Τα ιστιοφόρα της Άνδρου

Τα ιστιοφόρα της Άνδρου

Του Νίκου Τ.  Βασιλόπουλου, αρχιτέκτονα D.P.L.G.

Η Άνδρος, το δεύτερο σε έκταση νησί των Κυκλάδων, είχε το θείο δώρο να διαθέτει άφθονα νερά. Έτσι από τα βάθη των αιώνων υπήρξε αγροτικό νησί. Από τον σκοτεινό μεσαίωνα και την Φραγκοκρατία αναδύεται με γεωργική, σχεδόν, αποκλειστικά απασχόληση.

Στην Φραγκοκρατία, από το 1212 έως το 1566, οφείλει να διαθέτει 1 ή 2 πολεμικές γαλέρες στον δούκα της Νάξου στον οποίο ήταν υποτελής. Στην γνωστή γκραβούρα του Tournefort (1700) το Κάτω Κάστρο παρουσιάζεται με γαλιότες να προσορμούν στο Παραπόρτι με την πολύ μεγαλύτερη τότε θαλάσσια λεκάνη του.

Η, από τα βυζαντινά κιόλας χρόνια, καλλιέργεια της σηροτροφίας και η κατασκευή υποτυπωδών μεταξένιων προϊόντων, αποτελούν το πρώτο μόνιμο αλλά πολύ περιορισμένο λόγο, απασχολήσεως στη ναυτιλία. Αυτό συνέβαινε επί αιώνες χωρίς να διαφοροποιεί τα ναυτιλιακά μεγέθη. Θα πρέπει να φθάσωμε στις ευεργετικές συνέπειες της Ρωσοτουρκικής Συνθήκης του Κιουτσούκ-Καϊναρτζί το 1774, οπότε η ναυτιλία αναπτύσσεται και στην Άνδρο κυρίως για την μεταφορά λεμονιών και άλλων αγροτικών προϊόντων προς την Κωνσταντινούπολη, την Μαύρη Θάλασσα, αλλά και την Μεσόγειο κυρίως στην Μασσαλία.

Η επανάσταση, στην οποία συμμετέχει η Άνδρος αποτελεί διάλειμμα στην εξέλιξη, η οποία κατόπιν συνεχίστηκε ραγδαία. Ήδη το 1813 ο Γάλλος περιηγητής FrancoisCharlesdePouquevilleο οποίος κατάρτι- σε πίνακα λιμανιών και ναυτικών περιοχών όπου επί συνόλου 615 καραβιών 153.580 τόννων, η Άνδρος ερχόταν πέμπτη με 40 καράβια 2.800 τόννων.

Η ναυπήγησή τους πραγματοποιούταν εν μέρει στην Άνδρο, με ναυπηγούς μη Ανδριώτες, αλλά συχνότατα αλλού και κυρίως στους ταρσανάδες της Σύρου. Η ξυλεία ήταν σχεδόν πάντοτε εισαγόμενη από τις βόρειες Σποράδες.

Η συγκυριακή καταστροφή του Κάτω Κάστρου το 1672, από τον διαβόητο Γάλλο πειρατή  HuguesdeCreveliersεπέφερε, την ερήμωση της Χώρας για σχεδόν 70 χρόνια αφενός, αλλά και επέτρεψε την βραδεία επανακατοίκησή της αφετέρου, από μη άρχοντες εμπορευόμενους και ναυτικούς τις πρώτες δεκαετίες του 18ου αι. Συντελέστηκε  έτσι μία ταξική διαφοροποίηση με τους ρεϊζηδες(καπετάνιους) και καραβοκυραίους να εμπλέκονται στα κοινά της Χώρας και της Άνδρου και να την στρέφουν αργά, αλλά σταθερά στο, δια της θαλάσσης, εμπόριο.

Ανάμεσα στα 1843-58 ναυπηγήθηκαν στην Άνδρο 71 σκάφη 1.210 τόννων : 4 μπρίκια, 1 γολέτα, 6 μπομπάρδες, 1 σακκολέβα, 4 μπρατσέρες, 1 τρεχαντήρι, 12 τσερνίκια, 24 περάματα, 7 τράτες και 11 βάρκες, στο Νημπορειό, στο Παραπόρτι, στα Γιάλια, στον Γιαλό του Κορθίου και στο Γαύριο. Την ίδια περίπου περίοδο στην Άνδρο, οι ναυτικοί απαριθμούνται σε 1037, οι γεωργοί σε 1.809 και οι μικροκτηματίες σε 1.780.

