«Μετάνιωσα πικρά στη ΜΕΘ που δεν είχα κάνει εμβόλιο»
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ - ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Η Ηλιάνα Μουσουδάκη νοσηλεύθηκε για 25 ημέρες στο «Σωτηρία», τις 11 από αυτές σε ΜΕΘ, προτού λάβει εξιτήριο στις 13 Δεκεμβρίου. Η Ηλιάνα Μουσουδάκη, 43 ετών και ανεμβολίαστη, έβλεπε την υγεία της να επιδεινώνεται ραγδαία. «Αυτό το πράγμα μέσα μου με έτρωγε, προχωρούσε ανεξέλεγκτα, χωρίς να το ορίζω», λέει για τον ιό. Στον ίδιο τετράκλινο θάλαμο βρισκόταν μόνο μία εμβολιασμένη ασθενής, τρεις δεκαετίες μεγαλύτερή της, η οποία όμως το περνούσε ελαφρά. Αυτή η διαφορά στην εικόνα τους την έβαλε σε σκέψεις.
«Όλη αυτή την περίοδο στο νοσοκομείο συνάντησα μόλις τέσσερις ασθενείς που είχαν εμβολιαστεί. Ανάμεσά τους και μία γυναίκα 92 ετών που βγήκε έπειτα από πέντε ημέρες, περπατώντας. Κι εγώ στην ηλικία μου ήμουν με κατεστραμμένα πνευμόνια και μια εμβολή. Σοκαρίστηκα», λέει στην «Κ». «Αναθεώρησα. Αισθάνθηκα τόσο άσχημα με όλη αυτή την περίοδο που ξόδεψα νομίζοντας ότι είμαι αγέρωχη, ατρόμητη, ακόμη και πιο έξυπνη που “δεν έπεσα στη λούμπα του συστήματος να εμβολιαστώ”. Το μετάνιωσα πικρά».
Η επικοινωνία μας έγινε τηλεφωνικά, καθώς δεν έχει ανακτήσει ακόμη πλήρως τις δυνάμεις της. Λαμβάνει και στο σπίτι οξυγόνο, κορτιζόνη και αντιβίωση και για τους επόμενους έξι μήνες θα κάνει αντιπηκτικές ενέσεις. Νιώθει ακόμη εξαντλημένη. Με την παραμικρή κίνηση μπορεί να πέσει ο κορεσμός, γι’ αυτό και περνάει το μεγαλύτερο διάστημα της ημέρας ξαπλωμένη.
«Αισθάνθηκα τόσο άσχημα με όλη αυτή την περίοδο που ξόδεψα νομίζοντας ότι είμαι αγέρωχη, ακόμη και πιο έξυπνη που “δεν έπεσα στη λούμπα του συστήματος να εμβολιαστώ”».
Η μαρτυρία της φωτίζει πάντως και ακόμη μία πτυχή, τα μονοπάτια της σκέψης στα οποία είχε εγκλωβιστεί προηγουμένως αποφεύγοντας να εμβολιαστεί και τις αντιεπιστημονικές θεωρίες και τα καχύποπτα σενάρια που συναντούσε στις διαδικτυακές αναζητήσεις της, αλλά και σε συζητήσεις με φίλους και γνωστούς.
Δεν θεώρησε ποτέ ότι δεν υπάρχει ιός. «Είχα τρομοκρατηθεί, όπως όλοι», λέει και θυμάται πως κατά την περίοδο του πρώτου πανδημικού κύματος αποστείρωναν κάθε αντικείμενο που έμπαινε στο σπίτι. Ούτε ανήκε στους αρνητές των εμβολίων γενικά, όπως επισημαίνει. Ωστόσο υποδέχτηκε με δυσπιστία το ξεκίνημα της εμβολιαστικής κάλυψης για την COVID-19 και στη χώρα μας.
