ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΓΡΑΦΟΥΝ: Η Άνδρος των πανηγυριών και των 45 ημερών
Φωτογραφία αρχείου
Ξεκίνησα να γράφω ορμώμενος από τα πανηγύρια που γίνονται αυτό το μήνα στον τόπο μας. Με τα πανηγύρια αυτά οι κάτοικοι των χωριών προσπαθούν να κρατήσουν τα έθιμα τού τόπου μας. Αλλά και να ανταμώνουν μεταξύ τους. Οι κάτοικοι που μένουν μόνιμα στα χωριά με αυτούς που έχουν φύγει και επιστρέφουν σαν επισκέπτες πλέον μαζί με γνωστούς και φίλους για διακοπές.
Τα πανηγύρια είναι μια μαζική, λαϊκή και φτηνή σχετικά διασκέδαση και για μεγάλους και για νέους, που έρχονται στο νησί το καλοκαίρι, αλλά και μια ανάσα για τους μόνιμους κατοίκους, καθώς με αυτά τα χρήματα που μαζεύουν θα κάνουν κάποια μικρά έργα στα χωριά τους, μπας και κρατηθούν σέ ένα τόπο πού αργοπεθαίνει.
Κι αυτό δεν είναι υπερβολή αν δούμε την τελευταία μέτρηση της Στατιστικής που λέει πως έχουμε πια λιγοστέψει. Οι νέοι μας φεύγουν μην βρίσκοντας εδώ δουλειές και ευκαιρίες.
Όμως ο τουρισμός, που είναι το κύριο εισόδημα κι ανοίγει δουλειές (υπηρεσίες, εμπόριο, διαμονή, εστίαση, οικοδομή, κλπ) δεν πάει καλά. Η οικονομία και η κοινωνία φθίνει. Τα νέα παιδιά μετά το λύκειο φεύγουν και δύσκολα γυρνάνε.
Εμείς οι υπόλοιποι μεγαλώνουμε, γερνάμε και πάμε. Έχω τρία παιδιά τα δύο έφυγαν. Έρχονται για διακοπές το καλοκαίρι πια. Γύρω μου βλέπω παιδιά φίλων, συγγενών, συγχωριανών, αλλά και τα παιδιά των αρχόντων να φεύγουν ψάχνοντας για καλύτερη ζωή μακριά από τον τόπο τους, καθώς δεν υπάρχει τίποτα πού να προμηνύει ανάπτυξη στο άμεσο μέλλον.
Ο τόπος μας δεν προσφέρει σιγουριά στους επενδυτές για να επενδύσουν. Ένα παράδειγμα: ακόμη δεν έχει οριστικοποιηθεί το χωροταξικό που εκκρεμεί εδώ και δεκαετίες. Ποιος θα επενδύσει χωρίς να ξέρει τι του ξημερώνει; Όλα εκκρεμούν ή αλλιώς όλα είναι στον αέρα.
Υποδομές δεν υπάρχουν σοβαρές. Το ίντερνετ πάει κι έρχεται και ποτέ δεν φτάνει. Οι δρόμοι δεν προχωρούν. Η ύδρευση έπασχε και πριν τη λειψυδρία. Με το βυτίο δεν μπορούν να γίνουν καλλιέργειες. Όπου πια υπάρχουν καλλιέργειες. Δεν μπορούν να χτιστούν οικοδομές.
Έχουμε λοιπόν τα καλοκαιρινά πανηγύρια μια φορά τον χρόνο, τον Αύγουστο, να ανταμώσουμε, να πιούμε και να χορέψουμε. Να βγάλει κι ο Σύλλογος ή το χωριό καμιά δεκάρα να φτιάξουμε κάτι και να ανταμώσουμε. Κι ύστερα σε 10-15 μέρες φεύγουν οι εξ Αθηνών και μένουμε εμείς εδώ να κρατάμε Θερμοπύλες. Και να τρωγόμαστε μεταξύ μας όλο τον χειμώνα πού είναι βασανιστικά μακρύς, καθώς νομίζεις ότι ο χρόνος δεν κυλάει…
Γιατί τα γράφω όλα αυτά; Γιατί αγαπώ τον τόπο μου. Έζησα εδώ. Πορεύτηκα εδώ. Ανάθρεψα τα παιδιά μου εδώ. Παραμένω εδώ. Και να σταματούν τα έργα που ξεκίνησαν και να μην αρχίζουν άλλα. Βλέπω να μην γίνονται έργα. Να μην υπάρχει ανάπτυξη. Αλλά και όταν κάτι γίνεται να καταφέρνουμε στο τέλος να γυρνάμε πάλι πίσω στην αδράνεια των κρατικών μεροκάματων, που μοιράζουν σαν ελεημοσύνες. Οι δημοτικοί άρχοντες δεν έχουν σχέδιο κι όραμα. Όχι για τον τόπο τους, αλλά ούτε για τα παιδιά τους! Που κι αυτά φεύγουν…
Αυτά λοιπόν. Άντε να φύγω κι εγώ. Να πηγαίνω γιατί άργησα. Πάω να βοηθήσω για το πανηγύρι του χωριού. Όσο ακόμα υπάρχει το χωριό…
Κώστας Κ.
Ένα ντόπιος από χωριό της Χώρας