Παγκόσμιο Κύπελο 2014: Μια διαφορετική αναδρομή
Το διεθνές ποδόσφαιρο και τα ΜΜΕ (1930-1960)
Μια άλλη εποχή με άλλα μέσα επικοινωνίας
Με αφορμή το Παγκόσμιο Κύπελο της Βραζιλίας δημοσιεύουμε το 5ο κεφάλαιο από το βιβλίο ΣΠΟΡ & ΜΜΕ των Διαμαντή Μπασαντή και Θύμιου Ζαχαρόπουλου - εκδόσεις Οδυσσέας Αθήνα, 2008. Στη συνέχεια θα δημοσιεύσουμε και επόμενα κεφάλαια της μελέτης για το ποδόσφαιρο του επικοινωνιολόγου Δ. Μπασαντή φτάνοντας μέχρι τις μέρες μας.
Η διεθνοποίηση του ποδοσφαίρου ήταν ένα μέρος της διεθνοποίησης όλων των σπορ. Και φυσικά η διεθνοποίηση των σπορ ήταν μέρος μιας γενικότερης διεθνοποίησης των αγορών, του εμπορίου και της εργασίας, όπως αυτή εξελίχθηκε κατά τον 20ο αιώνα. Το διεθνές πλαίσιο για το ποδόσφαιρο διαμορφώνεται με την ίδρυση της Διεθνούς Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου (FIFA), το 1904.
Όμως, οι συνθήκες της διεθνοποίησης στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν πολύ δύσκολες (αργές μεταφορές, περιορισμένες επικοινωνίες κλπ) και δεν βοήθούσαν στη διεθνοποίηση του ποδοσφαίρου.
Η FIFAιδρύθηκε το Μάιο του 1904 από τις ομοσπονδίες του Βελγίου, της Δανίας, της Γαλλίας, της Ολλανδίας, της Ισπανίας, της Σουηδίας και της Ελβετίας. Οι Άγγλοι προσχώρησαν τον Απρίλιο του 1905, αλλά το 1919 αποχώρησαν (16). Το πρώτο παγκόσμιο κύπελο ποδοσφαίρου διοργανώθηκε από την FIFA26 χρόνια από την ίδρυση της, το 1930. Μέχρι τη δεκαετία του 1950 το παγκόσμιο κύπελο ήταν ο μόνος ουσιαστικά διεθνής ποδοσφαιρικός θεσμός και όλα τα παγκόσμια κύπελα που διεξήχθησαν μέχρι τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο είχαν περιορισμένη συμμετοχή ομάδων.
Κατά το πρώτο ήμισυ του 20ου αιώνα υπήρξε μια αργή πορεία διεθνοποίησης της οικονομίας και της κοινωνίας και αντιστοίχως αργή ήταν και η διεθνοποίηση του ποδοσφαίρου. Για το λόγο αυτό ο αριθμός των χωρών που λάμβαναν χώρα στα πρώτα μεγάλα αθλητικά γεγονότα ήταν περιορισμένος. Για παράδειγμα στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, το 1896, όπως και στο πρώτο παγκόσμιο κύπελο ποδοσφαίρου της Ουρουγουάης, το 1930, ήταν πάρα πολύ δύσκολο να προσελκύσουν αθλητές και ομάδες από μακρινές χώρες και δεν είναι τυχαίο πως και στις δύο περιπτώσεις συμμετείχαν μόνο 13 χώρες. Τα ταξίδια ήταν δύσκολα και πολυήμερα, η επικοινωνία ήταν αργή λόγω του περιορισμένου και αργού επικοινωνιακού δικτύου και οι διεθνείς συναντήσεις αποτελούσαν περισσότερο τοπικά γεγονότα με κάποια διεθνή εκπροσώπηση.
Σύμφωνα με τους κυριότερους μελετητές των σπορ οι απαρχές της σύγχρονης διεθνοποίησης τους ανιχνεύεται στα τέλη του 19ου αιώνα. Μεταξύ 1880 και 1925 είναι η πρώτη γόνιμη περίοδος όπου δημιουργήθηκαν οι πρώτες διεθνείς αθλητικές ομοσπονδίες. Τότε άρχισαν να διεξάγονται και οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες, που άνοιξαν το δρόμο των σύγχρονων διεθνών αθλητικών συναντήσεων (17).
