Πόνημα περί χρέους σε ήχο πλάγιο δεύτερο…
Του ΔΙΑΜΑΝΤΗ ΜΠΑΣΑΝΤΗ
Υπάρχουν χρέη και χρέη. Υπάρχουν οικονομικά χρέη. Υπάρχουν ηθικά χρέη. Αν σκεφτείς καλά η ζωή είναι γεμάτη χρέη. Αν σκεφτείς καλύτερα θα διαπιστώσεις πως ορισμένοι «μεγάλοι» και «ωραίοι» καθαρίζουν πιο εύκολα με τα χρέη…
Για τα οικονομικά χρέη ασκούνται πιέσεις, εξαναγκασμοί και κυρώσεις. Για τα ηθικά χρέη μας πιέζει ο εαυτός μας. Ενίοτε και οι σχέσεις μας με τους άλλους. Για τα οικονομικά χρέη μιλούν όλοι. Για τα ηθικά μιλούν κυρίως οι πολιτικοί και οι ηθικολόγοι. Γιατί θεωρούν πως δεν τους αφορούν…
Υπάρχουν χρέη και χρέη. Χρέη που παραγράφηκαν, χρέη που ανανεώθηκαν. Χρέη που ακυρώθηκαν, χρέη που αυξήθηκαν. Χρέη που βάρυναν, χρέη που αλάφρωσαν.
Υπάρχουν τα χρέη της μια γενιάς προς την άλλη. Υπάρχουν και τα ηλιακά χρέη. Όταν είμαστε νέοι τα χρέη μηδενίζονται. Όταν ενηλικιωνόμαστε τα χρέη ισορροπούν. Κι όταν μεγαλώνουμε τα χρέη αυξάνονται.
Όταν πληρώνουμε ή εκπληρώνουμε χρέη είμαστε αξιόχρεοι. Όταν δεν πληρώνουμε ή δεν εκπληρώνουμε χρέη είμαστε αναξιόχρεοι. Τα οικονομικά χρέη μας περιορίζουν, τα ηθικά μας ορίζουν…
*****
Ανάμεσα στα τόσα χρέη υπάρχουν και τα εθνικά χρέη. Ας ξεκινήσουμε με τα γερμανικά χρέη. Το 1988 έφτασα οδικώς από το Λονδίνο στο Βερολίνο. Μπήκα στην πόλη περνώντας ένα μεγάλο τείχος που την κύκλωνε. Ο άγγλος οδηγός γύρισε κι είπε χαμογελώντας μετά τον αυστηρό έλεγχο: «Κύριοι περάσαμε το σιδηρούν παραπέτασμα» Ήταν εποχή ψυχρού πολέμου. Η πόλη περικυκλωμένη πλήρωνε μερικά από τα μεγάλα χρέη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου.
Ακόμα θυμάμαι τους σιωπηλούς προβολείς καθώς το τρένο περνούσε πάνω από τη νεκρή ζώνη, που άπλωνε από το Ράιχσταχ μέχρι την Φρίντριχ στράσε. Αλλά και τους υπόγειους σταθμούς όπου το μετρό πέρναγε χωρίς να σταματά. Στις αποβάθρες τους περιπολούσαν ένοπλοι στρατιώτες.
Η πόλη ήταν διαιρεμένη. Οι μνήμες ήταν σπασμένες. Η πόλη ζούσε ανάμεσα σε ένα τρομερό παρελθόν κι ένα αβέβαιο μέλλον. Για να μην το «ξανακάνει» έλεγαν οι νικητές…
Το 1990 έφτασα με τρένο στο Βερολίνο από την Φρανκφούρτη. Οι έλεγχοι στις εισόδους της πόλης σχεδόν ανύπαρκτοι. Για δύο μέρες έζησα την παραζάλη της πτώσης του τείχους. Πέρασα από τις τρύπες του. Έβγαλα φωτογραφίες τα χαλάσματα. Χάζεψα ξέφρενους νέους να το γκρεμίζουν με σφυριά. Η πόλη ξαναγεννιόταν παραγράφοντας τα χρέη της. Όλοι πανηγύριζαν, Μόνο η Μάργκαρετ Θάτσερ αντιδρούσε λέγοντας: «Μην τους αφήσετε να ενωθούν. Θα το ξανακάνουν…».
