Κοινωνικά δίκτυα και συμβατικά ΜΜΕ. Λαϊκιστές και ελίτ. Διαδίκτυο και προπαγάνδα...
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ - ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Θα είχαμε τον Ντόναλντ Τραμπ χωρίς τα κοινωνικά δίκτυα; Τι ρόλο έπαιξαν τα νέα Μέσα στην εξάπλωση και στην επικράτηση του κινήματος MAGA; Και πώς θα επηρεάσουν την αντιπαράθεση της νέας αμερικανικής κυβέρνησης προς τα παραδοσιακά media; Ο Μάρτιν Γκάρι, πρώην αναλυτής της CIA, μέσα από το ιστολόγιό του «Το πέμπτο κύμα», χαρτογραφεί την εξέλιξη του τοπίου των ΜΜΕ και πιστεύει ότι η ανθρωπότητα βρίσκεται στο κατώφλι μιας νέας εποχής ενημέρωσης. Μιλώντας στον Αθανάσιο Κατσικίδη ο Γκάρι θέτει το ζήτημα της «κουλτούρας της λογοκρισίας», που οδηγεί στην άνοδο αντιδραστικών πολιτικών μέσα από μη συμβατικές πλατφόρμες επικοινωνίας.
Κοινωνικά δίκτυα και συμβατικά ΜΜΕ
– ΕΡΩΤΗΣΗ: Γιατί οι πολίτες επιλέγουν στο διαδίκτυο την αφιλτράριστη και φθηνή πληροφόρηση;
– ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Όλες οι πληροφορίες φιλτράρονται: διαφορετικά, ο εγκέφαλός μας θα εκρήγνυτο. Το κοινό έχει απομακρυνθεί από τα παραδοσιακά φίλτρα, δηλαδή τα παλιά μέσα ενημέρωσης, επειδή δεν εμπιστεύεται πλέον το περιεχόμενό τους. Με έναν σχεδόν άπειρο αριθμό πηγών πληροφόρησης να είναι πλέον διαθέσιμος, οι παλιές εφημερίδες και οι ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί εμφανίζονται να περιορίζονται στο αντικείμενό τους, με συγκαταβατικό ύφος και, το χειρότερο απ’ όλα, να γίνονται μέσα βαρετά. Το κοινό ενδιαφέρεται πλέον για την οικογένεια, την εργασία, τον πατριωτισμό και τον αθλητισμό.
Από την άλλη πλευρά, οι ελίτ που ελέγχουν τα ΜΜΕ έχουν εμμονή με την κλιματική αλλαγή, τη μετανάστευση, την πολυπολιτισμικότητα και τα υπερεθνικά σχέδια όπως η Ε.Ε. Το ερώτημα που πρέπει να θέσουμε δεν είναι γιατί το κοινό έχει εγκαταλείψει τα «παραδοσιακά» μέσα ενημέρωσης, αλλά αν τα παραδοσιακά μέσα θα καταφέρουν να επιβιώσουν.
– Από τη μία πλευρά, έχουμε πχ τις συνεχείς αναρτήσεις του προέδρου Τραμπ σε πλατφόρμες όπως το «Truth Social», από την άλλη έχουμε τις λιγότερο συχνές τηλεοπτικές συνεντεύξεις του στα «παραδοσιακά» μέσα ενημέρωσης όπως το CNN. Βλέπετε μια προσπάθεια να παρακάμψει τα φίλτρα;
– Στην πραγματικότητα, ο Τραμπ εμφανίζεται στην τηλεόραση πολύ περισσότερο από ό,τι ο Τζο Μπάιντεν – πιθανώς περισσότερο από οποιονδήποτε πρόεδρο στην ιστορία. Ηταν κάποτε σταρ των ριάλιτι και καταλαβαίνει καλά πώς λειτουργούν τα Μέσα. Αυτό που προσπαθεί να αποφύγει είναι η «διαμεσολάβηση»: δηλαδή οι δημοσιογράφοι να στέκονται ανάμεσα στα λόγια του και στους ψηφοφόρους. Ο Τραμπ γνωρίζει ότι τα ειδησεογραφικά μέσα ενημέρωσης είναι εξαιρετικά εχθρικά απέναντι σε αυτόν και στις θέσεις του, οπότε η καλύτερη πολιτική στρατηγική του είναι να μιλάει απευθείας στο κοινό. Η «ψηφιακή μετάβαση» με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα podcasts είναι ένας τρόπος για να παρακάμψει τη «διαμεσολάβηση», αλλά το ίδιο ισχύει και για το είδος των αυτοσχέδιων, ελεύθερων τηλεοπτικών συνεντεύξεων στις οποίες συχνά επιδίδεται.
