ΡΩΣΙΑ: Ο "βενζινάς", το "καλοριφέρ" και η "πρίζα" της Ευρώπης! Κυρώσεις και ακυρώσεις...
Του Δημητρίου Ζώτου, DiplEng
Η Ε.Ε. είναι μια οικονομική υπερδύναμη, μικρή σε έκταση, καθώς στα 4.2 εκ. τ.χλμ της, φιλοξενεί περίπου 450 εκ. κατοίκους, ενώ κατέχει το 18,6% του παγκόσμιου ΑΕΠ (μετρήσεις 2018) βρισκόμενη πίσω από τις ΗΠΑ και μπροστά από την Κίνα. Οι ΗΠΑ έχουν έκταση 9,8 εκ. τ.χλμ. και πληθυσμό 330 εκ. κατοίκους, η Ρωσία έχει έκταση 17,1 εκ. τ.χλμ. και πληθυσμό 140 εκ. κατοίκους και η Κίνα έχει έκταση 9,6 εκ. τ.χλμ. και πληθυσμό 1,4 δισ. κατοίκους. Η Ρωσία, τέλος, κατείχε το 2018 μόλις το 1,9%, του παγκόσμιου ΑΕΠ, δηλαδή το 1/10 της Ε.Ε.
Οπότε, γιατί μια αχανής, αλλά τόσο «μικρή» οικονομικά χώρα, όπως η Ρωσία, «ταλαιπωρεί» τόσο πολύ τη διεθνή κοινότητα, και ειδικά την Ε.Ε. και οι κυρώσεις εναντίον της τρομάζουν τους ευρωπαίους; Φυσικά και δεν είναι τα πυρηνικά της όπλα, που τρομάζουν. Ακόμα και άνθρωποι όπως ο Πούτιν ξέρουν πολύ καλά πως οι καιροί που ο κόσμος ζούσε με το φόβο της πυρηνικής σύρραξης έχει περάσει προ πολλού.
Η απάντηση είναι η ενέργεια. Προφανώς οι αναγνώστες αυτού του άρθρου έχουν ήδη την εμπειρία υπέρογκων ποσών πληρωμής σε λογαριασμούς ρεύματος, αερίου ή και πετρελαίου. Καλώς ή κακώς, μια σύγχρονη οικονομία, όπως η Ευρωπαϊκή (και, ναι, και η Ελληνική οικονομία εν πολλοίς σύγχρονη θεωρείται), βασίζεται πολύ στην ενέργεια. Τόσο για την (πρωτογενή και βιομηχανική) παραγωγή της, όσο και για το επίπεδο διαβίωσης των πολιτών της. Τη φόρτιση των κινητών και των τάμπλετ μας, την θέρμανση και ψύξη των κατοικιών μας, τις βόλτες μας με τα αυτοκίνητά μας, την παραγωγή των βιομηχανιών κ.ο.κ..
Για όλα τα παραπάνω, η Ε.Ε. στηρίζεται εν πολλοίς σε εισαγωγές ενέργειας. Όπως προείπαμε, η Ευρώπη, μια μικρή σε έκταση κοινότητα, δεν έχει τις γιγάντιες πλουτοπαραγωγικές πηγές ενέργειας των τεράστιων εκτάσεων των Η.Π.Α., της Κίνας ή της Ρωσίας. Η προσήλωση στο διακύβευμα της κλιματικής αλλαγής και, κατ’ επέκταση, στις ΑΠΕ την τελευταία 20ετία, απομάκρυνε τις χώρες της Ε.Ε. από την προσπάθεια εξεύρεσης μιας πραγματικά βιώσιμης λύσης στο ζήτημα της ενεργειακής της εξάρτησης (π.χ. έρευνα στις πυρηνικές τεχνολογίες, αξιοποίηση προηγμένων τεχνολογιών δημιουργίας βιοϋδρογόνου κλπ.), οπότε η Ε.Ε. βυθίζεται σιγά σιγά περισσότερο στην ανάγκη «τρίτων».
Ειδικά όσο οι στοχαστικές ΑΠΕ (φωτοβολταϊκά και φωτοβολταϊκά) δεν μπορούν να φτάσουν σε επίπεδα και υποδομές, που θα τις καταστήσουν πλήρως αξιοποιήσιμες σε θέματα αυτάρκειας. Οπότε εμφανίζονται φαινόμενα συμπλήρωσης στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και ξαφνική υπέρμετρη ζήτηση, που οδηγεί στην αύξηση του κόστους ενέργειας. Κάτι το οποίο συνέβη διεθνώς λόγω της επανεκκίνησης της παγκόσμιας οικονομίας μετά την απότομη πτώση λόγω της πανδημίας.
