Ο Γιώργος Μαργαρίτης στα ίδια μέρη: Τα τραγούδια της Ομόνοιας

Γράφει ο Άγγελος Σφακιανάκης

Στέλιος Καζαντζίδης και Γιώργος Μαργαρίτης

Πριν βαφτιστεί η Κομπανία «Οπισθοδρομική», ήταν μια ανήσυχη αντροπαρέα. Αναζητητές. Ανιχνεύαμε τη σκυταλοδρομία του διονυσιακού οίστρου. Στα πανηγύρια και στα γλέντια. Στα Ανώγεια και στα καταγώγια. Σε υπόγεια που μαζεύονταν Θρακιώτες, σαν αιρέσεις, και δόξαζαν το σώμα τους με ξέφρενους χορούς. Σε κρητικά στέκια που όλοι φορούσαν στιβάνια. Σε καφενεία αντρικής μοναξιάς με ηπειρώτικα κλαρίνα και νταγερέδες. Στα πέριξ της Ομόνοιας και της Εθνικής οδού, μέχρι τα σκοτεινά κουτούκια του Πειραιά και τα πρώτα ρεμπετομάγαζα στο Πικέρμι. Εκεί που στα τραγούδια, από την πολύ χρήση, είχε φύγει η γυαλάδα και η σπιρτάδα κι έμενε ακέραιο το τσαλάκωμα της ψυχής τους. 

Έτσι γνωρίσαμε ανερχόμενους και κατερχόμενους από τα πάλκα. Ξεχασμένους και νέα πρόσωπα. Απελπισμένους και ελπιδοφόρους. Ήταν το 1980. Η Ομόνοια ήταν μια μεγάλη κυψέλη, που μάζευε τα σμήνη της εσωτερικής μετανάστευσης. Φώλιασε και το τραγούδι εκεί. Εγχώριες δισκογραφικές, μικρές επιχειρήσεις που είχαν πιάσει τον παλμό της νέας λαϊκής έκφρασης. «Ο ήχος της Ομόνοιας». Polyphone, Intersound, General, Olympic, Vasipap, Sonora, Venus-Gina κ.ά.

Πρόβα στον Ζυγό για συναυλία στο Παλαί Ντε Σπορ: Γιώργος Μαργαρίτης, τραγούδι. Μαέστρος ο Νάκης Πετρίδης. Δημήτρης Βύζας (μπουζούκι), Σπύρος Μπρίφας (πιάνο), Νίκος Χατζόπουλος (βιολί), Μιχάλης Σεραφείμ (κιθάρα). Καθιστές: Έλενα Γιαννακάκη, Εύα Γρηγοράκη

Εξώφυλλα σαν πορτραίτα επαρχιακού φωτογραφείου. Έσκαγαν τα σουξέ το ένα μετά το άλλο. Αποκλεισμένο το λαϊκό τραγούδι από την κρατική ραδιοφωνία. Μόνο οι μεγάλες εταιρείες αγόραζαν ωριαίες διαφημιστικές εκπομπές την Κυριακή. Διπλά αποκλεισμένες οι μικρές εταιρείες.

Ήταν το ρεπερτόριο των πειρατικών σταθμών που τις πρόβαλαν με αφιερώσεις. «Στη Σούλα με πολλή αγάπη από τον Τάκη». Τα τζουκ μποξ στα σφαιριστήρια περιμέναν αδηφάγα τα δίφραγκα. Στα συνοικιακά μπαρ τα λόγια τα ήξερε όλα η ξανθιά μπαργούμαν. Τα ταξί ήταν τα περισσότερα συντονισμένα στον «ήχο της Ομόνοιας». «Σκυλάδικα», «Καψούρικα», «Λούμπεν» και άλλες ρετσινιές τους κόλλαγαν. «Αισθηματολογικά» τα λέγαν οι διαβασμένοι. Οι καλλιτέχνες τους, εκτός από τις χαρτοπαιχτικές λέσχες, έπαιζαν και σε σκληρά μαγαζιά. Δύο συνθέτες κυριαρχούν. Δύο Τάκηδες. Τάκης Μουσαφίρης, Τάκης Σούκας. Και σκάει το «Έρωτά μου, αγιάτρευτε». 

Κώστας Κόλλιας. Νέο πρόσωπο. Ο Τάκης Σούκας στα καλύτερα του. Το ακούς από τα ανοιχτά παράθυρα των ΙΧ με το καινούργιο στερεοφωνικό. Από τα ταξί. Από το τρανζίστορ του εισπράκτορα στο λεωφορείο. Από τις νυσταγμένες νταλίκες στην Εθνική. Έντεχνοι και λαϊκοί παραδέχονται την αμεσότητα του τραγουδιού. Πριν προλάβει να μαθευτεί το πρόσωπο του τραγουδιστή, στις 4 Ιουνίου του 1980, ο Κόλλιας σκοτώνεται σε τροχαίο.

Στο στούντιο ΑΙΟΛΙΑ: Άγγελος Σφακιανάκης (μπαγλαμάς), Άγγελος Κουλούρης (κοντραμπάσο), Σπύρος Βλάχος (κιθάρα), Γιώργος Παγιάτης (πιάνο / ενορχήστρωση), Μανώλης Καραντίνης (μπουζούκι)

Ο Σούκας θα βρει το νέο πρόσωπο. «Ο βασιλιάς πέθανε! Ζήτω ο βασιλιάς!». Ο Γιώργος Μαργαρίτης είναι 36 χρόνων. Είναι από το Πετρωτό Τρικάλων. Τη ζωηράδα του την περικυκλώνουν οι χωροφύλακες στο χωριό. Θα φύγει για να ψάξει τον δρόμο του. Έχει την διεύθυνση του Τσιτσάνη στην τσέπη του, γραμμένη ιδιόχειρα από τον συνθέτη. «Να έρθεις να με βρεις» του είχε πει. Ονειρεύεται να γίνει τραγουδιστής. Δεκαπέντε χρονών έρχεται στην Αθήνα. Θα κάνει όλου του κόσμου τις δουλειές. Τυφλά μεροκάματα. Οικοδόμος, μπογιατζής, εργάτης γης σε μποστάνια. Έχει κοιμηθεί σε παγκάκια και σε οικοδομές. Έχει μετρήσει πολλές φορές τα άστρα. Γύρω στο 1969 κάνει την πρώτη του εμφάνιση σε αθηναϊκό κέντρο. «Ηλιοβασίλεμα». Κηφισού και Ιερά Οδός. Πρώτο όνομα ο Οδυσσέας Μοσχονάς. Έχει προλάβει τους παλιούς ρεμπέτες. Το 1981 ο Σούκας τον επιλέγει και τον παρουσιάζει με τον δίσκο «Εσύ μιλάς στην καρδιά μου». Polyphone. Και απογειώνεται με το «Μη μου μιλάς με χείλη που καίνε».

Ο Γιώργος Μαργαρίτης (στη μέση) στο Πετρωτό

Σπάει τα ταμεία με απτάλικο ρυθμό. Το 1983 ξαναχτυπά με το «Μα τι λέω» του Ρεπάνη. Ακούγεται και το «Οι Ναυτικοί» που το τραγουδάει ακόμα. Το 1984 «Άκου τι θα πω». Θα κάνει κι ένα διπλό δίσκο με Θεσσαλούς συνθέτες.  «Με αυτά τα τραγούδια μεγάλωσα». Το 1985 θα τραγουδήσει Άκη Πάνου και Αντώνη Ρεπάνη. «Ο τελευταίος πυρετός» είναι ο τελευταίος του δίσκος στην Polyphone. Γίνεται πρώτο όνομα στην μαρκίζα του «Σεραφίνο». Από κάτω η Άντζελα κι ο Πανταζής.

Άκης Πάνου και Γιώργος Μαργαρίτης

Αλλάζει δισκογραφική. Φεύγει από την Ομόνοια και ανεβαίνει στο Σύνταγμα. Πάει στην Λύρα. Είναι στο στούντιο με τον Θοδωρή Μανίκα παραγωγό και τους φέρνουν οι δημιουργοί Γιώργος Μάμος και Σαράντος Τσιλιβερδής «Στο κελί 33». «Θα το έλεγε ο Στράτος στον επόμενό του δίσκο».

