-ίδης) ή με βυζαντινά και Πολίτικη (Πολέμης, -άδης κλπ), που θυμίζουν την στενή επικοινωνία της Άνδρου με τη Μαύρη Θάλασσα, τη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη. Παρά τις όποιες κατά καιρούς πολιτισμικές ιδιαιτερότητες από περιοχή σε περιοχή το νησί σήμερα εμφανίζεται ενοποιημένο πολιτισμικά.
4. Η Ανδριώτικη αποδημία σε αριθμούς κατά τον 20ο αιώνα
Και κατά το πρώτο ήμισυ του 20ου αιώνα ο πληθυσμός του νησιού εξακολουθεί να παραμένει σταθερός, κυμαινόμενος ανάλογα με την περίοδο από 17.000 μέχρι 18.000 κατοίκους. Όμως, σταθερή είναι και η μεταναστευτική έξοδος κυρίως από τις αγροτικές περιοχές. Όμως, αυτή την περίοδο το μεταναστευτικό ρεύμα κατευθύνεται προς Αθήνα και Αμερική. Οι περιοχές από όπου προέρχονται οι μετανάστες είναι κυρίως τα αγροτικά χωριά Κόρθι, Αηδόνια, Συνετί, Πιτροφός και Αποίκια [8].
Στα μέσα του 19ου αιώνα η ανδριώτικη κοινωνία αρχίζει αλλάζει καθώς ορισμένες περιοχές γύρω από την Χώρα στρέφονται προς τη ναυτιλία. Με την κυριαρχία των ατμοπλοίων η Άνδρος στρέφεται προς την θάλασσα περισσότερο αποφασιστικά και σημαντικό μέρος των κατοίκων στη διάρκεια του πρώτου μισού του 20ου αιώνα αφήνει πλέον τη γη και στρέφεται προς τη ναυτιλία. Η αλλαγή σύνθεσης της κοινωνίας του νησιού, σταδιακά από αγροτική σε ναυτική, αρχίζει να είναι εμφανής σε πολλές περιοχές. Ένα μέρος του αγροτικού πληθυσμού της περιοχής του Κορθίου αποδημεί προς Αμερική αυτή την περίοδο.
Η μείωση της αγροτικής παραγωγής είχε ως αποτέλεσμα την έξοδο από τη νησί μέρους του πληθυσμού. Μια έξοδος η οποία επιταχύνεται κατά τη δεκαετία του 1970. Η σχεδόν εξαφάνιση της αγροτικής Άνδρου στη δεκαετία του 1980, αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, έχει ως αποτέλεσμα την εγκατάλειψη πλήρως ολόκληρων περιοχών του νησιού. Εξαίρεση αποτελεί η κτηνοτροφία, η οποία κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα παρουσιάζει μια μικρή ανάπτυξη. Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού εγκαταλείπει το νησί μεταναστεύοντας στις πόλεις.
Σύμφωνα με τις απογραφές η εξέλιξη του πληθυσμού είναι από 14.705 κατοίκους το 1951 στους 8.500 το 1981. Είναι μια εποχή που αρκετές γεωργικές οικογένειες μεταναστεύουν και πάλι στην Αμερική, ενώ η πλειονότητα των ναυτικών οικογενειών φεύγει για Αθήνα και Πειραιά όπου είναι πλέον η έδρα των μεγάλων ναυτιλιακών εταιρειών. Έτσι, η Άνδρος χάνει το 40% περίπου των κατοίκων της [9].
Η αποδιάρθρωση της αγροτικής παραγωγής του νησιού μετά το 1980 έχει να κάνει τόσο με το άνοιγμα των διεθνών αγορών, που οδήγησαν στην ελαχιστοποίηση της τιμής των αγροτικών προϊόντων, όσο και με την ταχύτατη αλλαγή του τρόπου ζωής στην Ελλάδα. Έτσι εγκαταλείφθηκαν και οι τελευταίοι παραγωγικοί μπαξέδες στις κατάφυτες κοιλάδες του νησιού. Και η γεωργία, μαζί της και η αγροτική τάξη, που επί αιώνες υπήρξαν η βάση της οικονομίας της Άνδρου έσβησαν οριστικά.
Κάπου εκεί ανάμεσα στην κρίση της γεωργίας, στην απομάκρυνση της ναυτιλίας και στην επιταχυνόμενη μετανάστευση, μεταξύ 1970 και 1980, κάνει τα πρώτα βήματα στο νησί ο τουρισμός. Η Άνδρος άργησε να ανακαλύψει την τουριστική οικονομία, αν και οι πρώτες τουριστικές αναζητήσεις εμφανίζονται αμέσως μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Κάποιοι οξυδερκείς είχαν διαβλέψει το μέλλον του τουρισμού.
Η στροφή προς τον τουρισμό στρέφει την Άνδρο και πάλι προς δυσμάς, καθώς αναπτύσσεται το καραβοστάσι του Γαυρίου σε λιμάνι μετά το 1960. Το Γαύριο, ένας αρκετά καλός όρμος, απέναντι από την Αττική (36 ναυτικά μίλια). Οι δεκαετίες 1980, 1990, 2000, εμφανίζουν ένα σταθερό και αυξανόμενο τουριστικό ρεύμα προς το νησί.
Η μέχρι τότε αποψιλωμένη βόρεια και δυτική Άνδρος αναβιώνει πάλι. Ο πληθυσμός αυξάνει σταδιακά φτάνοντας το 1991 στους 8.781 κατοίκους και το 2001 τους 10.009 [10]. Είναι η πρώτη αντίστροφη πορεία και φυσικά σχετίζεται με τον τουρισμό και τη δυτική πλευρά του νησιού.
5. Οι ανδριώτες ναυτικοί και η αέναη αποδημία τους
Από την αρχαιότητα μέχρι τον 20 αιώνα οι Ανδριώτες υπήρξαν κυρίως γεωργοί. Όμως δεν ήταν ποτέ παραδοσιακοί γεωργοί. Κατά τα αρχαία χρόνια η Άνδρος υπήρξε και εμπορικό κέντρο. Με το τέλος του αρχαίου κόσμου η ανασφάλεια των θαλασσών οδήγησε το νησί στην εσωστρέφεια. Αργότερα οι Βενετοί έμποροι ήταν αυτοί που διαμόρφωσαν τη νεότερη εποχή του νησιού. Σταδιακά και με τον τρόπο τους άρχισαν να επαναφέρουν την Άνδρο πίσω στις αρχέγονες οικονομικές αξίες του «εμπορεύσθαι». Κάπως έτσι πέρασαν σταδιακά οι Ανδριώτες, κατά τη νεότερη εποχή, από το «οικονομείν» την γη στο «εμπορεύεσθαι» τα προϊόντα της γης.
Κατά τον Ισοκράτη οι Έλληνες ταξίδεψαν «κατ᾿εμπορίαν και κατά θεωρίαν» (για να εμπορευτούν και για να γνωρίσουν) [11]. Οι Ανδριώτες ταξίδεψαν μόνο «κατ’ εμπορίαν». Ελάχιστες και μεμονωμένες ήταν οι περιπτώσεις που ταξίδεψαν «κατά θεωρίαν»…
Το «οικονομείν» ήταν και έγινε έμφυτη κουλτούρα στην ιστορία του νησιού. Καθόλου τυχαίο πως η ρήξη με τους Βενετούς, το 1566, έγινε για οικονομικούς λόγους. Τότε άρχοντες (καθολικοί και ορθόδοξοι) και λαός εξεγέρθηκαν για τις σπατάλες, τις καταχρήσεις και την καταπίεση που αυτά συνεπάγονταν των τελευταίων Φράγκων διοικητών του νησιού, τους οποίους κάλυπταν οι Βενετοί επικυρίαρχοι. Αλλά και η προσχώρηση στους Οθωμανούς ακολούθως έγινε μετά από οικονομικές διαπραγματεύσεις για το status του νησιού. Κλασική έκφραση αυτού του διαχρονικού «οικονομείν» σήμερα αποτελεί και η λαϊκή ανδριώτικη φράση: «Κάθε νοικοκύρης πρέπει να κάνει τα κουμάντα του».
Από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι σήμερα το «ταξιδεύειν» και «οικονομείν» έγινε βίωμα σε αυτή την ιδιότυπη αγροτική κοινωνία. Η σχέση των Ανδριωτών με την θάλασσα υπήρξε εξαρχής ιδιότυπη. Οι Ανδριώτες ήταν νησιώτες, αλλά ήταν στενά δεμένοι με τη γη τους. Ως νησιώτες ήξεραν από καιρούς. Ήξεραν τους ανέμους και γνώριζαν τα τερτίπια της θάλασσας. Όμως δεν αφέθηκαν μαζί της. Ήταν συνηθισμένοι στη βουή και την αντάρα της. Δεν τους τρόμαζε. Αλλά δεν έγιναν ποτέ ψαράδες ούτε κολυμβητές. Όμως, όταν τους δόθηκε η ευκαιρία έγιναν ναυτικοί και καραβοκύρηδες. Και ξανοίχτηκαν στους μεγάλους ωκεανούς: Με ιστιοφόρα, με ατμόπλοια, με υπερωκεάνια. Και πέτυχαν. Αν και απέτυχαν εντελώς να φτιάξουν στην Άνδρο ένα σωστό λιμάνι.
Ανάμεσα στην αποδημία και στη μετανάστευση κινήθηκαν για 200 περίπου χρόνια οι ανδριώτες νατυτικοί. Πολλές είναι οι ιστορίες που έχουν προσπαθήσει να συνθέσουν κατά καιρούς την μεγάλη Ιστορία των ναυτικών. Πολλά και τα μυθιστορήματα που γράφτηκαν για τη ναυτική αναφορά του νησιού. Το ζήτημα είναι πως τα τελευταία χρόνια τα περισσότερα εστιάζουν κυρίως στις γυναίκες των ναυτικών και στα στενά και δύσκολα κοινωνικά όρια στα οποία έζησαν. Τα βιβλία αυτά, γραμμένα κυρίως από γυναίκες, προσπερνούν μάλλον εύκολα αυτούς που ανέδειξαν την Άνδρο σε ναυτική δύναμη και που την ταξίδεψαν στους ωκεανούς. Και αυτοί ήταν και είναι οι άνδρες ναυτικοί.
Ο λόγος για άνδρες που συχνά ξεπέρασαν τους εαυτούς τους αψηφώντας, θέλοντας και μη, τους δύσκολους καιρούς της θάλασσας, την απέραντη μοναξιά του ωκεανού, το ερωτικό αδιέξοδο των κυμάτων. Αυτούς που μέσα σε σκληρές συνθήκες «με τον χάρο ‘γίναν φίλοι» επιβιώνοντας άλλοτε στη φλογισμένη λαμαρίνα του Περσικού κόλπου και άλλοτε στην κρυσταλλιασμένη λαμαρίνα του Βόρειου Ωκεανού. Άνδρες που ναυάγησαν στα αλήθεια. Όχι αλληγορικά ή ποιητικά.
Πρέπει κάποιος κάποτε να γράψει τις ιστορίες αυτών που έζησαν χρόνια στη μέση ενός πελάγους. Αέναοι μοναχοί. Αιώνιοι μετανάστες. Με μόνες αναφορές εικόνες από μια μισόθαμπη πατρίδα χαμένη «στη γραμμή των οριζόντων». Να γράψει γι’ αυτούς που έζησαν τις μεγάλες στιγμές της οικογένειας τους ως απόηχο, μέσα από γράμματα και τηλεφωνήματα. Μέσα από ξεθωριασμένες φωτογραφίες παλιότερα ή ένα κουνημένο ερασιτεχνικό βίντεο σήμερα.
Μπορεί οι γυναίκες να μην χάρηκαν τους άντρες τους στη ζωή και στα μυθιστορήματα. Αλλά ρώτησε κανείς τι χάρηκαν αυτοί οι άνδρες στη ζωή; Ρώτησε κανείς τι σήμαινε όταν κάποιοι από αυτούς μισο-μεθυσμένοι αναζήτησαν τον επί πληρωμή έρωτα σε ξένα και μακρινά λιμάνια; Πόσο τους κόστισε την όταν συνέρχονταν στην απέραντη μοναξιά της θάλασσας την άλλη μέρα; Όλοι αυτοί έχουν έναν μόνο να τους αναφέρει: Τον σπουδαίο Νίκο Καββαδία. Αυτόν τον «φτωχούλη άγιο» της ναυτικής λογοτεχνίας μας.
Καλά, λοιπόν, τα ερωτικά αδιέξοδα και η χαμένη ζωή των γυναικών σε έναν κόσμο φτιαγμένο κάποτε μόνο για άνδρες. Καλά για τα παιδιά που μεγάλωσαν μόνες τους. Όμως τις διαδρομές στους χάρτες της Άνδρου και της ελληνικής οικονομίας τις χάραξαν αυτοί οι συχνά δύσκολοι άνδρες που τράβηξαν και συνεχίζουν να τραβούν ακόμα και σήμερα «σ’ κείνο το τρομακτικό ταξίδι του χαμού». Οι γυναίκες τους παρακολούθησαν. Και γι’ αυτή την πράγματι δύσκολη παρακολούθηση γράφτηκαν τόσες και τόσες σελίδες μυθιστορημάτων, που στην Ελλάδα εδώ και 30 χρόνια ήταν και παραμένουν κυρίως γυναικεία υπόθεση. Αυτές τα διαβάζουν. Άρα και γι’ αυτές έγραψαν πολλά και ακόμα γράφονται τόσα…
[1]Ζουλφί Λιβανελί, Σερενάτα, εκδόσεις Πατάκη, σελ. 287
[2] Γιάννης Σταθάτος, Η Άνδρος του Ανδρέα Εμπειρίκου , Καϊρειος Βιβλιοθήκη, Άνδρος 2004, σελ. 9
[3]Δημήτριος Ι. Πολέμης, Ιστορία της Άνδρου, σελ. 150
[4]Δημήτριος Ι. Πολέμης, Ιστορία της Άνδρου, σελ. 151
[5]Γιάννης Στ. Μαμάης, Αμόλοχος Άνδρου – Η Ιστορία ενός Χωριού, διάσπαρτες αναφορές
[6]Δημήτριος Ι. Πολέμης, «Παρατηρήσεις περί το τοπωνυμικόν της Άνδρου», ό.π.
[7]Μιχάλης Χαλάς του Παπανεστάση, Άρνη – Η Μικρή Ελβετία της Άνδρου, σελ.25
[8]Δημήτριος Ι. Πολέμης, Ιστορία της Άνδρου, σελ. 151
[9]Δημήτριος Ι. Πολέμης, Ιστορία της Άνδρου, σελ. 138
[10]ΥΠΕΣ, Απογραφή 2001
[11]Ισοκράτους, Τραπεζικός