Το 1843 η Άνδρος είχε 126 καράβια 7.842 τόννων, η Σύρος 519 καράβια 45.905 τόννων, η Μύκονος μαζί με την Τήνο 116 καράβια 4.974 τόννων. Αργότερα το 1878 αναφέρεται ότι η Άνδρος είχε 56 καράβια 11.463 τόννων και άλλα νηολογημένα αλλού.

Στον χώρο της ναυτιλίας πρωτοστατεί η Χώρα και ακολουθούν οι Στενιές. Από ένα κατάλογο του 1886 σε 39 σκάφη, τα 23 ήταν Χωραϊτών, 12 Στενιωτών, 1 Κορθιανού δύο άλλων Ανδριωτών και ενός ξένου.

Η εξέλιξη επέβαλε την ναυπήγηση όλο και μεγαλυτέρων ιστιοφόρων που όργωναν την Μεσόγειο, την Μαύρη Θάλασσα και την Αζοφική, απ’ όπου δημιουργήθηκε το πρώτο σημαντικό κεφάλαιο. Γρήγορα μεγαλύτερα πλοία ταξίδεψαν στον Ατλαντικό, μέχρι τις ΗΠΑ, Αργεντινή, αλλά και τις Ινδίες και την Αυστραλία.

Τα χρόνια και προπαντός η τεχνολογική εξέλιξη προχώρησαν και φθάσαμε στα τέλη του 19ου αιώνα οπότε εμφανίσθηκε δυναμικά η ατμήρης ναυτιλία. Οι μέρες των καραβιών ήταν μετρημένες. Οι Ανδριώτες γρήγορα καταλαβαίνουν την αξία και την ποιοτική αλλαγή που συντελείται και σύντομα στρέφονται στα βαπόρια με ξένα κατ΄ αρχάς κεφάλαια. Το μέλλον θα τους δικαιώσει για την επιλογή τους.

Τέλος να πούμε ότι η ναυτιλία δημιούργησε μία νέα κοινωνική σχεδόν συμπαγή τάξη αστών που έτεινε να μετατρέψει την Χώρα από απλό κυκλαδικό οικισμό σε πόλη, σε άστυ, με ευθείς δρόμους, πλατείες, κρήνες και μνημεία. Η αρχιτεκτονική γρήγορα ξέφυγε από τα παλαιά κυκλαδικά πρότυπα και υιοθέτησε προνεοκλασσικά και κατόπιν νεοκλασσικά πρότυπα της Σύρου, του Πειραιά, και άλλων πόλεων ελληνικών αλλά και ευρωπαϊκών. Η ταχεία ανάπτυξη της ναυτιλίας γρήγορα και νομοτελειακά απομάκρυνε τους μεγαλύτερους εφοπλιστές αφήνοντας την Χώρα σε κατάσταση ανολοκλήρωτης πόλης-άστεως που ούτε κωμόπολη βεβαίως είναι αλλά ούτε ολοκληρωμένη πόλη. Η Χώρα έμεινε στο πολεοδομικό-αρχιτεκτονικό στάδιο, που η πρώτη δυναμική φάση της ατμήρους ναυτιλίας, τους μεγαλύτερους αντιστοίχως εφοπλιστές, υποχρέωσε να εγκαταλείψουν. Αυτό αποτυπώνεται στο ύφος, και την μορφή της παλαιάς Χώρας, δίνοντας τελεσίδικα την χαρακτηριστική αστική μορφή της.

(Το ανωτέρω κείμενο είναι μέρος από ομιλία του γράφοντος στα εγκαίνια της Καϊρείου Βιβλιοθήκης για τα Ιστιοφόρα του Βαγγέλη Γρυπιώτη. Οι πληροφορίες αντλήθηκαν κυρίως από το έργο του Δημ. Πολέμη για τα ιστιοφόρα της Άνδρου, βραβευμένης από την Ακαδημία Αθηνών)

ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

  1. Σχολιάζετε ως επισκέπτης.
Attachments (0 / 3)
Share Your Location
There are no comments posted here yet
This comment was minimized by the moderator on the site

Συμπ0ληρωματικά στα πολύ ενδιαφέροντα

http://www.steniotes.gr/Documents/People/Doc-TP-Istiofora.htm