Η τύχη είναι πάλι με το μέρος του. Τραγούδι «υπονομευτικό». Διέσχισε όλες τις υπόγειες διαδρομές και βγήκε στο φως νικηφόρο. Είναι σαν αυτοβιογραφικό και η αποδοχή της παραβατικότητας τον κάνει ιδιαίτερα συμπαθή. «Είναι σαν Βαμβακάρης, σαν Παπαϊωάννου» λέει στον εταιρειάρχη. Διαφωνούν. Τον έχω πετύχει στην πόρτα της Λύρας να φεύγει θυμωμένος. Ο τελευταίος δίσκος στην Λύρα είναι Μουσαφίρης με παραγωγό τον Δημήτρη Παππά. «Ο Άγνωστος» κυκλοφορεί στις χειμερινές γιορτές του 1988. Την ίδια ακριβώς εποχή ο Στράτος Διονυσίου κυκλοφορεί το «Εγώ ο Ξένος». Είναι κι αυτό Μουσαφίρης. Παραλλαγή του ιδίου θέματος στον ίδιο ρυθμό. Στο μπραντεφέρ επικρατεί ο Ξένος.

Στη νέα εταιρεία δεν συμβαίνει και τίποτα συνταρακτικό και το 1992 περνάει στη Minos. Όταν πάω στην Minos κάνουμε τα «Κεχριμπαρένια μάτια» και ακούγεται το «2 χιλιάρικα στην τσέπη».

Το 2001 ο Θοδωρής Μανίκας τού ετοιμάζει τη μεγάλη έκπληξη. Ένα ανατρεπτικό project. «Όλα θα τα διαγράψω». Τον ντύνει με ροκ ήχο. «Οι δρόμοι του πουθενά» του Χρήστου Δέτσικα με τους «667» γίνεται μια τεράστια επιτυχία.

Μια συνέντευξή του με την παραδοχή της χρήσης ουσιών τού δίνει τα εύσημα του «αυθεντικού» και η νεολαία τον χειροκροτεί. Τον αποκαλούν με οικειότητα, ο «Μαγκάρετ». Είναι ο νέος ήρωας. Ανανεωμένος πορεύεται σε συναυλίες και σε club. Χωρίς να παίζει κάποιο όργανο είναι καλός μουσικός. Γνωρίζει τους δρόμους τους λαϊκούς απ’ έξω κι ανακατωτά. Τραγουδάει Ρασούλη, Βαγιόπουλο, Πολυκανδριώτη, Μαχαιρίτσα. Πεθαίνω για σένα.

Κοιτάζει πίσω του και βλέπει πόσο έχει αλλάξει το τοπίο και αποφασίζει να τραγουδήσει κλασικό ρεπερτόριο. Τραγουδάει τον αγαπημένο του Τσιτσάνη. Εμείς ξαναβρισκόμαστε για να κάνουμε ένα τριπλό δίσκο. «Ένας αιώνας λαϊκό τραγούδι». Ο τίτλος είναι του Κώστα Μπαλαχούτη που μας βοηθάει και στο ρεπερτόριο. Τραγούδια σταθμοί. Το 2014 κάνουμε το «Παίζουμε για την φανέλα».

 

Χτυπάω εγερτήριο και γράφουν για τον Γιώργο, ο Παπαδημητρίου, ο Κραουνάκης, ο Λαζόπουλος, ο Μαχαιρίτσας, ο Ανδρέου, ο Γκόνης, ο Μηλιώκας, ο Χαρούλης, ο Ιωάννου, ο Κορακάκης, ο Ζήκας, ο Βαγιόπουλος, ο Φιλίππου, ο Μπαλαχούτης, η Μπαλτζή, η Μητροπέτρου, οι Παπαδόπουλοι, ο Λάκης και ο Χρήστος, ο Ντούμος, ο Εμμανουηλίδης, ο Χαραλαμπίδης, ο Μαύρος, ο Τσάκας, γράφω κι εγώ με τον Κωνσταντινίδη και το τραγουδάει με την Τζώρτζια.

Το 2015, μέσα από ιστορίες με αναμνήσεις και νοσταλγίες, θυμηθήκαμε εκείνη την παλιά εποχή και μπήκαμε στο στούντιο και κάναμε ένα τριπλό cd. «Τα τραγούδια της Ομόνοιας» για να ξαναπερπατήσει στα ίδια μέρη της νιότης του με άλλα παπούτσια.

«Πηγή: https://www.athensvoice.gr/culture/music/741337-o-giorgos-margaritis-sta-idia-meri-ta-tragoydia-tis-omonoias»

ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

  1. Σχολιάζετε ως επισκέπτης.
Attachments (0 / 3)
Share Your Location
There are no comments posted here yet