ΠΥΡΚΑΓΙΑ ΥΨΗΛΟΥ: Τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται ή όπως τα γράφουν οι απόντες.
Γράφει ο Γιώργος Μπάλλας
Δικηγόρος - Τοπικός Σύμβουλος Χώρας
Η φωτιά ξεκινά πάνω από το Υψηλού
(Ο δικηγόρος και τοπικός σύμβουλος Χώρας ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΛΛΑΣ βρέθηκε στην καρδιά της μάχης με την φωτιά και περιγράφει την προσωπική εμπειρία του από την μεγάλη φωτιά στο Υψηλού. Πως σώθηκε η γιαγιά του, πως εθελόντες και κάτοικοι πάλαιψαν χέρι-χέρι με την κόλαση σώζωντας ότι μπόρεσα. Και μπόρεσαν πολλά. Καταγράφει ονόματα και καταστάσεις. Πως τα ελικόπτερα έσωσαν το 70%-80% δύο καταπράσινων χωριών. Αλλά και ακόμα πως χάθηκαν εκατοντάδες ή μήπως περισσότερα στρέμματα πρασίνου, δέντρων, Το κείμενο εξομολόγηση συνοδεύεται από φωτογραφίες αναγνώστη και δικές μας από την πρώτη γραμμή της μάχης στο Άνω Υψηλού - ΕΝ ΑΝΔΡΩ)
Ακολουθεί ένα κείμενο το οποίο δεν είναι πολιτικό, αλλά είναι μία ιστορία αλήθειας που ίσως κάποιους τους δυσαρεστήσει. Θα αναφερθώ στην πυρκαγιά της 22-6-2024, και θα σας αναφέρω όσα είδαν τα μάτια μου και τίποτα παραπάνω.
Οδηγούσα λοιπόν στην Χώρα της Άνδρου για να πάω στο γραφείο μου, κοιτώντας προς το βουνό είδα έντονο καπνό, σταματώ και βλέπω ότι υπάρχει φωτιά προς Υψηλού, δεν ήμουν σίγουρος όμως και γι αυτό κάλεσα τον παιδικό μου φίλο Γιώργο Μπασαντή ο οποίος μου είπε ότι όντως υπάρχει φωτιά. Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποιώ ότι λόγω ανέμων θα φτάσει στο Μεσαθούρι όπου είναι η κατοικία μου αλλά και η κατοικία της γιαγιάς μου, η οποία δεν μπορεί να μετακινηθεί εύκολα καθώς είναι σε αρκετά μεγάλη ηλικία και 94 κιλά.
Είπα λοιπόν να πάρω τον δρόμο προς τα Λάμυρα, μετά την Αγία Παρασκευή και πηγαίνοντας να ανέβω την ανηφόρα για να βγω στον κεντρικό δρόμο όπου είναι το σπίτι του κύριου Ζουγανέλη, διακρίνω ότι η φωτιά είναι παντού και είμαστε έτοιμοι να εγκλωβιστούμε. Βλέπω τον κύριο Μαλταμπέ στο σημείο και τον κύριο Στρατομήτρο, οι οποίοι μου διευκρίνισαν ότι δεν μπορώ να περάσω με τίποτα. Να σημειωθεί ότι δεν υπήρχε πουθενά πυροσβεστική, ίσως γιατί ήταν τα πρώτα λεπτά που ξέσπασε η πυρκαγιά. Έπρεπε όμως να βρω τρόπο να πάρω την γιαγιά μου από το σπίτι. Ήμουν σίγουρος ότι θα μας ειδοποιήσουν για εκκένωση.
Φτάνουν τα δύο πρώτα ελικόπτερα. Το ένα μετά το άλλο στο μέτωπο πάνω από την οικία Μποζάκη στο Άνω Υψηλού. Εδώ το ελικόπτερο κάνει την πρώτη ρίψη στις 14:12. Προηγήθηκε ένα 3-4 λεπτά νωρίτερα. Από κάτω η πυροσβεστική επιχειρεί με όχημα στο σημείο. Πολλοί κάτοικοι της περιοχής παρακολουθούν ανήσυχοι για την εξέλιξη της φωτιάς.
Σκέφτηκα ότι αν σταματήσω στην Αγία Παρασκευή και πάει η πυρκαγιά προς Λάμυρα, θα εγκλωβιστούμε εκεί, καθώς ο δρόμος είναι στενός και δεν θα περνάνε τα αμάξια. Έπρεπε λοιπόν να πάω στο Μεσαθούρι από τις Μένητες, όπως και έκανα. Είχα μιλήσει ήδη με τον πατέρα μου ο οποίος με συμβούλευε να είμαι ψύχραιμος και να προσπαθήσω να ανεβάσω την γιαγιά από τον δρόμο της Σκαμίνας, ο οποίος είναι γύρω στα 120 σκαλιά. Η θεία μου η Κατερίνα Κισιργιανοπούλου με συμβούλεψε να την ανεβάσω σιγά σιγά για να μην πάθει ανακοπή.
