Άνδρος: η γεωγραφία είναι πεπρωμένο
Του Διαμαντή Μπασαντή
(Ορισμένοι κατά καιρούς μιλάνε για «βέρους ανδριώτες» εννοώντας τους εαυτούς τους επειδή έχουν πατέρα και μάνα από την Άνδρο. Μερικοί μάλιστα το διατυμπανίζουν. Πόσο λίγο ξέρουν την ιστορία αυτού τόπου όλοι αυτοί! Η ιστορία διδάσκει πως Άνδρος έφτασε στις καλύτερες στιγμές της μόνο όταν ήταν εξωστρεφής, ανοικτή, πέρασμα για πολλούς και αναφορά για ακόμα περισσότερους. Η παρακάτω ιστορική αναφορά διαβάστηκε σε συνέδριο στην Ήπειρο με θέμα "περί αποδημίας και μετανάστευσης" το καλοκαίρι 2013. Δορθωμένη δημοσιεύτηκε στο Εν Άνδρω το φθινόπωρο 2015 για να προβληματιστούμε από τις σελίδες της ιστορίας μας - Εν Άνδρω).
Αποδημία
Κατά το λεξικό η αποδημία είναι ο ξενιτεμός, ο μισεμός, η αλλαγή τόπου ή χώρας κατοικίας. Οι λόγοι της αποδημίας είναι πολλοί. Συνήθως είναι οικονομικοί. Σε πολλές περιπτώσεις είναι κοινωνικοί (διακρίσεις, περιορισμοί κλπ). Ενίοτε όμως αυτοί οι λόγοι αναφέρονται και ως πολιτικοί. Ένας από τους κυριότερους κοινωνικούς παράγοντες ήταν και είναι η μεγάλη πληθυσμιακή αύξηση μιας περιοχής. Σε αρκετές περιπτώσεις ήταν θρησκευτικοί. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως δεν υπήρχαν και δεν υπάρχουν και ειδικότεροι, περισσότερο προσωπικοί λόγοι, όπως είναι η αναζήτησης περισσότερων ευκαιριών, η δίψα της περιπέτειας, η ανάγκη της γνώσης κλπ.
Η γεωγραφία είναι πεπρωμένο…
Η φράση «η γεωγραφία είναι πεπρωμένο» λέχθηκε από τον άραβα στοχαστή Ιμπν Χαλντούν κατά τον 15ο αιώνα. Η μοίρα της Άνδρου, λοιπόν, καθορίστηκε πάντα από την γεωγραφία. Μια γεωγραφία άμεσα συνδεδεμένη με το μέγεθός του νησιού και τη θέση του, με την ενδοχώρα του, τα βουνά και τα νερά του, αλλά και με την θάλασσα που την περιβάλει και την καθόρισε. Θα προσπαθήσουμε, λοιπόν, να αφηγηθούμε κάτι από την Ιστορία της Άνδρου που έχει σχέση με την αποδημία με την οποία το νησί είναι στενά συνδεδεμένο από τους αρχαίους χρόνους μέχρι τον 20ο αιώνα.
Αποδημίες και μεταναστεύσεις
Η Άνδρος κατά την προϊστορική αρχαιότητα άρχισε να ταξιδεύει νωρίς. Το μαρτυρούν οι βραχογραφίες πλοίων του Στρόφιλα, στη δυτική πλευρά του νησιού, οι οποίες χρονολογούνται μεταξύ 4.000 και 3200 π.Χ.
Η πρώτη οργανωμένη αποδημία που καταγράφεται από την Άνδρο προς τον έξω κόσμο είναι η ίδρυση της μοναδικής αποικίας της Άνδρου γύρω στο 655 π.Χ. αιώνα, τα Στάγειρα της Χαλκιδικής, πατρίδα του Αριστοτέλη. Ακολούθως το νησί λόγω της γεωγραφίας του βρέθηκε στο επίκεντρο των Περσικών πολέμων, της αθηναϊκής συμμαχίας και του πελοποννησιακού πολέμου.
Ακολουθούν αιώνες ακμής (5ος π.Χ. αιώνας) και παρακμής του νησιού (4ος-5ος μ.Χ. αιώνες).
