Η Ελλάδα απο "οικονομικό" σε "πολιτικό" πρόβλημα για την Ευρώπη

Του Χρήστου Οικονόμου
«Δεν πρόκειται για συνάντηση διαπραγματεύσεων, αλλά για μια καλή ευκαιρία να ενημερωθεί η Άγγελα Μέρκελ από τον Έλληνα Πρωθυπουργό για το τι ακριβώς συμβαίνει στην Ελλάδα», δήλωσε την περασμένη Τετάρτη ο εκπρόσωπος της Γερμανίδας Καγκελαρίου, Στέφαν Ζάιμπερτ, αναφερόμενος στη συνάντηση στο Βερολίνο των δύο πολιτικών ηγετών.

Ο κ. Ζάιμπερτ τόνισε πως δεν υπάρχουν διμερή θέματα για να συζητηθούν και πρόσθεσε ότι η Ελλάδα έχει δείξει φερεγγυότητα, τονίζοντας πως και οι εταίροι της θα φανούν αντιστοίχως φερέγγυοι έναντι της χώρας μας.

Ήταν μια δήλωση, που παρά την προσπάθεια της γερμανικής πλευράς να εμφανίσει μια στάση στήριξης του Έλληνα πρωθυπουργού, έπασχε σοβαρά στο σημείο που φαινόταν να ενταφιάζει κάθε ελπίδα για άνοιγμα της «πολιτικής ατζέντας» που επιθυμεί η Αθήνα, στο πλαίσιο της Ε.Ε..

Παρά την δεύτερη απόπειρα -την επόμενη κιόλας ημέρα- της κ. Μέρκελ να στηρίξει τον Έλληνα πρωθυπουργό, με θετικές αναφορές στην επίτευξη του πρωτογενούς πλεονάσματος, όπως σχολίαζαν πηγές της Κομισιόν, η επιστροφή της ελληνικής ατζέντας σε ζητήματα οικονομικού περιεχομένου, συνιστά επαρκή απόδειξη της απροθυμίας των ευρωπαίων δανειστών μας να προσχωρήσουν αυτήν την ώρα σε κριτήρια πολιτικής αξιολόγησης της ελληνικής περίπτωσης.

Η τρίτη προσπάθεια στήριξης του Έλληνα πρωθυπουργού έγινε από μεριάς του κ. Ρεν, αναγνωρίζοντας (εμμέσως πλην σαφώς) ότι πέραν από το δημοσιονομικό και το χρηματοδοτικό, που άλλωστε αντιμετωπίζονται σε μεσοπρόθεσμη βάση, στην Ελλάδα εντοπίζεται και η ύπαρξη «πολιτικού κενού», σε ό,τι αφορά τη στήριξη του προγράμματος για τη χώρα μας. Όπως διέρρεε σχετικώς από στελέχη της Κομισιόν, στην περίπτωση της Ελλάδας, «…ο κίνδυνος πολιτικής αποσταθεροποίησης έχει γίνει πλέον αισθητός και δεν μπορεί να αγνοηθεί ...».

Τα ίδια στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπογράμμιζαν ότι η εκτίμηση αυτή βασίζεται σε εκτιμήσεις υπηρεσιών της Κομισιόν στην Ελλάδα αλλά και στις απόψεις στελεχών της που παρακολουθούν τις εξελίξεις στην Αθήνα.

Η μείζων ανησυχία των ανωτέρω εκτιμήσεων αφορά στο ότι ενώ η Ελλάδα δεν θα μπορούσε πλέον να προκαλέσει οικονομικό ατύχημα στην ευρωζώνη (λόγω του ότι το ελληνικό χρέος είναι διακρατικό και εσωτερικό και επομένως δεν θα επηρέαζε τις αγορές), όλοι απεύχονται μία πολιτική αστάθεια σε χώρα της περιοχής, ένα εξάμηνο πριν από τις ευρωεκλογές.

Η προσπάθεια να κινηθεί αργά η διαχείριση της ελληνικής περίπτωσης, αποτελεί κατά τις ίδιες πηγές, ρεαλιστικό σενάριο αντιμετώπισης της πολιτικής πτυχής της υπόθεσης. Και προς τούτο, οι καθυστερήσεις που «παίζουν» οι ευρωπαίοι δανειστές μας, αποσκοπούν ακριβώς σ’ αυτό.   

Ταυτόχρονα, οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης στη Γερμανία παρατείνονται και τα δύο κόμματα που συνομιλούν - για δικούς του λόγους έκαστο- δείχνουν να «βολεύονται» από την ασάφεια σχετικά με τη γραμμή της χώρας, εν όψει των ευρω-εκλογών.

Η κα Μέρκελ, έχει ήδη προχωρήσει σε σοβαρές παραχωρήσεις προς τους σοσιαλδημοκράτες, για να αποφευχθεί κάθε ενδεχόμενο για νέες εκλογές. Και ήδη οι χριστιανο-κοινωνιστές σύμμαχοί τους της Βαυαρίας, αφήνουν να εννοηθεί ότι της καταλογίζεται περισσότερη υποχωρητικότητα προς το SPD απ’ όσο χρειάζεται.