– ΕΡΩΤΗΣΗ: Αυτό που έχει ενδιαφέρον στη νέα κυβέρνηση είναι ότι ο Τραμπ επέλεξε «λαμπερές» και αμφιλεγόμενες προσωπικότητες, ενώ οι τεχνοκράτες παραγκωνίστηκαν. Πρόκειται για μια προσπάθεια δημιουργίας ενός συστήματος πιστών οπαδών με εμπειρία μόνο από τα μέσα ενημέρωσης;
– ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Οι διορισμένοι από τον Τραμπ διαφέρουν από τους τυπικούς χαρακτήρες της Ουάσιγκτον από διάφορες απόψεις. Πρώτον, είναι πολύ νέοι, με πολλούς από αυτούς να είναι 30 και 40 ετών. Δεύτερον, είναι «πολεμιστές της ρητορικής (rhetorical warriors)» και γνωρίζουν πώς να ελίσσονται στο πεδίο μάχης της πληροφορίας του 21ου αιώνα. Αυτό μεταφράζεται ότι κάνουν συνεχώς αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και απευθύνονται σε podcasters, όπως ο Τζο Ρόγκαν (σ.σ. παρουσιαστής του πιο δημοφιλούς podcast, που απευθύνεται κυρίως σε νέους άνδρες), για παράδειγμα, και αντιμετωπίζουν τα ειδησεογραφικά μέσα κύρους με την περιφρόνηση που αρμόζει σε έναν πολιτικό αντίπαλο. Τρίτον, στερούνται αξιοσημείωτα διαπιστευτήρια, δηλαδή κυβερνητική εμπειρία. Υπάρχει λόγος γι’ αυτό. Οι άνθρωποι με εμπειρία ανήκουν στην τάξη της ελίτ που ο Τραμπ έχει ορκιστεί να ανατρέψει. Προσπάθησε να κυβερνήσει μαζί τους κατά την πρώτη του θητεία και σχεδόν πάντοτε εργάστηκαν για να υπονομεύσουν τους στόχους του.
Η επίδραση του νέου «θιάσου» στο πρώτο διάστημα της διακυβέρνησης είναι ενδιαφέρουσα. Η πόλη της Ουάσιγκτον μοιάζει σαν να έχει καταληφθεί από μια ομάδα ατίθασων νεαρών πειρατών και μια χαοτική «ενέργεια» πάλλεται μέσα στις συνήθως νυσταλέες διαδικασίες της κυβέρνησης. Πλέον, η ριζική αλλαγή φαίνεται ξαφνικά δυνατή. Ωστόσο, η διακυβέρνηση προϋποθέτει να ξέρει κανείς ποιους μοχλούς πρέπει να τραβήξει στον πολύπλοκο διοικητικό μηχανισμό. Αργά ή γρήγορα θα μάθουμε αν οι «τραμπιστές» έχουν την ικανότητα να το πετύχουν αυτό.
Λαϊκιστές και ελίτ
– ΕΡΩΤΗΣΗ: Θα λέγατε ότι η προσέγγιση του Τραμπ στην «πολωτική επικοινωνία» θα επηρεάσει τις μελλοντικές στρατηγικές άλλων πολιτικών; Για παράδειγμα, θα μπορούσαμε να δούμε τη ριζοσπαστικοποίηση του Δημοκρατικού Κόμματος;
– ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Η πόλωση είναι στον αέρα και υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια. Ο Μπαράκ Ομπάμα ήταν μια πολωτική φιγούρα, καθώς υπέστη δύο σοβαρές ενδιάμεσες ήττες και μας έδωσε τον Ντόναλντ Τραμπ ως «δώρο» του στον κόσμο. Ο Τζο Μπάιντεν ήταν τόσο πολωτικός που, στο τέλος, απορρίφθηκε από το ίδιο του το κόμμα. Ολα αυτά ισχύουν και στην Ευρώπη. Ο Εμανουέλ Μακρόν είναι ένας εξαιρετικά πολωτικός πολιτικός – δεν είναι μόνο η Μαρίν Λεπέν. Επομένως, η σύγκρουση είναι πολωτική και η μάχη μεταξύ των λαϊκιστών που εκπροσωπούν μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης και των ελίτ που εκπροσωπούν τα θεσμικά συμφέροντα του 20ού αιώνα μαίνεται εδώ και δύο δεκαετίες.