Η επόμενη σημαντική αναφορά με θέμα την μετανάστευση έρχεται κατά την διάρκεια των θρησκευτικών πολέμων του Βυζαντίου μεταξύ εικονομάχων και εικονολατρών. Τα νησιά, όπως και η Άνδρος, ήταν εικονολατρικά. Αυτό συμβάλει στην μεταφορά και στο κρύψιμο και αργότερα στην ανεύρεση σημαντικών εικόνων. Μια πρακτική που σχετίζεται με την έλευση μοναχών, που είναι εικονολάτρες. Αυτό οδηγεί στην εμφάνιση πολλών μοναστηριών μεταξύ 9ου και 10ου αιώνα. Έφτασε μάλιστα κάποια στιγμή η Άνδρος να έχει περίπου τα 20 μοναστήρια. Ανάμεσα στους μοναχούς που πέρασε από την Άνδρο για 10 χρόνια (830-840) ξεχωρίζει ο Λέων ο Μαθηματικός που μένει για μεγάλο διάστημα στο νησί και ο οποίος ανακάλυψε το αρμόνιο, αλλά και τον «μηχανικό πλάτανο».
Η μοίρα, ο προσανατολισμός και η γεωπολιτική θέση του νησιού αλλάζει εντελώς μετά το 1204. Η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους φέρνει τους Βενετούς επικυρίαρχους στην Άνδρο και αυτοί φέρνουν τους Φράγκους κατακτητές στο νησί.
Οι Φράγκοι, υπό τους Βενετούς, αποτέλεσαν ουσιαστικά η επόμενη μεγάλη οργανωμένη μεταναστευτική ομάδα που ήρθε στο νησί για να ζήσει σε αυτό. Και ο λόγος ήταν πως προσελκύστηκαν από τους Βενετούς μιας είχαν εξαιρετικά δύσκολες σχέσεις στην περιοχή τους, την Καμπανία, λόγω θρησκευτικών διαφορών.
Φράγκοι και Βενετοί είναι αυτοί που αλλάζουν πλήρως την γεωστρατηγική θέση της Άνδρου. Μέχρι την έλευση τους η Άνδρος γεωπολιτικά ήταν «στραμμένη» δυτικά. Το νησί «κοιτούσε» προς την ηπειρωτική ακτή της Αττικής. Οι Λατίνοι ήταν αυτοί που το έστρεψαν «ανατολικά» αναπτύσσοντας οικισμούς και οχυρά κατά μήκος της μέχρι τότε σχεδόν ακατοίκητης ανατολικής πλευράς οποία «κοίταζε» προς την Κωνσταντινούπολη και το Αιγαίο. Μετέφεραν με τον τρόπο αυτό το πολιτικό και στρατιωτικό «κέντρο βάρους» του νησιού στα ανατολικά παράλια με σκοπό την εμπορική επικοινωνία με την Πόλη και τον έλεγχο του Αιγαίου μέσω του τριγώνου Άνδρος-Χίος-Ρόδος, που το ονόμασαν τρουμαρχία.
Οι συνεχείς επιθέσεις πειρατών κατά τον μεσαίωνα στις ελάχιστα οχυρωμένες και απομονωμένες λόγω μεγάλων ορεινών όγκων περιοχές της βόρειας Άνδρου είχαν ως αποτέλεσμα την αποψίλωση λόγω καταστροφής ή αποδημίας του νησιού στις περιοχές αυτού. Το κενό αυτό κάλυψε ο Βενετός διοικητής της Άνδρου Πέτρο Ζένο με την προσέλκυση και μετεγκατάσταση σημαντικού αριθμού αρβανιτών από την Αττική που τους έδωσε γη και διοικητική αυτοτέλεια καθιστώντας τους όμως πολιτικά υπόλογους σε αυτόν και στη Φραγκική διοίκηση της Χώρας.
Αυτή αποτέλεσε την επόμενη μεγάλη και οργανωμένη μετανάστευση προς Άνδρο κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας (1205 – 1566). Όπως είπαμε παραπάνω ο ανατολικός προσανατολισμός της Άνδρου αλλάζει την επικοινωνία του νησιού. Συνάμα διαρκεί από τον 13ο αιώνα μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα.
Σε όλη αυτή τη μακρά περίοδο το νησί αποκτά εμπορικές σχέσεις και δημιουργούνται ροές αποδημίας προς Κωνσταντινούπολη, και Σμύρνη (17ο – 19ο αιώνα) και από Κρήτη και Χίο. Σήμερα αρκετοί κάτοικοι της Άνδρου προέρχονται από αποδημία κυρίως κατοίκων της Κρήτης κατά τον 14ο και 15ο αιώνα και μερικοί από Χίο (18ο - 19ο αιώνα).
Ειδικότερα με την Πόλη υπήρχαν πάντα πολλές σχέσεις. Μάλιστα αναφέρεται πως κατά τον 18ο αιώνα ανδριώτες (κορθιανοί) πετροχτιστάδες κλήθηκαν ομαδικά για να δουλέψουν και δημιούργησαν ανδριώτικο μαχαλά στην Χάλκη. Αργότερα στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα οι ανδριώτες αποδημούν αρκετά οργανωμένα για εμπορικούς λόγους καθώς οι επιχειρηματίες και οι εφοπλιστές του νησιού ξανοίγονται προς την Μαύρη Θάλασσα, τις παραδουνάβιες περιοχές και τέλος προς την Αλεξάνδρεια. Έτσι, κατά τον 19ο αιώνα βρίσκουμε πολλούς ανδριώτες στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη, στην Αλεξάνδρεια και στην Ρουμανία.
Από τη δεκαετία του 1920 και μετά η Άνδρος αρχίζει να αποκτά πλέον στενούς δεσμούς με την Σύρο αρχικά και στη συνέχεια με την Αττική, λόγω της μετεγκατάστασης των ναυτικών γραφείων από την Άνδρο στη Σύρο και στον Πειραιά. Η κίνηση αυτή οδηγεί σε ένα μεταναστευτικό ρεύμα από το νησί προς την Αθήνα.Ο ανατολικός προσανατολισμός του νησιού φτάνει στα όρια του με την έναρξη του πρώτου παγκόσμιου πόλεμου όταν διακόπτεται και η τελευταία ανατολική αναφορά του νησιού με την οριστική διακοπή της ακτοπλοϊκής σύνδεσης της Άνδρου με τη Σμύρνης το 1914.
Στη συνέχεια με τη μικρασιατική καταστροφή, το 1922, διακόπτεται κάθε σχέση του νησιού με τα μικρασιατικά παράλια. Αργότερα, με τα γεγονότα του 1956 στην Αίγυπτο διακόπτεται και η σχέση του νησιού με την Αλεξάνδρεια. Έτσι, τελειώνει κάθε εμπορική αναφορά της Άνδρου προς τα ανατολικά.
Συγχρόνως παρατηρείται μια εσωτερική αποδημία καθώς οι κάτοικοι των δύσβατων και ορεινών χωριών, του Αμμόλοχου και της Άρνης, στα βόρεια του νησιού εποικίζουν αντιστοίχως το Γαύριο και το Μπατσί.
Συνοψίζοντας, όσοι ήρθαν και έζησαν στην Άνδρο άφησαν τα ίχνη τους. Ίχνη που σταδιακά μέσα στον χρόνο σταδιακά ενοποιήθηκαν. Σε αυτή την κοινωνική ενοποίηση συνέβαλαν οι ανάγκες της καθημερινότητας, οι πιέσεις του περίγυρου, οι ιδιομορφίες της ενδοχώρας, οι ιδιοτυπίες της κοινωνίας. Η ενοποίηση συνέκλινε γύρω από τρία βασικά πολιτισμικά στοιχεία:
(α) Την ελληνική γλώσσα. Τα ιταλικά και τα φράγκικα των αρχόντων της Βενετοκρατίας υποχώρησαν και χάθηκαν. Ο περιορισμένος αριθμός των δυτικής καταγωγής οικογενειών που εγκαταστάθηκαν στο νησί μετά το 1205, καθώς και οι καθημερινές ανάγκες, οδήγησαν σε άμεση σχέση με τους πολυπληθείς χωρικούς, οι οποίοι μιλούσαν ελληνικά. Έτσι, σταδιακά επικράτησαν τα ελληνικά των χωρικών. Επίσης και τα αρβανίτικα που μιλούσαν οι Αρβανίτες των μέσων χρόνων έσβησαν και αυτά σταδιακά μετά την απελευθέρωση.
(β) Την ορθόδοξη θρησκεία. Παρά τις κατά καιρούς θρησκευτικές διαφορές που υπήρξαν στο νησί (καθολικοί-ορθόδοξοι) και παρά το γεγονός πως η Άνδρος βρέθηκε άλλοτε υπό τους καθολικούς και άλλοτε υπό τους μουσουλμάνους τελικά επικράτησε παντού η ορθοδοξία.