Το 2012 έφτασα πάλι στο Βερολίνο. Προσγειώθηκα με αεροπλάνο στο Τέγκελ. Η πόλη άπλωνε ενιαία. Αστραφτερή τη μέρα κι ολοφώτεινη τη νύχτα. Εκεί που υπήρχε η νεκρή ζώνη τώρα άπλωναν μοντέρνα κτήρια. Γύρω από την κάποτε περιτειχισμένη πύλη του Βρανδεμβούργου το Βερολίνο ξεχυνόταν ελεύθερο προς όλες τις κατευθύνσεις. Περπάτησα από το κατανυκτικό μνημείο για το ολοκαύτωμα των Τσιγγάνων μέχρι το σπουδαίο αρχιτεκτονικό μνημείο για το ολοκαύτωμα των Εβραίων. Η πόλη “ξεπλήρωνε” κάποια απ’ τα ηθικά χρέη της…
Ένα απόγευμα στο νησάκι με τα μουσεία της πόλης κοιτώντας την κίνηση αναλογίστηκα τα γερμανικά χρέη. Τα μεγάλα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου που οδήγησαν στο ναζισμό. Τα τεράστια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Αυτά που ελάφρυναν το 1949. Αυτά που παραγράφηκαν το 1953. Αυτά που αποσιωπήθηκαν το 1960. Κάπως έτσι μέσα από χρέη δύο παγκοσμίων πολέμων η αυτοκρατορική πόλη των Γουλιέλμων και των Φρειδερίκων διέτρεξε έναν ολόκληρο αιώνα κατά τον οποίο επιτέθηκε και συνθηκολόγησε, αντεπετέθηκε και καταστράφηκε, παραδόθηκε και ανοικοδομήθηκε, επανενώθηκε και ξανακυριάρχησε στις αρχές του 21ου αιώνα. Κάπως έτσι η Γερμανία από χώρα χρεώστης έγινε χώρα πιστωτής στην Ευρώπη.
*****
Ας συνεχίσουμε με τα ελληνικά χρέη. Το φθινόπωρο του 2009 η Ελλάδα ζούσε στον αστερισμό του «οι ωραίοι έχουν χρέη». Το κράτος χρεωμένο και οι πολίτες του ευκατάστατοι. Οι κυβερνώντες διόριζαν και μοίραζαν επιδόματα για να αντισταθμίσουν αυτά που είχαν δώσει οι προηγούμενοι που κυβέρνησαν. Απέναντι στους εκάστοτε κυβερνώντες αυτοί που δεν κυβέρνησαν ποτέ επιδίδονταν σε «ασκήσεις επαναστατικής γυμναστικής» διεκδικώντας περισσότερους διορισμούς και επιδόματα! Μιλούσαν για μια «χαμένη γενιά των 700 ευρώ» (240.000 δραχμών μηνιαίως - για να μην ξεχνιόμαστε) και ζητούσαν κατώτατο μισθό 1300 ευρώ (445 χιλιάδων δραχμών - για να θυμόμαστε). Αυτή ήταν η Ελλάδα του υπερδανεισμού των κομμάτων…
Όσοι μιλούσαν για άφρονα οικονομική πολιτική ξορκίζονταν ως δαίμονες. Κυρίως από πολίτες που έπασχαν ομαδικά από τύφλωση και κώφωση (τα χιλιάδες επιδόματα ανηκέστου βλάβης το επιβεβαίωναν)! Ήταν λες κι η χώρα μόλις είχε βγει από πόλεμο. Ήταν μια εποχή που η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα διεθνώς που συνταξιοδοτούσε και νεκρούς! Αυτή ήταν η Ελλάδα των πολιτών…
