Τα σενάρια των Βρυξελών και η Ελλάδα
Του Χρήστου Οικονόμου
Η προφανής δυσαρμονία μεταξύ των διαφόρων πόλων εξουσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σχετικά με το ελληνικό ζήτημα, απασχολούν πλέον σοβαρά την Ευρώπη σύμφωνα με γαλλικές και γερμανικές πηγές. Η διχογνωμία για το χειρισμό της ελληνικής περίπτωσης, κατά τις ίδιες πηγές, αφορά την διαφορετική στάση των τριών πολιτικών κέντρων στην Ε.Ε.: Του άξονα Βερολίνου-Παρισίων, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Ευρωκοινοβούλιο.
Ο γαλλο-γερμανικός άξονας προκρίνει την επικράτηση του «πολιτικού κριτηρίου», εκτιμώντας ότι στις προσεχείς ευρωεκλογές διαμορφώνεται ένα περιβάλλον εντεινόμενου ευρω-σκεπτικισμού, το οποίο θα μπορούσε να πλήξει καίρια τη συνοχή της Ένωσης, σε συνδυασμό με τη γεωπολιτική αποσταθεροποίηση στα «σύνορα» της Ευρώπης. Η γενίκευση της αστάθειας στην Συρία, την Τουρκία και την Ουκρανία, δημιουργεί μεγάλο πονοκέφαλο στο Βερολίνο και το Παρίσι, που διαπιστώνουν ότι το κόστος της στρατηγικής διευρύνσεων εκτείνεται πλέον σε ατραπούς, που -τόσο πολιτικά όσο και οικονομικά- καθιστούν το εγχείρημα πολύ δαπανηρό και με αμφίβολα πολιτικά αποτελέσματα από ό,τι είχε αρχικά σχεδιαστεί.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζαως υπεύθυνη για το ενιαίο νόμισμα και για το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου προς την πολιτική ηγεσία της Γηραιάς Ηπείρου, για τη βιωσιμότητα της πολιτικής του «σκληρού νομίσματος» και για την δυνατότητα να χειριστεί αποτελεσματικά την ενοποίηση του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος. Το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στο άνοιγμα της ψαλίδας των εισοδημάτων μεταξύ του πλεονασματικού Βορρά και του ελλειμματικού Νότου. Και ακόμα στην αδυναμία ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα να χρηματοδοτήσει επαρκώς μια στρατηγική ευρωπαϊκής ανάπτυξης.
Το Ευρωκοινοβούλιοεπιμένει ότι το ισχύον ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο δεν συνάδει με τις ασκούμενες πολιτικές δημοσιονομικής εξυγίανσης των αδύναμων οικονομιών της Ε.Ε.. Διεκδικεί έτσι πιο αποφασιστικό ρόλο στη χάραξη των «στρατηγικών διάσωσης». Ο ρόλος του ευρωκοινοβουλίου -και όχι μόνο επειδή επίκεινται οι ευρωεκλογές- κρίνεται και από την Κομισιόν ως αυξημένης σημασίας για την εξομάλυνση των δυσμενών πολιτικών συνεπειών ενός ανερχόμενου ευρω-σκεπτικισμού.
Η Ελλάδα βρίσκεται στο επίκεντρο των παραπάνω εξελίξεων. Κι αυτό γιατί οι επιτυχίες της Ιρλανδίας και της Ισπανίας, δεν αρκούν για να δώσουν την εντύπωση ότι η κρίση κλείνει τον κύκλο της. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Ντράγκι, σε συνέντευξή του στην ελβετική εφημερίδα Neue Zuercher Zeitung προειδοποίησε ότι εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμη σημαντικοί κίνδυνοι στην ανάκαμψη της ζώνης του ευρώ.
