Ντίκος Βυζάντιος: ένας Φαναριώτης στο Παρίσι και... τώρα στην Άνδρο!...
Η κεντρική αφίσα/φωτογραφία της έκθεσης του Ντίκου Βυζάντιου στο Ίδρυμα Γουλανδρή στην Άνδρο.
Ο Ντίκος Βυζάντιος (1924-2007), ήταν γιος του ζωγράφου Περικλή Βυζάντιου (1893-1972). Από τον πατέρα του, που ήταν ένας πολύπλευρος καλλιτέχνης, με χαρακτηριστικά κυρίως ιμπρεσιονιστικά, πήρε τα πρώτα μαθήματα, δείχνοντας την κλίση του στη ζωγραφική, από μικρή ηλικία.
Οι συντελεστές της έκθεσης: ο Αλέξανδρος Λιαρόπουλος (ανιψιός του ζωγράφου), η κ. Καραδόντη (του Ιδρύματος), ο Κ. Κουτσομάλης (πρόεδρος & καλλιτεχνικός διευθυντής).
Ο Κ. Κουτσομάλης μιλά για τον Ντίκο Βυζάντιο.
Άλλη μια επιλογή του πατέρα του, που άσκησε αργότερα επιρροή πάνω του, ήταν η Ύδρα, στην οποία έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του, ως διευθυντής στο Παράρτημα της Σχολής Καλών Τεχνών. Ο Περικλής Βυζάντιος γοητεύτηκε από το φως του νησιού, αφιερώνοντάς του, πολλά έργα. Αγάπησε τα τοπία του και αγωνίστηκε για την διατήρηση της αρχιτεκτονικής και της οικιστικής φυσιογνωμίας του, ενάντια στην αλόγιστη ανάπτυξη.
Δύο πρώιμα έργα του σε ηλικία 15 ετών.
Έκθεση έργων του Περικλή Βυζάντιου, της περιόδου 1951-1971, με υδραίικη θεματολογία, υπάρχει μόνιμα σε έναν όροφο της Οικίας Λαζάρου Κουντουριώτη, που παραχωρήθηκε από την Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος Παλαιά Βουλή. Σε αυτή την έκθεση προστέθηκαν αργότερα και έργα του γιού του Ντίκου Βυζάντιου με δωρεά της αδελφής του Μαριλένας Λιακοπούλου και του γιου της Αλέξανδρου.
Ο Ντίκος Βυζάντιος σπούδασε στη ΑΣΚΤ της Αθήνας, σε περίοδο γερμανικής κατοχής (1942-1945), με δασκάλους τους Κωνσταντίνο Παρθένη και Ουμβέρτο Αργυρό. Τότε συνδέθηκε με πνευματικούς ανθρώπους, όπως ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Νάνος Βαλαωρίτης κ.α. Πριν την απελευθέρωση, συνελήφθη και στάλθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Αίγυπτο, αλλά επέστρεψε, το 1945.
Δύο από τα πρώτα έργα του στο Παρίσι που ακόμα διατηρούν την απεικόνιση του αστικού χώρου.
Στο τέλος της ίδιας χρονιάς, βρέθηκε στην ομάδα των 200 ατόμων, που επέλεξαν οι Οκτάβιος Μερλιέ και ο Ροζέ Μιλλιέξ, του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών, με σκοπό να τους στείλουν στη Γαλλία, σώζοντάς τους από τον εμφύλιο που επρόκειτο να ξεσπάσει στην Ελλάδα. Ήταν ο μικρότερος στην ομάδα, που ταξίδεψε με την αγγλική κορβέτα «Ματαρόα». Με μια υποτροφία στη ζωγραφική που του εξασφάλισαν, εγκαταστάθηκε οριστικά στο Παρίσι και συνέχισε την εκπαίδευσή του στις ακαδημίες Julian και Grande Chaumière.
Έργο της περιόδου στην Ύδρα όπου το φως "μαγικό" εξαφανίζει τα σχήματα.