Τα δάνεια έπεφταν βροχή στη χώρα. Τότε δόθηκαν και μετοχοδάνεια. Ώσπου έσκασε η φούσκα του χρηματιστηρίου και οι «ξύπνιοι» έγιναν πλουσιότεροι και οι «χαζοί» φτωχότεροι. Ήταν μια από τις μεγαλύτερες αναδιανομές εισοδήματος που έγινε ποτέ. Όμως ελάχιστοι ενοχλήθηκαν αν κρίνουμε την ευκολία με την οποία περάσαμε στην επόμενη κλίμακα: Στα διακοποδάνεια και στα εορτοδάνεια. Αυτή ήταν η Ελλάδα των «αεριτζήδων»…
Όσοι κατά καιρούς μίλησαν για σκάνδαλα βρήκαν μπροστά τους έναν «αυστηρό» πρωθυπουργό που επαναλάμβανε μονότονα: «Όσοι ξέρουν κάτι να πάνε στον εισαγγελέα». Σήμερα που οι υπουργοί του και συνεργάτες του σέρνονται στα δικαστήρια για «αθέμιτο πλουτισμό» και «ξέπλυμα μαύρου χρήματος» αυτός πάντα «αυστηρός» συνεχίζει να επικρίνει προγενέστερους και μεταγενέστερους! Αυτή ήταν η Ελλάδα των «σοβαρών» και των πρωθυπουργών…
Κάποια στιγμή έσκασε στα χέρια ενός μεθεπόμενου πρωθυπουργού η χρεοκοπία. Κι όλοι έσπευσαν να καυτηριάσουν τα οικονομικά χρέη. Κανείς δεν μίλησε για την πολιτική και την ηθική χρεοκοπία που είχε συντελεστεί. Κανείς δεν αναρωτήθηκε για το ποια χρέη βάρυναν περισσότερο στο ισοζύγιο της χώρας;
Μόνο σε μια υποσημείωση (ενός βιβλίου που ελάχιστοι διάβασαν), ο Ρόμπερτ Σόλοου, αμερικάνος νομπελίστας οικονομολόγος, υπενθύμιζε πως: «Οποίος πιστεύει ότι η οικονομική επιτυχία μιας κοινωνίας είναι ανεξάρτητη από τις ηθικές και τις πολιτισμικές της επιταγές, προφανώς έχει κάτι άλλο στο νου του». Ήταν προφανές πως πολλοί στην Ελλάδα είχαν άλλα στο νου τους……
*****
Το 2010 με την ελληνική χρεοκοπία η Ευρώπη ανακάλυψε …τον τροχό! Ή, μάλλον ανακάλυψε το ευρώ! Όμως λόγω γερμανικής σεμνότητας απέφυγε να σταθεί στο νόμισμα και στα χρέη όσων μετείχαν σε αυτό. Έτσι μίλησε περί ηθικής και Greek Statistics!
Αυτό δεν ήταν τυχαίο. Υπάρχει μακρά γερμανική παράδοση στην μελέτη της ηθικής και της οικονομίας. Ως αφετηρία μπορούμε να δεχτούμε το διάσημο έργο “Η Προτεσταντική Ηθική και το Πνεύμα του Καπιταλισμού”, που γράφτηκε στις αρχές του 20ου αιώνα, από τον εξέχοντα γερμανό στοχαστή Μαξ Βέμπερ. Και ως κατάληξη αυτής της σημαντικής γερμανικής παράδοσης ξεχωρίζουμε την απίστευτου όγκου βιβλίο για τα μυστικά κονδύλια της Siemens των γερμανικών δικαστηρίων…
Μπορεί κανείς, λοιπόν, να συμπεράνει πως κάποιοι ευρωπαίοι εταίροι μας μάλλον ήξεραν από πρώτο χέρι για την «ελληνική οικονομία της… διαφθοράς» όταν το 2010 μέσα σε ένα βαρύ διεθνές οικονομικό κλίμα (που ήταν στραβό το είχε φάει κι ο ελληνικός γάιδαρος) έφταναν στην Αθήνα οι πρώτοι εκπρόσωποι των «εθνικών πιστωτών».