Έτσι, πολλοί πλέον στην Ε.Ε. καταλήγουν στην εκτίμηση ότι η Ελλάδα καθίσταται το κεντρικό σημείο αποτίμησης της ευρωπαϊκής ανάκαμψης. Γιατί αν η Ελλάδα δεν ξεπεράσει τα ταχύτερο τα προβλήματά της θα διαιωνίζεται η ανασφάλεια για την τύχη της ευρωπαϊκής οικονομίας ανεξάρτητα από τις επιδόσεις του ευρωπαϊκού Βορρά. που, ούτως ή άλλως, δεν είναι και ιδιαίτερα εντυπωσιακές.
Οι προσεγγίσεις αυτές αποτελούν την αιτία της επανεμφάνισης στο προσκήνιο σκέψεων για επανεξέταση του πραγματικού κόστους της ελληνικής διάσωσης και μερικοί επαναφέρουν το σενάριο «εγκατάλειψης» του ελληνικού διασωστικού προγράμματος. Έτσι, βεβαίως ενδυναμώνονται οι ευρω-σκεπτικιστές, που λένε πως «οι υπόλοιποι ευρωπαϊκοί λαοί πληρώνουν το κόστος της ελληνικής (και όχι μόνον) διάσωσης». Με τον τρόπο αυτό προσπαθούν κάποιοι να προσδώσουν πανευρωπαϊκά χαρακτηριστικά στην ακροδεξιά πολιτική ατζέντα που υιοθετούν.
Οι πιέσεις του πανίσχυρου γερμανικού πόλου προς τα άλλα κέντρα εξουσιών της Ε.Ε., σε γενικές γραμμές απεικονίζονται μέσω της πολιτικής που λέει πως το ελληνικό ζήτημα θα ρυθμιστεί μετά τις ευρωεκλογές. Ωστόσο, όπως διαπιστώνουν πλέον αρκετοί αναλυτές η απώλεια ενός ακόμα εξάμηνο, θα μπορούσε να κοστίσει ακριβά στην Ένωση.
Ως το πλέον δυσεπίλυτο πρόβλημα εμφανίζεται η αδυναμία της Ελλάδας να αποφύγει νέες δεσμεύσεις έναντι του αναγκαίου πρόσθετου δανεισμού, μιας και δεν μπορεί από μόνη της να αναλάβει το κόστος αποπληρωμής επερχόμενων οφειλών της προς το ΔΝΤ. Η προβαλλόμενη -κυρίως από το Βερολίνο θέση είναι πως: Για την ώρα ένα πρόσθετο δάνειο των ευρωπαίων, που δεν θα μπορούσε όμως να «περάσει» από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες χωρίς νέο μνημόνιο. Και το νέο δάνειο μοιάζει αναγκαίο για την αποπληρωμή των οφειλών της Ελλάδας προς το ΔΝΤ. Συγχρόνως το πολιτικό περιβάλλον εν όψει ευρωεκλογών κάνει την όποια συζήτηση στην Ευρώπη για μείωση του ελληνικού χρέους για την ώρα αδύνατη!
Η πρόταση της Αθήνας, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, προβλέπει ότι τα ελλείποντα ποσά θα μπορούσαν να καλυφθούν από ένα πρόγραμμα «μικρής επιστροφής της Αθήνας στις αγορές» για δανεισμό, ενώ θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και τα αδιάθετα υπόλοιπα του πακέτου διάσωσης των τραπεζών. Όμως στο σημείο αυτό η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αρνείται κάθε τέτοια σκέψη πριν ολοκληρωθεί ο νέος γύρος ελέγχου (stresstests) των τραπεζών.
Μετά τα ανωτέρω εξηγείται και η μεγάλη οικονομική πίεση που ασκεί η κυβέρνηση στα νοικοκυριά, καθώς αναζητά νέα δημόσια έσοδα, τα οποία, όμως, δεν φαίνεται ότι θα μπορούσαν να προκύψουν. Κι, άλλωστε, όσο πιέζονται τα νοικοκυριά, τόσο αποσταθεροποιείται το σημερινό κυβερνητικό σχήμα, άγοντας τα πράγματα σ’ ένα προαναγγελθέν αδιέξοδο.