(γ) Τα κοινά έθιμα και έθιμα. Όσοι έζησαν στο νησί συνεισέφεραν στη διαμόρφωση της παράδοσης, των ηθών και των εθίμων. Άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο. Όμως σταδιακά επήλθε μια πολιτισμική σύγκλιση ή οποία επιτεύχθηκε μέσα από μια ανεπτυγμένη ανεκτικότητα, αλλά και μια ιδιότυπη κοσμικότητα και ανεκτικότητα που εισήγαγαν στο νησί οι Βενετοί και οι Φράγκοι.
Η Ανδριώτικη αποδημία σε αριθμούς από τον 19ο στον 20ο αιώνα
Από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι σήμερα το «ταξιδεύειν» και «οικονομείν» έγινε βίωμα σε αυτή την ιδιότυπη αγροτική κοινωνία. Η σχέση των Ανδριωτών με την θάλασσα υπήρξε εξαρχής ιδιότυπη. Οι Ανδριώτες ήταν νησιώτες, αλλά ήταν στενά δεμένοι με τη γη τους. Ως νησιώτες ήξεραν από καιρούς. Ήξεραν τους ανέμους και γνώριζαν τα τερτίπια της θάλασσας. Όμως δεν αφέθηκαν μαζί της. Ήταν συνηθισμένοι στη βουή και την αντάρα της. Δεν τους τρόμαζε. Αλλά δεν έγιναν ποτέ ψαράδες ούτε κολυμβητές. Όμως, όταν τους δόθηκε η ευκαιρία έγιναν ναυτικοί και καραβοκύρηδες. Και ξανοίχτηκαν στους μεγάλους ωκεανούς: Με ιστιοφόρα, με ατμόπλοια, με υπερωκεάνια. Και πέτυχαν. Αν και απέτυχαν εντελώς να φτιάξουν στην Άνδρο ένα σωστό λιμάνι.
Και κατά το πρώτο ήμισυ του 20ου αιώνα ο πληθυσμός του νησιού εξακολουθεί να παραμένει σταθερός, κυμαινόμενος ανάλογα με την περίοδο από 17.000 μέχρι 18.000 κατοίκους. Όμως, σταθερή είναι και η μεταναστευτική έξοδος κυρίως από τις αγροτικές περιοχές. Όμως, αυτή την περίοδο το μεταναστευτικό ρεύμα κατευθύνεται προς Αθήνα και Αμερική. Οι περιοχές από όπου προέρχονται οι μετανάστες είναι κυρίως τα αγροτικά χωριά Κόρθι, Αηδόνια, Συνετί, Πιτροφός και Αποίκια.
Στα μέσα του 19ου αιώνα η ανδριώτικη κοινωνία αρχίζει αλλάζει καθώς ορισμένες περιοχές γύρω από την Χώρα στρέφονται προς τη ναυτιλία. Με την κυριαρχία των ατμοπλοίων η Άνδρος στρέφεται προς την θάλασσα περισσότερο αποφασιστικά και σημαντικό μέρος των κατοίκων στη διάρκεια του πρώτου μισού του 20ου αιώνα αφήνει πλέον τη γη και στρέφεται προς τη ναυτιλία. Η αλλαγή σύνθεσης της κοινωνίας του νησιού, σταδιακά από αγροτική σε ναυτική, αρχίζει να είναι εμφανής σε πολλές περιοχές. Ένα μέρος του αγροτικού πληθυσμού της περιοχής του Κορθίου αποδημεί προς Αμερική αυτή την περίοδο.
Η μείωση της αγροτικής παραγωγής είχε ως αποτέλεσμα την έξοδο από τη νησί μέρους του πληθυσμού. Μια έξοδος η οποία επιταχύνεται κατά τη δεκαετία του 1970. Η σχεδόν εξαφάνιση της αγροτικής Άνδρου στη δεκαετία του 1980, αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, έχει ως αποτέλεσμα την εγκατάλειψη πλήρως ολόκληρων περιοχών του νησιού. Εξαίρεση αποτελεί η κτηνοτροφία, η οποία κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα παρουσιάζει μια μικρή ανάπτυξη. Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού εγκαταλείπει το νησί μεταναστεύοντας στις πόλεις.
Σύμφωνα με τις απογραφές η εξέλιξη του πληθυσμού είναι από 14.705 κατοίκους το 1951 στους 8.500 το 1981. Είναι μια εποχή που αρκετές γεωργικές οικογένειες μεταναστεύουν και πάλι στην Αμερική, ενώ η πλειονότητα των ναυτικών οικογενειών φεύγει για Αθήνα και Πειραιά όπου είναι πλέον η έδρα των μεγάλων ναυτιλιακών εταιρειών. Έτσι, η Άνδρος χάνει το 40% περίπου των κατοίκων της.