Ας πούμε όμως και μερικά νούμερα! Με βάση τα τελευταία δεδομένα της Eurostat, με μετρήσεις έως και το 2018, τα τρία βασικότερα είδη ορυκτών καυσίμων, δηλαδή τα στερεά καύσιμα, το πετρέλαιο (με τα παράγωγά του) και το φυσικό αέριο, αποτελούσαν αντίστοιχα περίπου το 14%, το 34% και το 22% των ενεργειακών αναγκών της Ε.Ε. Συνολικά δηλαδή καλύπτουν το 70% στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, στις μετακινήσεις-μεταφορές, στη θέρμανση κλπ. Από τις παραπάνω ποσότητες - κατά κατηγορία - η Ε.Ε. εισάγει περίπου το 44% των στερεών καυσίμων, το 96% (!) των πετρελαιοειδών και το 83% του φυσικού αερίου. Ανεβαίνει λοιπόν, ανάλογα την χώρα, την ενεργειακή της εξάρτηση από τρίτες χώρες σε ένα ποσοστό πάνω του 50%.
Η Ρωσία τώρα προμηθεύει περίπου το 42% των στέρεων καυσίμων, το 30% των πετρελαιοειδών και το 40% του φυσικού αερίου που εισάγει η Ευρώπη. Πολλαπλασιάζοντας τα επιμέρους ποσοστά (ενεργειακό μερίδιο επί συνολικές εισαγωγές επί μερίδιο Ρωσίας στις εισαγωγές) κάθε τύπου καυσίμου, προκύπτει πως η Ε.Ε. εξαρτά κατά το 1/5 της ενεργειακής της αυτάρκειας από τη Ρωσία. Πρόκειται για ένα τεράστιο ποσοστό, σε επίπεδα οικονομικής και πολιτικής εξάρτησης. Φανταστείτε πως για κάθε 100 χλμ. που διανύετε με το αμάξι σας, τα 20 χλμ γίνονται με «ρώσικη» ενέργεια και 1,5 μέρα την εβδομάδα ζεσταίνετε το σπίτι σας με «ρώσικο» αέριο κ.ο.κ..
Αυτή η διαπίστωση σημαίνει πως, όχι απλά η οικονομική πρόοδος, αλλά και η ίδια η διαβίωση των πολιτών της Ε.Ε. έχει σε μεγάλο βαθμό έχει αφεθεί στα χέρια τρίτων χωρών. Συνεπώς το πρόβλημα δεν είναι απλά πως τους χρειαζόμαστε. Είναι, κυρίως, πως μας χρειάζονται και αυτοί. Η Ρωσία βασίζει ένα τεράστιο μέρος του ΑΕΠ της στην εξαγωγή καυσίμων. Κάθε προσπάθεια της Ε.Ε. να «αυτονομηθεί» ενεργειακά, είναι για τη Ρωσία μια διπλωματική και, κυρίως, οικονομική πρόκληση.
Οπότε, τι μέλλει γενέσθαι; Μπαίνουμε σε μια περίοδο όπου ο μεγάλος ασθενής, η οικονομία της Ε.Ε., θα είναι σε μια σχετικά σταθερή, αλλά πάντα κρίσιμη κατάσταση, η οποία, μεταξύ άλλων, θα εξαρτάται και από την ωριμότητα με την οποία θα αντιμετωπίσουν από εδώ και μπρος οι Ευρωπαίοι ηγέτες το ζήτημα της ενεργειακής επάρκειας και αυτάρκειας, μακριά από συναισθηματισμούς και ενοχικά σύνδρομα.
Φυσικά από κοντά, φίλοι και «φίλοι» της Ευρώπης θα προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την τρέχουσα κατάσταση όσο μπορούν προς το δικό τους συμφέρον. Απόλυτα θεμιτό στη διεθνή σκακιέρα, αλλά και αρκούντως επικίνδυνο όσο η Ε.Ε. δεν βάζει μπροστά τα δικά της συμφέροντα και των πολιτών της. Συνεπώς κάθε απόπειρα για σοβαρές και μακροχρόνιες κυρώσεις στη Ρωσία οδηγεί σε ακυρώσεις της ευμάρειας σε τομείς της ζωής της Ε.Ε. Για τον λόγο αυτό πολλά ακούμε περί κυρώσεων, αλλά και πολλές οι ακυρώσεις, που ελλοχεύουν...
(Τα στοιχεία της ανάλυσης είναι της Eurostat του 2018)