Πράγματι λοιπόν έβαλε η δόλια η γιαγιά τρία πράγματα σε μία τσάντα και με περίσσιο θάρρος ξεκίνησε με την μαγκούρα να ανεβαίνει τα σκαλιά. Ανεβήκαμε τελικά με μεγάλη προσπάθεια και κουβαλώντας την καθώς δεν μπορεί να περπατήσει εύκολα. Μέχρι εκείνο το σημείο δεν είχαμε καμία ενημέρωση και δεν είχα δει στον δρόμο κανέναν υπεύθυνο ή κάποιον που να μας δώσει οδηγίες για το τι πρέπει να κάνουμε. Αν δεν ήμουν στην Άνδρο δεν θα υπήρχε κανείς να την μετακινήσει και θα κινδύνευε η ζωή της.
Στη συνέχεια πήγα τη γιαγιά στο Παραπόρτι στο σπίτι της θείας μου και έπρεπε να γυρίσω στο Μεσαθούρι για να βοηθήσω τους συγχωριανούς μου. Στην αρχή ανέβηκα από τα Λάμυρα πάλι, ο δρόμος δεν πήγαινε, πάρκαρα και πήγα από τα μονοπάτια στα Υψηλού, έξω από του Μποζάκη υπήρχε ένα πυροσβεστικό όχημα, ένα ελικόπτερο επιχειρούσε στο βουνό και 5 συγχωριανοί είχαν σπεύσει στο σημείο. Δεν υπήρχε πάλι κανένας άνθρωπος του Δήμου Άνδρου στον χώρο.
Αν δεν ήταν τα ελικόπτερα εκείνη την ώρα η φωτιά θα είχε περάσει από το Άνω Υψηλού προς Στραπουριές. Εδώ μια από τις πρώτες ρίψεις πάνω από το κτίριο του Μποζάκη.
Φεύγοντας, πήγα στο σπίτι στο Μεσαθούρι, πήρα τα φάρμακα της γιαγιάς που ξεχάσαμε πάνω στον πανικό μας και της τα πήγα στη Χώρα από τον δρόμο των Μενήτων. Έφυγα μετά και πήγα στη Φυρρόη, εκεί είδα μόνο πολίτες και τους εθελοντές πυροσβέστες οι οποίοι είχαν σπεύσει στο σημείο και κατέσβησαν τη φωτιά όπως έμαθα από τους ίδιους πολίτες.
Εκεί ρώτησα τον κύριο Χαζάπη, τον αρχηγό των εθελοντών πυροσβεστών για το τι γίνεται στα Χωριά Υψηλού, Μεσαθούρι και Στραπουργιές, ο άνθρωπος ευγενέστατος αν και γινόταν πανικός μού απάντησε ότι υπάρχουν κι εκεί μέτωπα, αλλά δεν ήξερε που ακριβώς. Πραγματικά τον ευχαριστώ πολύ για την εν λόγω συμπεριφορά του.
Έμαθα λοιπόν ότι η φωτιά είναι στο Μετόχι στα Υψηλού και η φωτιά έχει πορεία προς Στραπουργιές-Μεσαθούρι. Έπρεπε να πάω να βοηθήσω. Ανέβηκα με το αμάξι μου ξανά από τον δρόμο των Μενήτων, στο τηλέφωνο είχα κλήσεις από τον Γιάννη Χαλά ο οποίος ήταν σε γειτονικό ακίνητο στο Μεσαθούρι και βοηθούσε με τα νερά. Μου είπε να πάω να δω τι γίνεται αλλά να μην μείνω στο σπίτι γιατί η φωτιά είναι στον Άγιο Νικόλαο. Μόλις το έμαθα, κατάλαβα ότι δεν θα τη γλυτώσουμε, ΑΠΕΛΠΙΣΤΗΚΑ, θα καιγόταν το σπίτι μου, δεν το κρύβω, σκεφτόμουν εκείνη τη στιγμή πως θα βρω το κουράγιο να το χτίσω. Με πήρε τηλέφωνο ο Γιώργος Μπασαντής και μου είπε να ανέβω στον Άγιο Νικόλαο που ήταν εκεί μαζί με τον Νικόλαο Τριγώνη. Πήγα είδα τον θείο μου τον Γιάννη Φιλιππίδη που είναι και πρόεδρος των τεσσάρων χωριών να προσπαθεί να σβήσει εστίες φωτιάς με φτυάρι. Έκανε προσπάθειες ο άνθρωπος με ότι διέθετε, δεν υπήρχε οργάνωση γενικά.