Από το 1946, μαθήτευσε δίπλα στο χαράκτη Δημήτρη Γαλάνη, που είχε ατελιέ στο Παρίσι, στην ξυλογραφία και χαλκογραφία. Σαν ζωγράφος εντάχθηκε στη μεταπολεμική Ecole de Paris, όπου αναγνωρίστηκε και εκτιμήθηκε πολύ το έργο του. Συνδέθηκε μάλιστα στενά με τους, Alberto Giacometti, τον Christian Zervos, τον Ευγένιο Ιονέσκο και τον Jean Laude. Το καλοκαίρι του 1956 κατάφερε να επιστρέψει στην Ελλάδα. Στην Ύδρα των παιδικών του χρόνων ανακάλυψε πάλι το φως. Όπως αναφέρει σε μια συνέντευξή του, «Υπάρχει μια μαγεία του φωτός εδώ που δεν υπάρχει στο Παρίσι Εκεί υπάρχει χρώμα»
Δύο έργα της περιόδου όπου αποτύπωνε με μεγάλες χειρονομίες και έντονα χρώματα τον κόσμο.
Η ζωγραφική του ξεκίνησε στο Παρίσι με τοπιογραφικά μοτίβα, εξελισσόμενη σταδιακά προς την αφαίρεση. Ολοκλήρωσε μια περίοδο αφηρημένων έργων τη δεκαετία του 60. Προς τα μέσα της επόμενης δεκαετίας έκανε στροφή στην παραστατική τέχνη. Αρχικά με σχέδια σε μαύρο-άσπρο και στη συνέχεια με ανθρωποκεντρικές συνθέσεις μεγάλων διαστάσεων, που εικονίζουν σκηνές από την αστική ζωή, σε εξπρεσιονιστικό ύφος.
Ιδιότυπη η σχέση των μορφών με τον χώρο και τα έργα του με εξπρεσιονιστικό ύφος προδίδουν την βυζαντινή παράδοση του καλλιτέχνη.
Χαρακτηριστικό στοιχείο του έργου του είναι η ιδιότυπη σχέση των μορφών με το χώρο. Εισάγοντας στη θεματογραφία του και τη νεκρή φύση, δημιούργησε συνθέσεις με μια ιδιόμορφη προοπτική που υποβάλλει μία αινιγματική ατμόσφαιρα και ένα προβληματικό χώρο, στον οποίο εντάσσει μορφές με μανιεριστικά χαρακτηριστικά σε παράδοξες θέσεις και στάσεις. Ο χειρισμός της αφαίρεσης και του φωτός και η αυστηρότητα στη ζωγραφική του προδίδουν μια επιρροή από τη βυζαντινή παράδοση και διαμορφώνουν το ύφος του.
Σκίτσο/προσωπογραφία του μεγάλου Πορτογάλου ποιητή Φερνάντο Πεσσόα.
Προσωπογραφία του Βασίλη και της Ελίζας Γουλανδρή.
Το 1985, η γαλλική κυβέρνηση του απονέμει τον τίτλο του Chevalier des Arts et des Lettres και, το 1990, τον τίτλο του Officier des Arts et des Lettres. Το 1997 γίνεται η πρώτη του αναδρομική έκθεση στη Γαλλία (Byzantios 50 ans de peinture, Espace des Arts, Chalon-sur-Saône).
Δύο έργα από την τελευταία περίοδο όπου το χρώμα κυριαρχεί μαζί με μορφές και χώρους χωρίς βάθος θυμίζοντας το στοιχείο των βυζαντινών εικόνων.
Δύο πίνακες που απεικονίζουν "νεκρή φύση".
Πέθανε στη Μαγιόρκα το 2007, ένα περίπου μήνα πριν από την αναδρομική του έκθεση «Ντίκος Βυζάντιος, στα ίχνη του χαμένου βλέμματος» στο Μουσείο Μπενάκη. Στην έκθεση αυτή προβλήθηκε ένα ντοκιμαντέρ με τον ίδιο τίτλο, σε σενάριο και σκηνοθεσία της Πανδώρας Μουρίκη και παραγωγή: ΕΤ 1 / ΕΤ. Το ίδιο έτος κυκλοφόρησε μονογραφία για το έργο του από τις εκδόσεις Αδάμ.
Αλεξάνδρα Σκαμάγκα