Είχε κλείσει ραντεβού για εμβολιασμό τον Ιούνιο, αλλά λόγω μιας ίωσης η γιατρός της τη συμβούλευσε να το αναβάλει για τον επόμενο μήνα. Το μετέθετε σκεπτόμενη όπως λέει ότι όσο πιο πολύς καιρός περάσει τα εμβόλια «θα έχουν εξελιχθεί και θα έχουν δοκιμαστεί περισσότερο».
Η είδηση του θανάτου ενός συγγενούς μιας φίλης της από μυοκαρδίτιδα την τρόμαξε. Συνέδεσαν όπως λέει το περιστατικό με τον πρόσφατο εμβολιασμό του, παρότι δεν γνώριζαν τεκμηριωμένα εάν υπήρχε όντως σχέση μεταξύ των δύο, ούτε ποιο ήταν το πλήρες ιατρικό ιστορικό του. Ακολούθησε η ενημέρωση από το Διαδίκτυο, από πηγές οι οποίες, όπως λέει σήμερα η ίδια, δεν ήταν έγκυρες.
«Διαβάζαμε ότι ο ιός είναι τεχνητός, ότι σκοπός είναι η μείωση του πληθυσμού, ότι μέσα στα εμβόλια υπάρχουν ουσίες που έπειτα από χρόνια θα μας αρρωστήσουν. Ολα αυτά σε τρομοκρατούν», λέει. «Είχα φτάσει σε σημείο να αισθάνομαι και από τους τυχερούς που δεν είχα εμβολιαστεί. Όταν παίρνεις μια θέση, μετά ακούς όλα αυτά που σε εξυπηρετούν και τα υπόλοιπα τα απωθείς. Όταν εμφανίζονταν ειδήσεις για τον κορωνοϊό τις απέφευγα, σαν να μη με ενδιέφερε, να μη με αφορούσε, σαν να ήμουν αθάνατη. Είχα μια λογική ότι όλο αυτό είναι μακριά από εμένα, ότι δεν είναι εντελώς αλήθεια, έχει εξασθενήσει ο ιός, και να κολλήσουμε δεν θα πάθουμε τίποτα. Μέχρι που δυστυχώς κολλήσαμε».
Στις 13 Νοεμβρίου ο άντρας της και ο εξάχρονος γιος τους πήγαν σε ένα παιδικό πάρτι, σε ανοιχτό χώρο, χωρίς μάσκες, όπου έπειτα τους ενημέρωσαν ότι υπήρχε κρούσμα. Νόσησαν όλοι στην οικογένειά της, εκείνη όμως πιο βαριά. Στον θάλαμο νοσηλείας την ταρακούνησαν δύο δεδομένα: ο μικρός αριθμός των εμβολιασμένων ασθενών και η καλύτερη κλινική τους εικόνα σε σχέση με την πλειονότητα των ανεμβολίαστων. Αναλογίστηκε τον κίνδυνο που αντιμετώπιζε, σκεφτόταν το παιδί της και επανεξέτασε την επιλογή της.
«Δεν πρέπει να το ζήσει κανένας άλλος αυτό που έζησα, δεν είναι αστείο. Είναι κάτι που το πέρασα, δεν είναι ο γνωστός του γνωστού, δεν είναι κάτι που δεν σε αγγίζει, είναι δίπλα μας, κοντά μας», τονίζει. Όπως αναφέρει, για την ίδια είχαν λειτουργήσει αποτρεπτικά στο παρελθόν οι επικρίσεις που μπορεί να δεχόταν από ανθρώπους που είχαν εμβολιαστεί. Θεωρεί, όπως λέει, ότι οι κατηγορίες δεν βοηθούν, «αλλά σπρώχνουν τον ανεμβολίαστο ακόμη πιο μακριά». Λέει ότι αισθάνεται ευγνωμοσύνη για την περίθαλψη και την ψυχολογική υποστήριξη που της παρείχαν σε αυτή τη δύσκολη συνθήκη το ιατρικό και το νοσηλευτικό προσωπικό της ΜΕΘ 4 και της κλινικής Λοιμώξεων Β΄ του νοσοκομείου «Σωτηρία».