Έφυγε ο Γιαννούλης Μαστρογιώργης...
Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος
Έφυγε ο Γιαννούλης… Ο δικός μας Γιαννούλης!
Της νιότης μας, της ανεμελιάς μας και των αξέχαστων καλοκαιριών, που έμειναν πια μια γλυκιά ανάμνηση, όπως και η καλοσυνάτη και πάντα γελαστή μορφή του, όταν μας περίμενε καμένους από τον ήλιο να μας φιλέψει τις λιχουδιές του εκεί κατά το σούρουπο. που εισβάλαμε στην ταβέρνα του στον Άγιο Πέτρο και τα κάναμε… γης μαδιάμ, τρώγοντας και πετώντας ο ένας στον άλλο ότι είχε περισσέψει στα πιάτα μας!
Και γελούσε μαζί μας στην τρέλα της εφηβείας μας, που στο τέλος μας έφερνε ο ίδιος το λάστιχο με το νερό, να πλύνουμε δήθεν την αυλή με τα τραπέζια και 'μεις αφού κάναμε την ταβέρνα… Βενετία, στρέφαμε τη μάνικα κατά πάνω του και γινόμαστε μετά όλοι, μια υπέροχη συντροφιά…
Ήταν ξεχωριστός άνθρωπος ο Γιαννούλης Μαστρογιώργης.
Από τους πρώτους «πρεσβευτές» της Άνδρου, διαφήμισε γνήσια και απλά το νησί, προσφέροντας μοναδικές γεύσεις στους επισκέπτες του. Το στέκι που δημιούργησε από το 1958 στον Άγιο Πέτρο - μέσα στην ερημιά της περιοχής - χωρίς ρεύμα και σπίτια τριγύρω, είχε μπροστά του μια μαγευτική και παρθένα παραλία, ζεστασιά, γραφικότητα και αυθεντικό ελληνικό φαγητό. Ήταν το σημείο αναφοράς της άνοιξης και του καλοκαιριού.
Τους σκληρούς χειμώνες ο Γιαννούλης έμενε στον τόπο του. Πήγαινε απ’ τα ξημερώματα στα μποστάνια και τα ζώα του φροντίζοντας μόνος του τα πάντα.
Ήταν αυθόρμητος, ζυμώθηκε με την τοπική κοινωνία, αγαπήθηκε, έφτιαξε μια υπέροχη οικογένεια και μεγάλωσε τον Νίκο και την Πόπη, που ανέλαβαν την όαση του Αγίου Πέτρου και συνεχίζουν με επιτυχία…
Ο Γιαννούλης έφυγε ήσυχα στον ύπνο του στα 92 του χρόνια.
Έζησε πέτρινες εποχές, την Κατοχή, την φτώχεια της μεταπολεμικής Ελλάδας και για χρόνια περιπλανήθηκε στα βουνά και της ερημιές της Άνδρου, ως αγροτικός ταχυδρόμος, πηγαίνοντας μ’ ένα μουλάρι από το ένα χωριό στο άλλο μεταφέροντας τα γράμματα των ξενιτεμένων ναυτικών και τα χρήματα από τα σκληρά μπάρκα, στις οικογένειες τους.
Κρατούσε ακόμα την ταχυδρομική τρομπέτα, που ειδοποιούσε τους χωριανούς να συγκεντρωθούν στην πλατεία, προκειμένου να τους παραδώσει γρήγορα τις επιστολές και να ξεκινήσει για το επόμενο χωριό πριν νυχτώσει…
Είχε ένα σωρό ιστορίες να σου διηγηθεί και 'μεις πιτσιρικάδες τον ακούγαμε με το στόμα ανοιχτό! Ακόμα έχω μια εικόνα άσβηστη στο μυαλό μου. Ήμουν δεν ήμουν 4-5 χρονών και είχε έρθει σπίτι μας στην πλατεία Βικτωρίας να φέρει κάτι πράγματα από το νησί που του είχε δώσει ο παππούς μου για την μητέρα μου.
Μπήκε φορώντας την στολή του ναύτη μ ένα πλατύ χαμόγελο και άρχισε τα αστεία:
- Πάρτα γρήγορα κυρία Μαρία γιατί έχω αργήσει. Πάω στον Ναύσταθμο στην Σαλαμίνα και θα φάω καμπάνα. Και αν με τιμωρήσουν πως θα πάω στην Άντρο (όχι Άνδρο) που με περιμένει δουλειά…
Καλέ μας Γιαννούλη καλό ταξίδι.
Ο Λάκης, ο Αντώνης, ο Βασίλης, η Λίλα, η Σμαρώ, ο Γιώργος, ο Γιάννης, ο Αλέκος, ο Κυριάκος οι υπόλοιποι και εγώ δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ…