Το Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου 2024 στην ανδριώτισα Μυρτιά Χέλλνερ!

 

Το βραβευμένο βιβλίο της Μυρτιάς Χέλλνερ 

Η Μυρτιά Χέλλνερ είναι αρχαιολόγος και συγγραφέας. Είναι κόρη του πολύ γνωστού στους ελληνικούς αρχαιολογικούς κύκλους φωτογράφου του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Γκέστα Χέλλνερ. Ο Γκέστα ήταν ανδριώτης από επιλογή ζωής. Ανακάλυψε την Άνδρο το 1982. Την αγάπησε, αγόρασε σπίτι κι έζησε πολλά χρόνια σε αυτήν. Κάπως έτσι έγινε ανδριώτισα και η κόρη του Μυρτιά Χέλλνερ.

Γνώρισα τον Γκέστα το 2012 στην αναδρομική έκθεση φωτογραφίας που διοργάνωσε η Καΐρειος Βιβλιοθήκη και την προλόγισε ο σπουδαίος ανδριώτης αρχαιολόγος και σημερινός πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών Μιχάλης Τιβέριος. Ταξίδεψα μαζί του το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς στο Βερολίνο. Περάσαμε μια υπέροχη εβδομάδα εκεί. Αργότερα τον έζησα στο σπίτι του στον Πιτροφό. Εκεί γνώρισα και την κόρη του Μυρτιά.

Τις προάλλες διάβασα στο σάιτ της Καθημερινής για την βράβευσή της με το Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου και Κριτικής και συγκινήθηκα, αλλά κι ενθουσιάστηκα. Συγκινήθηκα γιατί η κόρη του υπέροχου ανθρώπου και καλλιτέχνη Γκέστα Χέλλνερ διακρίθηκε, αλλά κι ενθουσιάστηκα γιατί μια νέα γυναίκα της Άνδρου κέρδισε μια σπουδαία διάκριση. Μια διάκριση που αναδεικνύει το σπουδαίο έργο της αρχαιολογικής φωτογραφίας στην Ελλάδα και συνάμα και το έργο του ξεχωριστού Γκέστα Χέλλνερ για την Ελλάδα.

Η αρχαιολόγος και συγγραφέας Μυρτιά Χέλλνερ

Με αφορμή την βράβευση της Μυρτιάς Χέλλνερ, που τιμήθηκε εφέτος με το Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου-Κριτικής για το έργο της «Ιστορία της αρχαιολογικής φωτογραφίας στην Ελλάδα» (εκδόσεις ΟΤΑΝ, 2023), συνομιλήσαμε μαζί της:

ΤΟ ΒΡΑΒΕΥΜΕΝΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΜΥΡΤΙΑΣ ΧΕΛΛΝΕΡ

Το βιβλίο στα βιβλιοπωλεία

  • Μυρτιά πες μας μερικά λόγια για το βιβλίο σου: περί τίνος πρόκειται;

Η Ιστορία της Αρχαιολογικής Φωτογραφίας στην Ελλάδα, είναι ένα δοκίμιο, που πραγματεύεται την ιστορία της αναλογικής φωτογραφίας από το έτος εφεύρεσης της φωτογραφίας, το 1839 και έως την δεκαετία του 1980. Η δεκαετία αυτή είναι μεταβατική, οπότε σταδιακά η αναλογική φωτογραφία θα αντικατασταθεί από την ψηφιακή, την οποία χρησιμοποιούμε έως σήμερα.

H αρχαιολογική φωτογραφία, ως ένας σχετικά νέος τομέας στα Πανεπιστήμια του εξωτερικού, έχει ως αποτέλεσμα, η ιστορία της να μην έχει μελετηθεί διεξοδικά έως σήμερα. Αυτό το κενό προσπαθεί να καλύψει αυτή η μελέτη. Η εξιστόρηση ξεκινά με σκοπό να αποδώσει σφαιρικά την εξέλιξη της φωτογραφίας στην επιστήμη της αρχαιολογίας.

Η φωτογραφία διαδίδεται στην Ελλάδα αρχικά από τους ξένους ταξιδιώτες-περιηγητές και στη συνέχεια από τους Έλληνες φωτογράφους. Με κάποια καθυστέρηση ξεκίνησαν οι ανασκαφείς των μεγάλων τότε ανασκαφών, όπως παραδείγματος χάριν ο Schliemann, να την χρησιμοποιούν κι εκείνοι. Με τον τρόπο αυτό, και δειλά-δειλά αρχικά, θα εδραιωθεί τόσο, ώστε σήμερα να μην νοείται ανασκαφή ή αρχαιολογική δημοσίευση χωρίς φωτογραφίες. Όμως τα πράγματα δεν ήταν πάντοτε έτσι. Μη ξεχνάμε ότι ήταν μια νέα, άγνωστη εφεύρεση. Και συνήθως οι νέες εφευρέσεις αντιμετωπίζονται με κάποιον δισταγμό.

Από τον 20ό αιώνα και έπειτα, όλα γίνονται ευκολότερα. Υπάρχει μεγαλύτερη αποδοχή, οι τεχνικές δυσκολίες είναι πλέον ελάχιστες και εμφανίζονται φωτογράφοι, όπως ο Boissonnas που καθιερώνουν ένα συγκεκριμένο τρόπο φωτογράφισης των αρχαιολογικών τοπίων. Οι ξένες αρχαιολογικές σχολές, επίσης, διαδραματίζουν έναν καθοριστικό ρόλο, γιατί διαθέτουν από την δεκαετία του 1950 έναν μόνιμο φωτογράφο. Και κάπου εκεί εμπλέκεται και η προσωπική μου σχέση με το θέμα.

Ο πατέρας μου, ο Gösta Hellner, εργάστηκε πάνω από 20 χρόνια, ως ο μόνιμος φωτογράφος του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου της Αθήνας. Ο οποίος όπως γνωρίζετε πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του στην Άνδρο.

Όταν ήρθε στην Ελλάδα την δεκαετία του ’60, νεαρός, είχε ήδη διακριθεί στην Γερμανία για το εικαστικό του έργο, που είχε τότε επιρροές από το Bauhaus. Στην αρχαιολογική φωτογραφία εισάγει νέες μεθόδους και την απαλλάσσει από την υπερβολή και την δραματικότητα. Εισάγει έναν νέο τρόπο «ανάγνωσης» της εικόνας από τους αρχαιολόγους και αλλάζει τον τρόπο φωτογράφισης των γλυπτών.

Ως παιδί, τον συνόδευα συχνά στα επαγγελματικά του ταξίδια και στο φωτογραφικό του στούντιο, όπου μπορούσα να παρακολουθήσω τον τρόπο φωτογράφισής του.

  • Πώς αισθάνεστε για την βράβευση;

Δεν το έχω συνειδητοποιήσει ακόμη. Ίσως επειδή δεν έχει γίνει η απονομή. Είναι μια μεγάλη τιμή για εμένα προσωπικά, αλλά και για τον κλάδο της αρχαιολογίας αυτή η διάκριση. Και θα ήθελα να ευχαριστήσω την επιτροπή των Βραβείων που ψήφισε το έργο μου. Ποτέ δεν είχα φανταστεί αυτή την εξέλιξη. Οπότε πιστεύω, ότι ο άνθρωπος πρέπει πάντα να κυνηγάει τα όνειρά του, να εμπιστεύεται τον εαυτό του και τις ικανότητές του. Δεν ξεχνώ ποτέ τους ανθρώπους, που με στήριξαν καθ΄ όλο το διάστημα της συγγραφής. Είναι οι αφανείς ήρωες της καθημερινότητας… 

Ο ΓΚΕΣΤΑ, Η ΜΥΡΤΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΔΡΟΣ

Ο Γκέστα και η Μυρτιά στο σπίτι τους στον Πιτροφό

  • Πώς ο Γκέστα ανακάλυψε την Άνδρο;

Αυτό έγινε μάλλον τυχαία, όταν ήλθαν στο νησί με την μητέρα μου και αγόρασαν αρχικά ένα σπίτι στην Χώρα, στην Πλακούρα δίπλα στα μουσεία. Αργότερα αγόρασαν ένα κτήμα στο Λύδι, όπου έχτισε ένα σπίτι με περιστερεώνα. Τελικά όμως, αγόρασαν το σπίτι στον Κάτω Πιτροφό, που υπάρχει και σήμερα.

  • Ξέρω ότι λάτρεψε την Άνδρο; Για ποιο λόγο;

Πολλοί ξένοι αγαπούν την Ελλάδα. Συνήθως αγαπούν εκείνα τα πράγματα που δεν υπάρχουν στις χώρες τους. Ο Γκέστα αγαπούσε τον ήλιο και το «ελληνικό φως». Προσπαθώ να κατανοήσω πως οι άνθρωποι πηγαίνουν σε ένα μέρος και το οικειοποιούνται. Η Άνδρος έγινε πατρίδα του. Όπως είναι και δική μου.

Μια ερμηνεία που δίνω, είναι το γεγονός, ότι και οι δυο γονείς μου προέρχονται από προσφυγικές οικογένειες. Η μητέρα μου από την Μ. Ασία, ο πατέρας μου από Γερμανούς ευγενείς της Βαλτικής. Οι άνθρωποι αυτοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις πατρίδες τους, προσαρμόστηκαν. Και ίσως ήταν κάτι που μεταφέρθηκε και στην επόμενη γενιά. Όπως ο δικός μου πατέρας, μου έμαθε από παιδί να αγαπώ το νησί αυτό. Με αποτέλεσμα στο μεταπτυχιακό μου να επιλέξω ως θέμα της μεταπτυχιακής μου εργασίας την μετατροπή του Κάτω Κάστρου της Χώρας σε αρχαιολογικό Πάρκο. Και ο αδελφός μου παρομοίως, ως αρχιτέκτονας, επέλεξε για την διπλωματική του εργασία ξανά την Άνδρο. Είχε σκεφτεί μια αρχιτεκτονική πρόταση για την δημιουργία μιας μονάδας της ΕΜΑΚ με ελικοδρόμιο στο Λύδι.

Ο Γκέστα λάτρευε την φυσική ομορφιά της Άνδρου, τα τοπία της. Του άρεσε πολύ η αρχιτεκτονική της Χώρας, τα μουσεία της, και τα πολιτιστικά της δρώμενα. Είναι ένα νησί που συνδυάζει μια σπάνια ομορφιά. Ο ίδιος αργότερα εγκατέλειψε την φωτογραφία και αφιερώθηκε στα εικαστικά. Οπότε στο σπίτι του, στον Πιτροφό είχε αρκετό χώρο  για να μπορεί να εργάζεται ανενόχλητος, να στήνει τις κατασκευές του και να σκάβει τον κήπο του. Ήταν ένα μέρος που τον γαλήνευε. Το είχε μετατρέψει σε μουσείο τα καλοκαίρια και δεχόταν επισκέπτες. Στο νησί βρίσκεται και η τελευταία του κατοικία, κοντά στην θάλασσα, στον ήλιο του Αιγαίου που τόσο λάτρεψε.

Δ. ΜΠΑΣΑΝΤΗΣ

 

 

ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

  1. Σχολιάζετε ως επισκέπτης.
Attachments (0 / 3)
Share Your Location
There are no comments posted here yet