Μια άλλη ανάγνωση της Ιστορίας της Άνδρου
Του Νικολού Βογιαζίδη
O καθηγητής Νικολός Βογιαζίδης (Φωτογραφία και κείμενο από την παρουσίαση του βιβλίου Λατινοκρατία στην Άνδρο, Χώρα Άνδρου, 13/8/2014).
Τι έχει κάνει σε πρώτο επίπεδο στο έργο του Λατινοκρατία στην Άνδρο: Κάστρα, Πύργοι, Εκκλησίες και Φέουδα ο Νίκος Βασιλόπουλος; Έχει προβεί στη λεπτομερή καταγραφή του σωζόμενου κτηριακού αποθέματος της Άνδρου της εποχής της λατινοκρατίας, σε συνδυασμό με πληροφορίες για το κοινωνικό, πολιτικό και παραγωγικό περιβάλλον στο οποίο αναπτυχθήκαν. Μεθοδικά εντάσσει τα κτίσματα στην πενταπλή τυπολογία οχυρωματικών έργων / πύργων, κατοικιών εκκλησιών, αγροτικών κτισμάτων και οδικών έργων – με τα κάστρα να καλύπτουν συνήθως τους δύο πρώτους τύπους, είναι και οχυρωματικά έργα και κατοικίες των αρχόντων χωροδεσποτών. Και αυτά τα κτίσματα τα εξετάζει σε σχέση με τα 12 τιμάρια στα οποία έχει διαιρέσει τη λατινοκρατούμενη Άνδρο ο πρώτος ηγεμόνας της, Μαρίνο Δάνδολο, και τις υποδιαιρέσεις αυτών με τους αντίστοιχους ελάσσονες άρχοντες και τοποτηρητές τους.
Ο Βασιλόπουλος έχει γυρίσει το νησί από άκρη σε άκρη, είναι ίσως ο μόνος που έχει περιηγηθεί τόσο πολύ τις βουνοπλαγιές της Άνδρου χωρίς να κρατάει δίκαννο. Αντίθετα, με το σημειωματάριό του και τη φωτογραφική μηχανή κατέγραψε τις λεπτομέρειες του δομημένου χώρου, κτήρια που κάποια παραμένουν εγκαταλειμμένα αλλά αναλλοίωτα ως προς τα μορφολογικά τους χαρακτηριστικά, άλλα που έχουν υποστεί σημαντικές τροποποιήσεις, άλλα εντελώς ερειπωμένα και κάποια των οποίων δεν παραμένουν παρά τα θεμέλια.
Σε πρώτη προσέγγιση, η Λατινοκρατία στην Άνδρο αποτελεί ένα πλήρες κείμενο αναφοράς (reference text), όπου περιγράφονται επισταμένα τα κτίσματα της εποχής. Αυτό επιτυγχάνει και ο Νικολάους Πέβσνερ στους 46 τόμους που έχει συγγράψει περιγράφοντας το κτηριακό απόθεμα του κάθε νομού της Αγγλίας [1]. Όμως το πόνημα του Βασιλόπουλου είναι κάτι πολύ παραπάνω από κείμενο αναφοράς. Ξεκινώντας από τις πέτρες, τα θεμέλια, τα ερείπια, τα μεταλλαγμένα κτίσματα, και έχοντας μελετήσει την ιστοριογραφία της περιόδου και περιοχής, αναπτύσσει ένα ολιστικό ιστοριογραφικό έργο όπου παρουσιάζεται συνολικά η ιστορία της λατινοκρατούμενης Άνδρου, η κοινωνία της, η οικονομία, η πολιτική και οι εξωτερικές της σχέσεις. Λειτουργεί επαγωγικά, ξεκινώντας από το ειδικό, και ποτίζοντάς το στις γνώσεις που έχουμε για το ιστορικό περιβάλλον, καταλήγει σε ερμηνείες και έννοιες. Μία μέθοδος που εξασφαλίζει με τον καλύτερο τρόπο την αντικειμενικότητα του εγχειρήματός του. Αντίστοιχη μέθοδο ακολουθεί, θα λέγαμε, και ο Παπαρρηγόπουλος της Άνδρου, ο Δημήτρης Πασχάλης, ο οποίος εστιάζοντας κυρίως σε μια μεταγενέστερη περίοδο, αυτήν της τουρκοκρατίας, μελετά τα επίσημα έγγραφα της εποχής, καταγραφές του μεμονωμένου, ειδικού γεγονότος, και από εκεί καταλήγει σε γενικότερα συμπεράσματα.
Χώρα Άνδρου 1717
Η αντικειμενικότητα του Βασιλόπουλου, στεριωμένη στην πέτρα, αλλά και η περίοδος που επιλέγει να μελετήσει, η σκοτεινή περίοδος της ελληνικής ιστορίας, η λατινοκρατία, του επιτρέπουν να αποφύγει ταυτόχρονα και τις βυζαντινολαγνικές αγκυλώσεις και τα παλιγγενεσιακά ιδεολογήματα που τόσο έχουν ταλαιπωρήσει όχι μόνο την ιστοριογραφία, αλλά και την πολιτική, τη συγκρότηση ταυτότητας και την αυτογνωσία της σύγχρονης Ελλάδας. Την ιστορία μιας Ελλάδας της οποίας το κλέος σταματά με την Πρώτη Άλωση και επανέρχεται, σχεδόν ως ευαγγελική φώτιση, άλλωστε η Εθνική Εορτή και η εορτή του Ευαγγελισμού συμπίπτουν, με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό. Το αντίστοιχο για την Άνδρο είναι μια ιστορία που σταματά με τον Νικηφόρο Φωκά και επανενεργοποιείται με τον Θεόφιλο Καϊρη, και τον τελευταίο συχνά αποψιλωμένο από την ουσία της σκέψης του και παρουσιαζόμενο μέσω της επιστολογραφίας της αδελφής του.
Η Λατινοκρατία στην Άνδρο έρχεται να προσφέρει αδιάσειστο πραγματολογικό, αλλά και θεωρητικό, υπόβαθρο σε δύο άλλα κείμενα που επίσης αμφισβητούν τον κυρίαρχο ιστοριογραφικό εθνοκεντρισμό: το μυθιστόρημα του Σταμάτη Καμπάνη, Γυρισμός στην Άνδρο [2], και το τελευταίο βιβλίο ιστορίας του νησιού, Η Άνδρος Μέσα στον Χρόνο, των Σταμάτη Καμπάνη και Διαμαντή Μπασαντή [3]. Τα κτίσματα που περιγράφει και οι ερμηνείες που μας παραθέτει ο Βασιλόπουλος δίνουν φωνή στην αποσιωπημένη ιστορία μας. Παρουσιάζουν σε όλους μια Άνδρο ασύγκριτα πλουσιότερη, πολιτισμικά, κοινωνικά, παραγωγικά, από αυτήν που έχει επικρατήσει να γνωρίζουμε, μια Άνδρο συνύπαρξης διαφορετικών εθνοτικών (και όχι βέβαια εθνικών, στο βαθμό που η δημιουργία των εθνών έπεται κατά πολύ της λατινοκρατίας), γλωσσικών και θρησκευτικών ομάδων, μια Άνδρο της ετερότητας που εξασφάλιζε την ενότητά της συντεταγμένη απέναντι στο διπλό "απώτερο άλλο" της απειλής των πειρατικών επιδρομών και της Οθωμανικής επιβουλής. Στους "ταξιδευτές" Ανδριώτες, η Λατινοκρατία στην Άνδρο προσφέρει και την "επιστροφή" στους προγόνους, στη γνώση του παρελθόντος που επιτρέπει την πληρέστερη αναγνώριση της ταυτότητας του παρόντος.