Η μέρα της μητέρας ή ένα παραμύθι χωρίς όνομα...
Επιμέλεια ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΣΚΑΜΑΓΚΑ
(Η μέρα της μητέρας χτες 12/5. Και η Αλεξάνδρα έστειλε ένα υπέροχο κείμενο του αείμνηστου Μάνου Χατζιδάκι, που αποκαλύπτει το πως γράφτηκε η υπέροχη μπαλάντα "Μανούλα μου" στο υπέροχο ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΧΩΡΙΣ ΟΝΟΜΑ, που έγραψε για την θεατρική παράσταση του Ιάκωβου Καμπανέλλη και το οποίο τραγούδησε μαγικά ο Λάκης Παππάς. Την ευχαριστούμε που μάς γύρισε σε αλλοτινές υπέροχες εποχές τότε που η μητρότητα ήταν μια κορύφωση της ζωής των ανθρώπων - ΕΝ ΑΝΔΡΩ)
Με συγκίνηση για τις ευγενείς ευχές που δέχτηκα κι ευχαριστήρια διάθεση, όπως αρμόζει στις επετείους που μας θυμίζουν την τύχη μας να βρισκόμαστε στη ζωή, με ευκαιρίες συνύπαρξης, παραθέτω σαν "αντίδωρο", το τραγούδι "Μανούλα μου", λόγω και του αφιερώματος της χθεσινής ημέρας, με την ιστορία του...
Γράφει σχετικά για το έργο ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΧΩΡΙΣ ΟΝΟΜΑ του Ιάκωβου Καμπανέλλη για το οποίο έγραψε το τραγούδι "Μανούλα μου" ο Μάνος Χατζιδάκις και το τραγούδησε υπέροχα ο Λάκης Παππάς:
"Το 1957, για να κερδίσω οχτώ χιλιάδες δραχμές, έγραψα εννιά τραγούδια για ένα θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη, που είχε τον τίτλο ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΧΩΡΙΣ ΟΝΟΜΑ. Πήρα τις τέσσερις χιλιάδες μα τις υπόλοιπες, όσες φορές κι αν πήγα, δεν τις έλαβα ποτέ, μια και το θέατρο δεν έβγαλε ούτε τα έξοδά του εκείνη τη χρονιά. Κι έτσι αποφάσισα να τις ξεχάσω – και τις ξέχασα. Όμως μαζί ξέχασα και το έργο, και την παράσταση, και τα τραγούδια που ’χα γράψει. Θυμάμαι πως η μουσική παιζότανε στο θέατρο από μια κιθάρα, ένα σαντούρι, και πως τραγουδούσε ο φίλος μου Θύμιος Μιχαλόπουλος – λίγο πριν φύγει για σπουδές στην Ιταλία. Θυμάμαι ακόμη πως ήταν να παίξει κιθάρα ο Μηλιαρέσης, που όμως την τελευταία στιγμή εμποδίστηκε κι έστειλε έναν μαθητή του.
Αυτός, που λέτε, ο μαθητής του Μηλιαρέση, ήταν ο Λάκης ο Παππάς, που αργότερα συντήρησε στη μνήμη του τις μελωδίες αυτές μ’ όλες τις λεπτομέρειες, μια και τις κάτεχε καλά αφού τις έπαιζε τόσον καιρό στο θέατρο. Χωρίς να καταλάβω ήρθε το ’61, όπου το κάθε μου τραγούδι κόστιζε πολλά, χωρίς πάλι να θυμηθώ πως πριν δυο χρόνια είχα συνθέσει εννιά τραγούδια για το ΠΑΡΑΜΥΘΙ. Στο μεταξύ ο Παππάς με τη θαμπή κι αισθαντική φωνή του κέρδιζε το ψωμί του τραγουδώντας σε μικρά ταβερνάκια τις μελωδίες του ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ. Κι ανάμεσα σ’ αυτές ήταν ο «Κυρ-Μιχάλης» και η «Μανούλα μου».
Πολλοί φίλοι που τύχαινε να τον ακούσουνε, κι ανάμεσά του πρώτοι και καλύτεροι ο Φούντας και η Χρυσούλα η Ζώκα, άρχισαν να μιλούν μ’ ενθουσιασμό γι’ αυτά μου τα τραγούδια και με παρότρυναν να τα γυρίσω δίσκους, ενώ κανείς τους δεν με πίστευε πως τα ’χα ολότελα ξεχάσει και πως δεν είχα στο σπίτι μου ούτ’ ένα φύλλο μουσικής απ’ τα χειρόγραφά μου. Γι’ αυτό ενδιαφέρθηκα να συναντήσω τον Παππά, μ’ όλο που και το πρόσωπό του δεν το θυμόμουνα καλά καλά. Κι ένα χειμωνιάτικο απόγεμα μες στο Γενάρη του ’62 τον προσκαλώ και μου ηχογραφεί πρόχειρα όλο τον κύκλο αυτών των τραγουδιών […]
Ίσαμε εκείνη τη στιγμή ποτέ μου δεν τον είχα ακούσει. Απίθανη φωνή μες στη θαμπάδα της, ζεστή κι ευαίσθητη σαν ακριβό έγχορδο, εκφραστική και τραγική μαζί. Η άλλη έκπληξη ήταν η μουσική μου, την βρήκα μ’ έμπνευση από την αρχή ως το τέλος. Το πρώτο που ξεχώρισα, ήταν πως η «Μανούλα μου» και ο «Κυρ-Μιχάλης» είχανε κλίμα διαφορετικό από τ’ άλλα του ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ. Και πάνω σ’ αυτά βασίστηκα, σαν άρχισα με το καλό το σχέδιο της ΟΔΟΥ ΟΝΕΙΡΩΝ. […]
Το ’63 θέλησα να ολοκληρώσω αυτόν τον κύκλο κι άρχισα να ενορχηστρώνω και να ηχογραφώ πρώτα το μέρος της ορχήστρας, μα φάνηκε πως ούτε ο Παππάς ούτε κι εγώ ήμασταν ώριμοι για να υπογράψουμε τελειωτικά την ιστορία του ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ. Ίσαμε που ’ρθε ο Οκτώβρης του ’65…
Η ιστορία τέλειωσε καλά. Μόνο το ΠΑΡΑΜΥΘΙ έμεινε οριστικά ΧΩΡΙΣ ΟΝΟΜΑ".