*****
Έτσι γνωριστήκαμε με μερικούς συμπαθείς και ευπαρουσίαστους κύριους, που παρά τα εξαιρετικά αγγλικά τους, εκπροσωπούσαν την γερμανική Ευρώπη. Αρχικά μας «κατσάδιασαν». Στη συνέχεια μας έβαλαν σε «πρόγραμμα» χρησιμοποιώντας «πολλαπλασιαστές» και υπολογιστές. Υπολόγισαν πως θα αλλάζαμε ως κοινωνία σε 1-2 χρόνια! Και θα αρχίζαμε να ξεχρεώνουμε σε 2-3 χρόνια! Ήταν ένα «πρόγραμμα» μαγεία. Ή επί το ελληνικότερο ήταν μια «μεγάλη μαγκιά».
Και το πρότειναν αυτοί οι πειθαρχημένοι και μελετημένοι σ’ εμάς που χρόνια ειδικευτήκαμε στα μαγικά, στις ταρζανιές και στη ταχυδακτυλουργία! Ενθουσιασμένοι μάλιστα με την ιδέα την εισηγήθηκαν και σε άλλους: Ιρλανδούς και Πορτογάλους...
Κάπως έτσι απέτυχε το πρώτο πρόγραμμα: Το «μαγικό». Και πήγαμε στο δεύτερο: Το «τεχνοκρατικό». Και με την ίδια προτεσταντική προσήλωση και μεθοδικότητα φτάνουμε στο τρίτο: Το «συμπληρωματικό». Με το οποίο πλέον θα εμπεδώσουμε πως για τα λάθη μας πληρώνουμε εμείς. Και για τα λάθη των άλλων (των μεγάλων) πληρώνουμε πάλι εμείς…
*****
Εδώ πρέπει να σταθούμε για λίγο στην μακρά διαδρομή της χρεωστικής σχέσης Γερμανών και Ελλήνων. Η σχέση ξεκινά με τα γερμανικά κατοχικά χρέη προς την Ελλάδα και καταλήγει στα σημερινά ελληνικά χρέη προς τη Γερμανία. Και οι δύο χώρες χρωστάνε η μια της άλλης μέσα στον χρόνο.
Αν εξετάσουμε μαθηματικά την σχέση των Γερμανών με τα οικονομικά χρέη βλέπουμε πως πρόκειται περί ταυτότητας. Στο πρώτο μέρος της εξίσωσης αποτυπώνεται η αρχή: «Κοίτα μην σου χρωστάνε οι Γερμανοί». Και δεύτερο μέρος της καταγράφεται το αξίωμα: «Κοίτα μην χρωστάς σε Γερμανούς». Και στις δύο περιπτώσεις καταλήγουμε στο ίδιο αποτέλεσμα: Εσύ χάνεις και οι Γερμανοί κερδίζουν.
Αυτό έχει και ιστορικό υπόβαθρο. Από την εποχή της «Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους» και από την εποχή της Γερμανικής Μεσεύρωπης υπάρχει πλήρως καταγεγραμμένη η έμφυτη αρνητική προδιάθεση των Γερμανών για τα δικά τους χρέη. Αντιθέτως είναι διαπιστωμένη η μεγάλη και θετική προδιάθεση τους για τα χρέη των άλλων…
Τώρα αν συγκρίνουμε τις δύο χώρες ως προς την αντίληψη των χρεών θα διαπιστώνουμε αρκετές διαφορές. Έτσι, «η μικρά πλην έντιμος Ελλάς» λόγω μεγέθους, ίσως και ορθόδοξης παράδοσης, εμφανίζεται κάπως κυκλοθυμική και με περίεργη μνήμη: Άλλοτε θυμάται τα χρέη που δεν πρέπει κι άλλοτε ξεχνά αυτά που πρέπει.
Αντιθέτως η μεγάλη Γερμανία λόγω μεγέθους έχει μια νομική ευχέρεια στη «διαχείριση» των οικονομικών χρεών της. Έτσι, μπορεί και «ξεχνά» ή «παραγράφει» μερικά. Όμως, λόγω προτεσταντικής παράδοσης, ήταν και είναι «κέρβερος» στα ηθικά. Το γεγονός αυτό υπογράμμισαν τελευταία και πλήθος γερμανών επισήμων που επισκέφθηκαν την Ελλάδα και εξήγησαν αναλυτικά τις «νομικές περιπλοκές» των γερμανικών κατοχικών χρεών. Αλλά, «όλα κι όλα», αναγνώρισαν πλήρως τα ηθικά χρέη τους!
Με βάση τους παραπάνω συλλογισμούς δεν θα εκπλαγώ καθόλου αν στην επόμενη επίσκεψη μου στην λαμπερή πόλη του Βερολίνου βρεθώ να περπατώ σ’ ένα στοχαστικό αρχιτεκτονικό μνημείο, κάπου κοντά στο Ράιχσταχ, αφιερωμένο στα «άκλαυτα γερμανικά κατοχικά χρέη» προς την Ελλάδα…
*****
Καταλήγοντας μπορούμε πλέον να διατυπώσουμε δύο σημαντικούς διεθνείς κανόνες που διέπουν τη σχέση των εθνών και χρεών:
Ο πρώτος λέει πως τα μεγέθη ενός έθνους καθορίζουν τα χρέη του, αλλά και τις παραγραφές τους. Όσο πιο μεγάλα τα έθνη τόσο πιο εύκολα παραγράφονται τα χρέη. Ιδίως τα μεγάλα χρέη. Αντιθέτως, όσο πιο μικρά τα έθνη τόσο πιο δύσκολα τα πράγματα με τα χρέη. Συνεπώς τα μεγέθη παίζουν σπουδαίο ρόλο στο αξιόχρεο ή στο αναξιόχρεο των εθνών…
Ο δεύτερος διδάσκει πως τα μεγάλα έθνη έχουν την τάση να ξεχνούν ότι θέλουν και να θυμούνται ότι τα συμφέρει. Αντιθέτως τα μικρά έθνη θυμούνται κάποια που αυτά θέλουν και ξεχνούν πολλά που οι άλλοι θέλουν.Συνεπώς η εθνική μνήμη και λήθη των χρεών είναι συνάρτηση του μεγέθους της χώρας…
*****
Ολοκληρώνοντας το πόνημα πρέπει να σημειώσουμε πως υπάρχει μια μεγάλη έλλειψη στη διεθνή βιβλιογραφία. Είναι ανάγκη να προχωρήσει επιτέλους η «ξυγγραφή» μιας εμπεριστατωμένης διεθνούς πραγματείας για τα χρέη των εθνών. Έφτασε ο καιρός να ολοκληρωθεί επιτέλους με αυτήν η ημιτελής παγκόσμια οικονομική τριλογία. Μια τριλογία που ξεκίνησε, στα μέσα του 19ου αιώνα, με το βαρυσήμαντο έργο του σπουδαίου βρετανού διανοητή Άνταμ Σμιθ: “OΠλούτος των Εθνών”! Και συνεχίστηκε, στα τέλη του 20ου αιώνα, με το ξεχωριστό έργο του μεγάλου αμερικάνου καθηγητή Ντέιβιντ Λάντες: “Ο Πλούτος και η Φτώχεια των Εθνών”! Πρέπει τώρα, στις πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα, να βρεθεί κάποιος εξέχων γερμανός στοχαστής που θα συγγράψει για “Τα Χρέη Πλούσιων και Φτωχών Εθνών”! Έτσι ώστε να έχουμε επιτέλους μια πλήρη και ολοκληρωμένη καταγραφή για τα έθνη, τον πλούτο, την φτώχεια και τα χρέη τους, ανά τους αιώνες. Αμήν…
(Αναδημοσίευση από το τριμηνιαίο φιλολογικό περιοδικό ΔΕΚΑΤΑ - τεύχος Φθινοπώρου 2013)