Πρέπει να γνωρίζετε ότι και οι δύο πλευρές έχουν ριζοσπαστικοποιηθεί. Ο Τραμπ συχνά μιλάει σαν να θέλει να αλλάξει τα πάντα, συμπεριλαμβανομένου του αέρα που αναπνέουμε. Αλλά το ίδιο ισχύει και για τους Δημοκρατικούς, οι οποίοι, υπό τον Τζο Μπάιντεν, στόχευαν να αλλάξουν το φύλο μας, τα οχήματά μας, ακόμη και τα πλαστικά καλαμάκια με τα οποία πίνουμε τα «smoothies» μας, και ήταν πρόθυμοι να επιβάλουν λογοκρισία, να διώξουν πολιτικούς αντιπάλους για να πετύχουν τους στόχους τους.
– ΕΡΩΤΗΣΗ: Απαντώντας σε ένα άρθρο για τον λαϊκισμό στη Γαλλία, σημειώσατε στο Χ ότι «ο λαϊκισμός είναι αποτέλεσμα, όχι αιτία, δεν είναι ιδεολογία ή κόμμα. Ο λαϊκισμός είναι αυτό που συμβαίνει όταν οι ελίτ αποτυγχάνουν». Πού οδηγεί η κατάρρευση των ελίτ;
– ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Πριν απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, ας ρίξουμε μια ματιά στο παγκόσμιο πολιτικό τοπίο. Αν το κάνουμε χωρίς προκαταλήψεις, δεν θα ανακαλύψουμε κανένα ίχνος «προοδευτικών δυνάμεων» ή «κυρίαρχης πολιτικής» μεταξύ των ομάδων που διεκδικούν σήμερα την εξουσία.
Οι λαϊκιστές σίγουρα δεν είναι προοδευτικοί. Ορισμένοι, όπως ο Βίκτορ Ορμπαν, επιδιώκουν ένα ρητά «ανελεύθερο» εθνικιστικό σχέδιο. Αλλοι, όπως η Τζόρτζια Μελόνι, ενδιαφέρονται περισσότερο να κρατήσουν μακριά το κύμα της μετανάστευσης, ενώ μια τρίτη ομάδα, με επικεφαλής τον Τραμπ και τον Αργεντινό Χαβιέρ Μιλέι, επιθυμεί να αναδιαμορφώσει τη δομή της σύγχρονης κυβέρνησης. Στις πράξεις και τις συμπεριφορές τους, κανένας από αυτούς δεν μοιάζει με το μοντέλο του 20ού αιώνα του κυρίαρχου προοδευτικού φιλελευθερισμού.
Να σημειώσω ότι για έναν Αμερικανό, το καθεστώς «ψηφιακής λογοκρισίας» της Ευρώπης αρχίζει να προσομοιάζει σε αυτό της Κίνας. Στη Γερμανία και στη Γαλλία μπορεί να συλληφθείτε επειδή κοροϊδέψατε εκλεγμένους αξιωματούχους στο Διαδίκτυο. Στη Ρουμανία, οι προεδρικές εκλογές, τις οποίες επρόκειτο να κερδίσει ένας λαϊκιστής, ακυρώθηκαν με το σαθρό πρόσχημα ότι οι Ρώσοι είχαν χειραγωγήσει το TikTok. Θα ήθελα πολύ να βάλω την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν σε μια μηχανή του χρόνου, ώστε να εξηγήσει στον Τζον Στιούαρτ Μιλ πώς πρέπει μερικές φορές να ακυρώνει κανείς τις εκλογές για να σώσει τη φιλελεύθερη δημοκρατία.