Μεταξύ των δύο παγκοσμίων πολέμων, χάρη στην εξέλιξη της οικονομίας και της τεχνολογίας οι διεθνείς αθλητικές συναντήσεις έγιναν τακτικότερες και ξεκίνησαν οι πρώτες διεθνείς συναντήσεις και στο ποδόσφαιρο. Και όλα πολλαπλασιάστηκαν αμέσως μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο όταν πλέον ξεκίνησαν τα τακτικά αεροπορικά ταξίδια και άρχισε να μπαίνει στη ζωή των δυτικών κοινωνιών η τηλεόραση.
Ειδικότερα, μεταξύ 1930 και 1940 καθιερώνονται τα πρώτα μεγάλα διεθνή αθλητικά γεγονότα, τα οποία και αποκτούν διεθνές ακροατήριο. Τότε ξεκινούν τα παγκόσμια κύπελα ποδοσφαίρου (1930) και οργανώνονται για πρώτη φορά σε νέα βάση οι Ολυμπιακοί Αγώνες (1936). Μάλιστα οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Βερολίνου αποτελούν το σημείο αναφοράς για τον εκσυγχρονισμό (τελετουργία, διεθνοποίηση επικοινωνιών, ραδιοφωνική μετάδοση, κινηματογράφηση κλπ) των μεγάλων διεθνών αθλητικών γεγονότων. Και αυτό έγινε δυνατό χάρη στον έντονο συμβολικό και επικοινωνιακό χαρακτήρα, καθώς και στη μεγάλη συμμετοχή, που επιδίωξε το χιτλερικό καθεστώς με στόχο να προβάλει στον κόσμο τη νέα Γερμανία.
Κατά την μεσοπολεμική περίοδο το ποδόσφαιρο αρχίζει να εξελίσσεται επί το θεαματικότερο τόσο από πλευράς κανονισμών (π.χ. το 1925-26 άλλαξε ο κανονισμός του οφσάιντ από τρεις σε δύο αμυντικούς) με αποτέλεσμα των τριπλασιασμό σε μια χρονιά των γκολ και άρχισαν τα πρώτα συστήματα να εμφανίζονται που έκαναν το σπορ περισσότερο στρατηγικό (π.χ. ο Χέρμπερτ Τσάπμαν, ο πρώτος επαγγελματίας προπονητής στη ιστορία του ποδοσφαίρου, δημιούργησε στην Άρσεναλ το σύστημα με τους τρεις κεντρικούς αμυντικούς) εξισορροπώντας την άμυνα με την επίθεση (18).
Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η οικονομική διεθνοποίηση προχώρησε γρήγορα, καθώς συνδυάστηκε με την εξέλιξη της τεχνολογίας και την ταχύτατη άνοδο της οικονομίας (αεροπορικές μεταφορές, ασύρματες και ενσύρματες επικοινωνίες κλπ) γεγονός που οδήγησε μέσα σε δύο δεκαετίες και στη διεθνοποίηση της κουλτούρας. Η εξέλιξη αυτή συνέβαλε ώστε να δημιουργηθεί κατά τις δύο πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες ένα διεθνές ηλεκτρονικό επικοινωνιακό σύστημα πάνω στο οποίο ήρθε και «ακούμπησε» το ποδόσφαιρο, αλλά και τα άλλα σπορ.
Εξετάζοντας και τον χώρο του ποδοσφαίρου μετά τον Πόλεμο βρίσκουμε μια σειρά σημαντικών γεγονότων που διεύρυναν το διεθνές πεδίο αναφοράς του και έφεραν το ποδόσφαιρο στη νέα εποχή. Για παράδειγμα η Εθνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία της Αγγλίας έσπασε τον μέχρι τότε απομονωτισμό των βρετανικών νησιών και ξαναέγινε μέλος της FIFAτο 1946. και μάλιστα συμμετείχε το 1950 για πρώτη φορά σε παγκόσμιο κύπελο (στα προκριματικά αποκλείστηκε με 1-0 από τις ΗΠΑ). Ακόμα, το 1950 γίνεται και το πρώτο μεταπολεμικό παγκόσμιο κύπελο στη Βραζιλία. Και αυτό το παγκόσμιο κύπελο έχει τα προβλήματα που είχαν και τα προηγούμενα (δυσκολία μετακίνησης, αποσύρσεις ομάδων, κλπ)
Από τα ΜΜΕ υπήρχαν κάποια κινηματογραφικά στιγμιότυπα, οι ραδιοφωνικές μεταδόσεις και οι φωτογραφίες.
