Οι καλικάντζαροι αναστάτωσαν το Κόρθι!!!
Του Δημήτρη Αντωνέλλου
Στις 5 Ιανουαρίου 2016 μετά τις 7,00 το βράδυ, φωνές, τσαμπούνες, σφυρίχτρες, κουδούνια ξεσήκωσαν τον πεζόδρομο του Όρμου Κορθίου! Ήρθαν οι καλικάντζαροι και είχαν πολύ όρεξη για σκανδαλιές! Από τα στενά πετάγονταν, χόρευαν με τον κόσμο, έμπαιναν στα μαγαζιά, ανακάτευαν τα πράγματα, μουτζούρωναν πρόσωπα, πείραζαν όλους τους παρευρισκόμενους!
Αφού πέρασαν από όλα τα μαγαζιά και άφησαν πίσω τους έναν χαμό, κατέληξαν στην πλατεία όπου άναψαν μια τεράστια φωτιά , χόρεψαν γύρω της και παίξανε αλευροπόλεμο! Εκεί ήταν και το δέντρο της γης (παραλλαγή του μυθικού Άτλαντα), όπου όλο το χρόνο μέχρι τα Χριστούγεννα έκοβαν με τα πριόνια τους.
Ξαφνικά ήρθε ο Παπάς με την αγιαστούρα τους και τον αγιασμό του και τους έδιωξε όλους ξανά πίσω στα έγκατα της γης, για να ανακαλύψουν ότι το δέντρο, που τόσο τους είχε παιδέψει να το πριονίζουν, είχε επανέλθει στην αρχική του μορφή!
Έτσι μέχρι τα επόμενα Χριστούγεννα έχουν δουλειά να κάνουν!
Για πρώτη χρονιά φέτος διοργανώθηκε στο Κόρθι αυτό το έθιμο με σκοπό να γίνει θεσμός! Αρκετός κόσμος από όλο το νησί βρέθηκε, και διασκέδασε με τους άτακτους επισκέπτες, γεμίζοντας κέφι και ζωή την περιοχή!
Το έθιμο των καλικάντζαρων είναι ένας αστικός μύθος, που έρχεται από πάρα πολύ παλιά!Ο λαός τους φαντάζεται με διάφορες μορφές κατά περιοχή με κοινό γνώρισμα την ασχήμια τους. «Κακομούτσουνοι» και «σιχαμένοι», «καθένας τους έχει κι από ένα κουσούρι, άλλοι στραβοί, άλλοι κουτσοί, άλλοι μονόματοι, μονοπόδαροι, στραβοπόδαροι, στραβόστομοι, στραβοπρόσωποι, στραβομούρηδες, στραβοχέρηδες, ξεπλατισμένοι, ξετσακισμένοι και κοντολογής όλα τα κουσούρια και τα σακατιλίκια του κόσμου τα βρίσκεις όλα πάνω τους». Γνωστοί και ως «Καλιβρούσιδες»
Η τροφή τους κυρίως ακάθαρτη, όσο είναι μέσα στη γη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αποστρέφονται τα εδέσματα του Δωδεκαήμερου, το αντίθετο μάλλον.
Είναι πολύ ευκίνητοι ανεβαίνουν στα δένδρα πηδούν από στέγη σε στέγη σπάζοντας κεραμίδια κάνοντας μεγάλη φασαρία. Και ότι βρουν απλωμένα τα ποδοπατούν. Άμα βρουν ευκαιρία κατεβαίνουν από τις καμινάδες στα σπίτια και μαγαρίζουν τα πάντα.
Εκτός του Δωδεκαήμερου τον υπόλοιπο χρόνο μένουν στα έγκατα της γης και πριονίζουν το δέντρο που κρατά τη γη. Βγαίνουν στην επιφάνεια κοντά στο τέλος της εργασίας τους, από το φόβο μήπως τελικά η ετοιμόρροπη γη τους πλακώσει!
Οι καλικάντζαροι φεύγουν (κατέρχονται στη γη) κατά τον αγιασμό των οικιών φωνάζοντας σε τροχαίο ρυθμό:
«Φεύγετε να φεύγωμε
έρχεται ο τρελόπαπας
με την αγιαστούρα του
και με τη βρεχτούρα του.
Μας άγιασε μας έβρεξε
και μας, μας εκατέκαψε!» ή «και θα μας μαγαρίσει».
Πραγματική Ανδριώτικη ιστορία:
Ήταν κάποτε μια οικογένεια σε ένα χωριό της Άνδρου, που είχε δυο ζωηρά παιδιά, που αγαπούσαν πολύ τα γλυκά και ιδίως τα σύκα! Τα λιγοστά γλυκά στο σπίτι ακόμη και την περίοδο των εορτών προορίζονταν περισσότερο γα τους ξένους. Αυτά ήταν κυρίως οι παστελαριές (σύκα ψημένα στο φούρνο), τα φοινίκια (μελομακάρονα), οι κουραμπιέδες και τα διάφορα του κουταλιού. Για να αποτρέψει τα παιδιά να τρώνε τα σύκα που διατηρούσαν σε ένα μεγάλο σκεπασμένο βαρέλι, ο πατέρας τους είπε ότι μέσα κρύβεται ένας καλικάντζαρος! Για να γίνει πιο πειστικός, μιας και ήταν κυνηγός, έβαλε ένα ταψί πάνω από τα σύκα, που είχε μέσα, μια ξερή προβιά λαγού.
Τα μικρά κάποια στιγμή πήγαν να πάρουν σύκα, αλλά δεν έφταναν να δουν μέσα. Έτσι λοιπόν έβαλαν το χέρι τους έπιασαν τη γούνα, και φοβήθηκαν ότι ήταν μέσα ο καλικάντζαρος και δεν το ξαναπροσπάθησαν.
Έτσι τη γλίτωσαν τα σύκα!