Οι σοσιαλδημοκράτες, από μεριάς τους, επίσης απεύχονται εκλογές αρνούμενοι ωστόσο να πουν το τελικό «ναι», επειδή η κομματική βάση τους είναι άκρως επιφυλακτική για τη συνεργασία με την κα Μέρκελ. Στην περίπτωση του SPD, επίσης, προσμετράται η εμπειρία του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στην Ελλάδα, ως απόρροια της παρά φύσει συνεργασίας με τη Νέα Δημοκρατία, την οποία βεβαίως δεν θα ήθελαν να δοκιμάσουν. Κι αυτό το σημείο, εν όψει ευρω-εκλογών, έχει τη δική του σημασία.

Τέλος, τεχνοκράτες των Βρυξελλών σε πρόσφατη έκθεσή τους προς τον κ. Μπαρόζο, όπως ανέφεραν έγκυρες πηγές, εντοπίζουν τρία «σημεία-κλειδιά» σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση του κλίματος μέχρι τις ευρω-εκλογές: 

- Στο πρώτο, εκφράζεται επιφύλαξη για την απόφαση να επίσπευσης της εξόδου της Ιρλανδίας από την εποπτεία των Βρυξελλών, ιδίως μετά την κίνηση του Δουβλίνου να μειώσει στον κρατικό προϋπολογισμό τα έσοδα από φόρους κατά 20%. Μπορεί η κίνηση-ένδειξη ότι οι περιοριστικές πολιτικές αποδίδουν κάπου στην ευρωζώνη να ήταν αναγκαία, εν όψει ευρω-εκλογών, τονίζεται σχετικά στην ίδια έκθεση, όμως αυτό δεν θα έπρεπε να γίνει με τέτοιο τρόπο ώστε να απειλείται ό,τι έχει κατορθωθεί σε δημοσιονομικό επίπεδο μέχρι τώρα.

- Στο δεύτερο, οι τεχνοκράτες-συντάκτες της έκθεσης, εντοπίζουν τις γνωστές τεχνικές ασυμφωνίες μεταξύ ευρωπαίων και ΔΝΤ, στο χειρισμό της ελληνικής οικονομίας. Αν διαφωνούμε στο τι προηγείται, αναφέρεται σχετικά, η δημοσιονομική πτυχή ή αντιμετώπιση του χρέους, τότε το ελληνικό πρόγραμμα αργά ή γρήγορα, θα εκτραπεί σε αδιέξοδο, αφού και οι δύο στόχοι είναι πρακτικά αδύνατο να υπηρετηθούν και, άλλωστε, κάτι τέτοιο δεν θα ήταν επιστημονικά ορθό.

- Στο τρίτο, τέλος, για πρώτη φορά γίνεται λόγος για «δημοσιονομική επίπτωση» στο ελληνικό πρόγραμμα, συνεπεία της πολιτικής ρευστότητας στη χώρα μας. Κατά ασφαλείς πληροφορίες, στην έκθεση γίνεται λόγος στα «παραδείγματα» του φόρου για την ακίνητη περιουσία και των πλειστηριασμών ακινήτων, ως μη πολιτικώς διαχειρίσιμων περιπτώσεων από μεριάς της κυβέρνησης Σαμαρά. Και αναφέρεται η «πολιτική συνέπεια» των δύο «παραδειγμάτων» ως προς τις δημοσιονομικές επιπτώσεις τους.   

Την ώρα που ολοκληρωνόταν η συνάντηση Σαμαρά-Μέρκελ, διαρροές από μεριάς της ελληνικής κυβέρνησης στην Αθήνα έσπευδαν να εκφράζουν την ικανοποίησή τους για την επιτυχία της συνάντησης. Και παρά το ότι το ίδιο ικανοποιημένοι δήλωναν και οι κ.κ.  Κωστής Χατζηδάκης και οι σύμβουλοι του πρωθυπουργού, Χρύσανθος Λαζαρίδης και Σταύρος Παπασταύρου, που συνόδευαν τον κ. Σαμαρά στο Βερολίνο, το κλίμα επικαθόριζε ένα σχόλιο στελέχους της Κομισιόν στις Βρυξέλλες: «…Η συνάντηση έληξε! Κι εμείς τι θα κάνουμε τώρα;…», διερωτήθηκε ο ευρωπαίος αξιωματούχος.

Αλλά και από μεριάς ενός στελέχους του ΔΝΤ που βρίσκεται αυτές τις μέρες στη βελγική πρωτεύουσα, αφηνόταν να εννοηθεί ότι το Ταμείο δεν περίμενε και πολλά από τη συνάντηση σε ό,τι αφορά το ζήτημα ρύθμισης του ελληνικού χρέους. «Μια συμβολική, όμως, συνέχεια των από νωρίτερα δηλώσεων ότι οι δανειστές θα τηρήσουν κι εκείνοι τις δεσμεύσεις τους, αναγνωρίζοντας το ελληνικό πρωτογενές πλεόνασμα σε συσχέτιση με το ανοιχτό θέμα του χρέους, θα ήταν χρήσιμη…», προσέθετε το ίδιο στέλεχος του ΔΝΤ, εκφράζοντας μιαν άλλη οπτική για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της συνάντησης.           

ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

  1. Σχολιάζετε ως επισκέπτης.
Attachments (0 / 3)
Share Your Location
There are no comments posted here yet