Τελικά, τα «σκουπίδια» νίκησαν. Όμως η καθιερωμένη, ύστερα από εκλογές, δήλωση της αντιπροέδρου Κάμαλα Χάρις, για να παραδεχθεί την ήττα της- κατά το πολιτικό έθιμο- άργησε μια ημέρα. Φυσικό ήταν, γιατί δυστυχώς είναι περιορισμένες οι δυνατότητες της ηττηθείσας. Επομένως, κάποιοι έπρεπε να γράψουν τη δήλωσή της, μετά έπρεπε εκείνη να μάθει να την απαγγέλλει από το Autocue, αλλά και ο χειριστής του μηχανήματος έπρεπε και αυτός να μάθει την ομιλία για να ακολουθεί τον σωστό ρυθμό, για να μην υπάρχουν κενά και μένει άφωνη η Κάμαλα, όπως συνέβη στην προεκλογική εκστρατεία. Ηταν ολόκληρη διαδικασία, τέλος πάντων, η οποία δεν έβγαινε μέσα σε μερικές ώρες. Υποθέτω ότι τώρα ξεκινά ο καβγάς στους Δημοκρατικούς για τις ευθύνες της ήττας. Θα τον παρακολουθήσω με ενδιαφέρον.
Εντούτοις, την άποψή μου την έχω διαμορφώσει και δεν πειράζει καθόλου αν την επαναλάβω, καθώς εκτιμώ ότι δικαιώθηκε. Το προπατορικό αμάρτημα στην ιστορία αυτής της αποτυχίας είναι η ηλιθιότητα του «woke» και της πολιτικής ορθότητας, δηλαδή η προσπάθεια να αλλάξει η πραγματικότητα μέσω της επιβολής μιας ψεύτικης γλώσσας. Η διάβρωση των θεσμών της δημοκρατίας ήταν η αιτία της αποτυχίας, κάτι που είδαμε στη στάση του Τύπου και των ΜΜΕ στις ΗΠΑ. Μεταχειρίζονταν τον Μπάιντεν όπως ακριβώς οι σοβιετικοί δημοσιογράφοι τον Μπρέζνιεφ, όταν ο γηραλέος ηγέτης της Σοβιετίας χαιρετούσε το κενό από την εξέδρα.
Οι δημοσιογράφοι των έγκυρων και ποιοτικών, υποτίθεται, μέσων της Αμερικής έβλεπαν μπροστά τους την καταφανέστατη σωματική και διανοητική αδυναμία του προέδρου και έκαναν ότι δεν έβλεπαν. Ακόμη και οι κωμικοί της μεγάλης αμερικανικής παράδοσης του stand-up αυτολογοκρίνονταν για το θέμα. Έπρεπε να φτάσουμε στο περίφημο debate με τον Τραμπ, για να αποκαλυφθεί το μυστικό, που δεν ήταν καθόλου κρυφό, γιατί όποιος είχε μάτια έβλεπε.
Το μυστικό όμως το δημιουργούσε η προθυμία όσων έβλεπαν να κλείνουν τα μάτια τους. Σε αυτή την αυταπάτη βρίσκεται η ουσία του «woke». Είναι μια κατάσταση που θυμίζει το περίφημο σκετς των Monty Python με τον ψόφιο παπαγάλο: «είναι νεκρός», «όχι δεν είναι, κοιμάται βαριά», κ.ο.κ. Στην περίπτωση του απερχομένου προέδρου των ΗΠΑ, ο παπαγάλος ήταν ψόφιος. Κατά σύμπτωση, μάλιστα, αν θυμάμαι καλά, ο παπαγάλος στο συγκεκριμένο σκετς είχε ένα χρώμα «σαπαφείρινο μαβί», δηλαδή το μπλε των Δημοκρατικών…
Μετά από αυτό, η αλυσίδα των λαθών ήταν αναπόφευκτη. Το κονκλάβιο των Δημοκρατικών προώθησε την Κάμαλα Χάρις, κρίνοντας ότι δεν υπήρχε χρόνος για προκριματικές και ελπίζοντας, ενδεχομένως, ότι θα την είχαν υπό τον έλεγχό τους. Ίσως να μην είχαν άλλη δυνατότητα, εκ των υστέρων όμως ήταν λάθος. Καταρχάς, επειδή ως αντιπρόεδρος του απερχομένου προέδρου δεν ήταν εύκολο να πάρει απόσταση από τις θέσεις του αφεντικού της επί τέσσερα χρόνια. Το αποτέλεσμα ήταν η ασάφεια των θέσεων της σε όλα τα κρίσιμα ζητήματα, την οποία έκανε πολύ χειρότερη η απόλυτη έλλειψη ευφράδειας, για να το θέσω κομψά.
Το άλλο μειονέκτημα της επιλογής ήταν ότι επρόκειτο για το προϊόν παρασκηνιακής και αντιδημοκρατικής μεθόδευσης. Αυτό, σε συνδυασμό με την εμφανή ανεπάρκεια της αντιπροέδρου, έπληξαν καίρια το κύρος της επιλογής και του κόμματος. Πολλοί Αμερικανοί, όπως φαντάζομαι, θα σκέφτηκαν κάπως έτσι: «Εσείς, δηλαδή, που μας κρύβατε την κατάσταση του Μπάιντεν, τώρα μας ζητάτε να χάψουμε την Κάμαλα; Μάτια δεν έχουμε;». Αν η επιλογή ήταν καλή, θα εξισορροπούσε τη μομφή περί αντιδημοκρατικότητας των διαδικασιών. Ήταν όμως η Κάμαλα...
Το συμπέρασμα είναι ότι δύο φορές η ίδια απάτη δεν πιάνει. Και μάλιστα απανωτά. «Δεν μπορείς να κοροϊδεύεις τους πάντες για πάντα», όπως είπε ο αείμνηστος ιδρυτής των Ρεπουμπλικανών, καλή τους ώρα εκεί που βρίσκονται. Το λέω έτσι, επειδή δυστυχώς δεν υπάρχουν πια. Ο τίτλος μόνο έχει παραμείνει, το περιεχόμενο όμως είναι MAGA. Αλλά αυτό είναι το αντικείμενο ενός ξεχωριστού σημειώματος. Ο λαϊκισμός, πάντως, δεν είναι ξένο στοιχείο στην ιστορία της αμερικανικής δημοκρατίας. Σε καμία δημοκρατία δεν είναι, εφόσον λειτουργεί ελεύθερα. Είναι και αυτό μέρος του παιχνιδιού. Το ζήσαμε και στη χώρα μας. Οι ισχυρές δημοκρατίες επιβιώνουν από τις κρίσεις λαϊκισμού, εφόσον οι θεσμοί τους έχουν γερές ρίζες. Αν δεν έχουν, παίρνουν τον δρόμο της Αργεντινής και του Μεξικού…