Το πρώτο γκολ των Γερμανών στον τελικό του 1954 - Δ.Γερμανία-Ουγγαρία 3-2
Έτσι, ουσιαστικά ήταν το παγκόσμιο κύπελο του 1954 στην Ελβετία όπου το ποδόσφαιρο εισήλθε στη σύγχρονη περίοδο. Αυτό συμβαίνει γιατί αρχίζει πια να γίνεται πιο σωστή προετοιμασία των ομάδων (η Εθνική Ουγγαρίας ήταν η πλέον προετοιμασμένη ομάδα), επετράπη η συμμετοχή όλων (συμμετέχει και η Εθνική Γερμανίας μετά τον πόλεμο), διευρύνεται ο χώρος της επικοινωνίας (η τηλεόραση μπαίνει για πρώτη φορά στο γήπεδο). Το 1954 το ραδιόφωνο (που ήδη είχε μπει στους αγωνιστικούς χώρους) μετέδωσε τους αγώνες σε ένα ευρύτατο ακροατήριο στην Ευρώπη. Όμως, μετά από συμφωνία μεταξύ του προέδρου της Ελβετικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας και του προέδρου της επιτροπής προγράμματος της EBU(EuropeanBroadcastingUnion), γίνεται και η πρώτη τηλεοπτική κάλυψη ποδοσφαιρικών αγώνων.
Μια άλλη εποχή πολύ πριν τις θεαματικές απονομές της τηλεόρασης.
Το παγκόσμιο κύπελο του 1954 απονέμεται στον αρχηγό της Δ. Γερμανίας Φριτς Βάλτερ.
Στην EBUεκείνη την εποχή συμμετείχαν 7 μόνο χώρες (Βέλγιο, Ολλανδία, Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία και Ελβετία). Η διεύθυνση της EBUπρόσφερε το ποσό των 2.500 δολαρίων ΗΠΑ ή 10.000 ελβετικών φράγκων (για τυχόν απώλειες εισιτηρίων) στη FIFAγια να έχει το δικαίωμα να μεταδώσει τους αγώνες. Οι τηλεοπτικοί δέκτες εκείνη την εποχή ήταν λίγοι. Υπολογίζεται πως το 1950 υπήρχαν περίπου 5 εκατομμύρια τηλεοπτικοί δέκτες στη Βρετανία, στις ΗΠΑ και στην ΕΣΣΔ (19). Και το 1954 υπολογίζεται πως θα είχαν αυξηθεί και με την προσθήκη των άλλων χωρών της EBU. Παρά την περιορισμένη διάδοση της τηλεόρασης το Παγκόσμιο Κύπελο του 1954 έμεινε στην ιστορία ως το πρώτο στο οποίο μεταδόθηκαν απευθείας τηλεοπτικά αγώνες ποδοσφαίρου.
Ο Φέρεντς Πούσκας, ο μεγάλος πρωταγωνιστής του παγκοσμίου κυπέλου του 1954
Τέλος, το 1954 έχουμε και την αφετηρία για μια σύγκλιση του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου γιατί τότε ιδρύθηκε η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου (UEFA). Το 1955. με πρωτοβουλία της γαλλικής αθλητικής εφημερίδας L’ Equipe, η UEFAξεκινά και το πρώτο Κύπελο Πρωταθλητριών Ομάδων Ευρώπης, το οποίο και κατέκτησε στο τέλος της περιόδου 1955-56 η Ρεάλ Μαδρίτης (20). Χρειάστηκαν, δηλαδή, 50 ολόκληρα χρόνια για να γίνει το πιο αποφασιστικό βήμα για τη διεθνοποίηση του ποδοσφαίρου με τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού πρωταθλήματος σε ετήσια βάση. Από το 1959 μέχρι σήμερα στο Κύπελο αυτό συμμετέχουν ανελλιπώς και οι ελληνικές ομάδες.
Μέχρι το 1960 στο ποδόσφαιρο, όπως και σε όλα τα άλλα σπορ, κυριαρχούν οι «ερασιτεχνικές πατερναλιστικές εθελοντικές διοικητικές δομές». Για το λόγο αυτό δεν υπήρξε καμία επιχειρηματική προσέγγιση στον αθλητισμό. Μάλιστα απαγορευόταν ρητά κάθε εμπορική χρήση του αθλητισμού (21). Μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες υπήρχε επαγγελματικός αθλητισμός και αυτός σε ορισμένα σπορ. Ενδεικτική των αντιλήψεων της εποχής είναι πως στη Βρετανία, μια χώρα που απέκτησε αρκετά νωρίς επαγγελματικά σπορ, το ποδόσφαιρο πέρασε στον καθαρό επαγγελματισμό μόλις το 1960.
Στην έγχρωμη τηλεοπτική εποχή.
Ο αρχηγός της Εθνικής Αγγλίας Μπομπυ Μουρ πανηγυρίζει το παγκόσμιο κύπελο του 1966 μετά τον τελικό Αγγλίας-Γερμανίας 4-1
Εκείνο που μαζί με τον επαγγελματισμό έκανε τη διαφορά στη δεκαετία του 1960 ήταν η εξέλιξη των επικοινωνιών (πολλαπλασιασμός τηλεοπτικών δεκτών, εμφάνιση βίντεο, έγχρωμη τηλεόραση, λειτουργία επικοινωνιακών δορυφόρων) και η ανάπτυξη των μεταφορών (εμφάνιση στις μεταφορές του αεροπλάνου και κυριαρχία των αεροπορικών ταξιδιών). Σταθμός στη διεθνοποίηση των αθλητικών γεγονότων αποτέλεσαν και οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Τόκιο το 1964 που ήταν οι πρώτοι που μεταδόθηκαν τηλεοπτικά απευθείας σε 39 χώρες.
Με την εξάπλωση του τηλεοπτικού θεάματος, στη δεκαετία του 1960, εμφανίστηκαν οι χορηγοί και οι διαφημιστές, και τα σπορ έγιναν ένα νέο μεγάλο επιχειρηματικό πεδίο δράσης. Οι χορηγοί προσέφεραν αθλητικές εκπομπές στο ραδιόφωνο και στη τηλεόραση και οι διαφημιστές γέμισαν όλα τα κενά των αγώνων με διαφημίσεις. Ήταν μια πρακτική που απλώθηκε σύντομα σε όλη την Ευρώπη. Ενδεικτικό αυτής της εξέλιξης ήταν πως το 1966 στη Βρετανία οι χορηγίες στα σπορ έφτασαν το 1 εκατομμύριο λίρες, το 1970 έφτασαν τα 2,5 εκατομμύρια λίρες, το 1980 τα 46 εκατομμύρια λίρες, το 1983 τα 100 εκατομμύρια λίτρες και το 1989 τα 275 εκατομμύρια περίπου (22).
Συμπερασματικά, αν προσπαθήσουμε να τοποθετήσουμε την Ελλάδα μέσα στα όσα συμβαίνουν διεθνώς στον αθλητισμό μεταξύ 1880 και 1960 θα διαπιστώνουμε πως η χώρα, παρά τα μεγάλα προβλήματα της (μικρή χώρα, οικονομική δυσπραγία, συνεχείς πόλεμοι κλπ), χάρη στη διοργάνωση των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων το 1896, αλλά και στη διοργάνωση και των ενδιάμεσων Ολυμπιακών Αγώνων του 1906, βρέθηκε κάποιες στιγμές στη διεθνή αθλητική πρωτοπορία.
Η ελληνική κινητικότητα στον αθλητισμό αποτυπώνεται τόσο στην ίδρυση του ΣΕΓΑΣ το 1897 όσο στην ίδρυση της ΕΠΟ το 1925, καθώς και στην ίδρυση πλειάδας ιστορικών αθλητικών συλλόγων μεταξύ 1896 και 1925 (κατά σειρά ίδρυσης: Πανελλήνιος, Παναχαϊκή, Πανιώνιος, Ηρακλής Παναθηναϊκός, Απόλλων, Άρης, ΑΕΚ, ΠΑΟΚ, Ατρόμητος Αθηνών, Εθνικός Πειραιώς, Ολυμπιακός Πειραιώς κλπ).
Όμως, παρά την κινητικότητα το ελληνικό ποδόσφαιρο έμεινε πίσω από τις διεθνείς εξελίξεις καθώς δεν υπήρχε σωστή αγωνιστική οργάνωση και υποδομές. Για παράδειγμα το υποτυπώδες ελληνικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου από το 1926 μέχρι το 1960 χαρακτηριζόταν από έλλειψη σωστών ποδοσφαιρικών γηπέδων, λίγους αγώνες, περιορισμένο ανταγωνισμό, κυριαρχία του κέντρου επί της περιφέρειας με όλα τα μέσα κλπ. Όλα αυτά αποτυπώνονται ανάγλυφα και στους όποιους διεθνείς αγώνες με τα άσχημα αποτελέσματα των ομάδων και της Εθνικής Ελλάδος.
Ο Διαμαντής Μπασαντής διδάσκει επικοινωνία στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου. Ο Θύμιος Ζαχαρόπουλος είναι πρύτανης στο αμερικάνικο πανεπιστημιακό κολέγιο Derree.
Το βιβλίο παρουσιάστηκε από τους συγγραφείς στο διεθνές συνέδριο του Popular Culture Association στη Νέα Ορλεάνη την άνοιξη του 2009.