Η μεγάλη φωτιά σπάει στα τρία πέτρινα κτήρια. Στην άκρη στο πέτρινο τοιχίο φούντωσαν και πέρασαν οι φλόγες στο κτήμα Δ.Μπασαντή. Έκαψαν μια 5τονη υδατοδεξαμενή. Κι εκεί την πρόλαβαν οι δύο δασοπυροσβέστες - που εικονίζονται - και την ανέκοψαν σώζοντας κτήμα και σπίτι.
Στον εν λόγω χώρο δεν υπήρχε πυροσβεστική, ένα ελικόπτερο έριχνε από πάνω μας και μας προειδοποιούσε όταν ερχόταν η στιγμή να ρίξει νερό, με τις σειρήνες, για να κάνουμε στην άκρη. Επιχειρούσαμε με φτυάρια και κάτι μάνικες από τις αυλές. Ήμουν εγώ, ο Γιώργος Μπασαντής, Ηλίας Μαραβελής, Πατρίκιος Κωστής, Αλέξανδρος Κωστής, Γιάννης Φιλιππίδης, Θεοχάρης Σπυριδάκης, τα αδέρφια Αστρά, Άγγελος Μαρκουλής, Ιωάννα Παπαδάκου, Αντώνης Παρασύρης και άλλοι πολλοί. Αναζωπύρωνε συνέχεια η φωτιά, καιγόμασταν κατά κυριολεξία, κλαίγαμε από τον καπνό και λουζόμασταν με νερό για να αντέξουμε. Στο σημείο είδα τον Χαράλαμπο Ανύση, μαύρος από τους καπνούς, δεν τον γνώρισα καν. Πυροσβετική δεν υπήρχε εκεί, δεν μπορούν να είναι και παντού όμως, προφανώς οι πυροσβέστες πάλευαν κάπου αλλού και ότι λειψά τους παρέχει η Πολιτεία.
Να σημειωθεί ότι ένα μεγάλο ευχαριστώ όλοι ανεξαιρέτως το χρωστάμε τον Νικόλαο Ντουντασάκη ο οποίος έτρεχε για να συνδέει σωλήνες σε οχήματα, βάνες και γενικά να επιδιορθώνει ότι χαλούσε τελευταία στιγμή, ξέρω ότι κανείς δεν θα του πει ευχαριστώ, εγώ όμως το χρωστάω γιατί με την πολύτιμη βοήθεια του δεν κάηκε το σπίτι μου.
Πάνω από τον Άγιο Νικόλαο κατέφθασε ο πάτερ Ιάκωβος μαζί με τον Πέτρο Βιδάλη και βοήθησαν, ήρθε και ο κύριος Μπακέλας ο οποίος μου έδωσε λίγο νερό εκείνη τη στιγμή όπου επιχειρούσαμε με φτυάρια. Τον ευχαριστώ πολύ, ήταν η μόνη φορά που είδα κάποιον από τη δημοτική αρχή να τρέχει στο σημείο της πυρκαγιάς. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα δει κανέναν πέρα από τον θείο μου Γιάννη Φιλιππίδη που επιχειρούσε με ένα φτυάρι και με κουβάδες. Η φωτιά εν τέλει έσβησε, δεν είδα όμως κάποια τρομερή οργάνωση που εξιστορείται τις τελευταίες ώρες. Είδα φτυάρια, τους εθελοντές πυροσβέστες να δίνουν τη ψυχή τους, εμάς του πολίτες να τρέχουμε πανικόβλητοι με μπουγέλα και ότι άλλο διαθέταμε.
Χρωστάμε ένα μεγάλο ευχαριστώ στο πυροσβεστικό σώμα και στα ελικόπτερα, ο Δήμος όμως πρέπει να αποκτήσει οργάνωση, δεν είναι άποψη κάποιου που υποστήριξε ανοιχτά τον κύριο Λοτσάρη, αλλά είναι η άποψη ενός ανθρώπου που απελπίστηκε, κουβάλησε την ηλικιωμένη γιαγιά του, έτρεχε με τα φτυάρια. Ήμουν εκεί, τα είδα, τα έζησα, πάλευα με κουβάδες. Δεν έχω απόψεις φανατικές όπως κάποιοι άλλοι που προβαίνουν σε σχολιασμό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Κρατάω την αμεροληψία μου. Κόντευα όμως να χάσω το σπίτι μου και ότι δεν το έχασα το οφείλω στους προαναφερόμενους . Δεν θα το ξεχάσω ποτέ αυτό!