Το ερώτημά σας, λοιπόν, είναι: Θα επιβιώσει η σημερινή ελίτ; Η απάντησή μου θα ήταν: Πιθανόν όχι. Οι ελίτ είναι αναπόφευκτες, αλλά η σημερινή ελίτ είναι μοναδικά ατάλαντη και αντιδραστική. Η εκτίμησή μου είναι ότι θα αντικατασταθούν από ένα πιο τεχνολογικά καταρτισμένο πλήθος.
Ελλάδα και διαδικτυακή προπαγάνδα
– ΕΡΩΤΗΣΗ: Πρόσφατα, ένας Ελληνας αξιωματούχος ανέφερε ότι ρωσικής κατεύθυνσης bots έπαιξαν ρόλο στη διάδοση ψευδών ειδήσεων και στην κινητοποίηση χιλιάδων πολιτών ως απάντηση σε ένα σιδηροδρομικό δυστύχημα. Χρησιμεύουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως ισχυρό εργαλείο για ξένες υπηρεσίες για την αποσταθεροποίηση κυβερνήσεων; Αν ναι, υπάρχει μια συγκεκριμένη μεθοδολογία ή τακτική που χρησιμοποιούν για να χειραγωγήσουν την κοινή γνώμη;
– ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Αναρωτηθείτε: Αν εκτεθείτε σε ψευδή στοιχεία στο TikTok ή στο X, θα αλλάξετε γνώμη για οποιοδήποτε θέμα εξαιτίας αυτού; Αν η απάντηση είναι «όχι», τότε γιατί πιστεύετε ότι οι συμπολίτες σας θα άλλαζαν τη δική τους; Μήπως επειδή είστε πιο έξυπνοι, πιο μορφωμένοι, πιο απαιτητικοί από τη μάζα; Αυτή η θεωρία δεν συμπίπτει ακριβώς με τον φιλελευθερισμό ή τη δημοκρατία.
Ή σκεφτείτε κάτι άλλο: Ο Βλαντιμίρ Πούτιν εισέβαλε στην Ουκρανία και μέσα σε 24 ώρες έγινε ο απόλυτος κακός και ο Ουκρανός Βολοντίμιρ Ζελένσκι παγκόσμιος ήρωας. Αν οι Ρώσοι είναι τόσο πανούργοι στη χειραγώγηση της κοινής γνώμης, γιατί δεν συνέβη το αντίθετο;
Το Διαδίκτυο είναι η μητέρα των ψεμάτων, αλλά υπάρχουν απολύτως μηδενικά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι πολίτες άλλαξαν γνώμη. Κάποιες μελέτες έδειξαν ότι οι «ψευδείς ειδήσεις» δεν είχαν καμία επίδραση στην εκλογή του Τραμπ το 2016. Αλλες δείχνουν ότι το ανθρώπινο μυαλό, από τη στιγμή που έχει αποφασίσει για μια γνώμη, είναι εξαιρετικά δύσκολο να αλλάξει. Η φυσική αντίδραση στις ψευδείς πληροφορίες δεν είναι να τις αποδεχθούμε – αυτό θα ήταν μια εξελικτική καταστροφή, αλλά το να οχυρωθεί κανείς στις προκατασκευασμένες ιδέες του για τον κόσμο.
Η ελληνική κοινή γνώμη είχε ήδη διαμορφώσει άποψη για την ανικανότητα ή την υπαιτιότητα της κυβέρνησης σε σχέση με το σιδηροδρομικό δυστύχημα. Δεν χρειαζόταν τους Ρώσους για να κινητοποιηθεί. Θα προκαλούσα τον Ελληνα αξιωματούχο σας να προσκομίσει αποδείξεις ότι τα μυαλά άλλαξαν από, ας πούμε, «ήταν δυστύχημα» σε «η κυβέρνηση φταίει». Ελλείψει τέτοιων στοιχείων, η απλή επισήμανση των ρωσικών bots, όπως οι υποτιθέμενες ρωσικές χειραγωγήσεις του TikTok στις ρουμανικές εκλογές, είναι μια απλή πρόφαση, όχι μια εξήγηση.
Η προπαγάνδα μπορεί να έχει κάποιο αποτέλεσμα αν το κράτος έχει τον πλήρη έλεγχο του πληροφοριακού περιβάλλοντος, αλλά ευτυχώς, στην πράξη, αυτό είναι αδύνατο για τις δημοκρατικές χώρες στην ψηφιακή εποχή.