Η αποδιάρθρωση της αγροτικής παραγωγής του νησιού μετά το 1980 έχει να κάνει τόσο με το άνοιγμα των διεθνών αγορών, που οδήγησαν στην ελαχιστοποίηση της τιμής των αγροτικών προϊόντων, όσο και με την ταχύτατη αλλαγή του τρόπου ζωής στην Ελλάδα. Έτσι εγκαταλείφθηκαν και οι τελευταίοι παραγωγικοί μπαξέδες στις κατάφυτες κοιλάδες του νησιού. Και η γεωργία, μαζί της και η αγροτική τάξη, που επί αιώνες υπήρξαν η βάση της οικονομίας της Άνδρου έσβησαν οριστικά.
Κάπου εκεί ανάμεσα στην κρίση της γεωργίας, στην απομάκρυνση της ναυτιλίας και στην επιταχυνόμενη μετανάστευση, μεταξύ 1970 και 1980, κάνει τα πρώτα βήματα στο νησί ο τουρισμός. Η Άνδρος άργησε να ανακαλύψει την τουριστική οικονομία, αν και οι πρώτες τουριστικές αναζητήσεις εμφανίζονται αμέσως μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Κάποιοι οξυδερκείς είχαν διαβλέψει το μέλλον του τουρισμού.
Η στροφή προς τον τουρισμό στρέφει την Άνδρο και πάλι προς δυσμάς, καθώς αναπτύσσεται το καραβοστάσι του Γαυρίου σε βασικό λιμάνι του νησιού μετά το 1960. Η μέχρι τότε αποψιλωμένη βόρεια και δυτική Άνδρος αναβιώνει πάλι. Ο πληθυσμός του νησιού αυξάνει σταδιακά φτάνοντας το 1991 στους 8.781 κατοίκους και το 2001 τους 10.009. Είναι η πρώτη αντίστροφη πορεία και φυσικά σχετίζεται με τον τουρισμό και τη δυτική πλευρά του νησιού.
Οι ανδριώτες ναυτικοί και η αποδημία…
Ανάμεσα στην αποδημία και στη μετανάστευση κινήθηκαν για 200 περίπου χρόνια οι ανδριώτες ναυτικοί. Πολλές είναι οι ιστορίες που έχουν προσπαθήσει να συνθέσουν κατά καιρούς την μεγάλη Ιστορία των ναυτικών. Αρκετά και τα μυθιστορήματα που γράφτηκαν για τη ναυτική αναφορά του νησιού. Όμως λίγο εστιάζουν σε αυτούς που ανέδειξαν την Άνδρο σε ναυτική δύναμη και που την ταξίδεψαν στους ωκεανούς. Και αυτοί ήταν και είναι οι άνδρες ναυτικοί.
Ο λόγος για άνδρες που συχνά ξεπέρασαν τους εαυτούς τους αψηφώντας, θέλοντας και μη, τους δύσκολους καιρούς της θάλασσας, την απέραντη μοναξιά του ωκεανού, το ερωτικό αδιέξοδο των κυμάτων. Αυτούς που μέσα σε σκληρές συνθήκες «με τον χάρο ‘γίναν φίλοι» επιβιώνοντας άλλοτε στη φλογισμένη λαμαρίνα του Περσικού κόλπου και άλλοτε στην κρυσταλλιασμένη λαμαρίνα του Βόρειου Ωκεανού. Άνδρες που ναυάγησαν στα αλήθεια. Όχι αλληγορικά ή ποιητικά.
Σημειωση: Ακόμα θυμάμαι τις ιστορίες που έλεγε ο ναυτικός πατέρας μου. Είχε τρία ναυάγια. Μου έλεγε γι’ αυτό της Βόρειας Θάλασσα στον μεσοπόλεμο: « Ήρθε το νορβηγέζικο μέσα από την ομίχλη και μας έκοψε στη μέση. Όσοι κοιμόντουσαν στο κομοθέσιο της πλώρης χάθηκαν. Όσοι είχαμε βάρδια στις μηχανές και στη γέφυρα σωθήκαμε. Λειτούργησαν τα στεγανά. Και πρόλαβε ο Νορβηγός και μας μάζεψε. Δεν έχει σημασία που δεν ήξερα κολύμπι. Έτσι κι αλλιώς αν βουτάγαμε στη θάλασσα θα παγώναμε»…