Αντριομαχαλάς: Η ανδριώτικη γειτονιά στη Χάλκη των Πριγκηπονήσων
Του Γιάννη Πίππα
Ο Ανδριομαχαλάς στην Χάλκη των Πριγκηπονήσων σήμερα.
Ο Αντριομαχαλάς είναι μια μοναδική εξιστόρηση του Γιάννη Πίππα της παρουσίας των Ανδριωτών στην Χάλκη. Μια παρουσία που συνδέθηκε με τον κορθιανής καταγωγής ηγούμενο (από τη γενιά των Πασαδαίων) Σαμουήλ τον Κωφό που κάλεσε κορθιανούς πετράδες-κτιστάδες για την ανοικοδόμηση της Μονής της Αγίας Τριάδος και της Θεολογική Σχολή της Χάλκης το 1772. Οι κορθιανοί πετράδες ίδρυσαν τον Αντριομαχαλά κάτω από τη Θεολογική Σχολή. Παρουσιάζουμε σήμερα αυτή την μοναδική ιστορία στο Εν Άνδρω.
α) Γεωγραφικά και ιστορικά δεδομένα των Πριγκηπονήσων
Τα Πριγκηπόνησα στην Προποντίδα
Αδιάλειπτη ανά τους αιώνες ήταν η παρουσία του ελληνικού στοιχείου που είχε εγκατασταθεί σε όλη την περίμετρο των ακτών της Προποντίδας, αλλά και στα νησιωτικά της συμπλέγματα ήδη από την εποχή του Β΄ Ελληνικού αποικισμού. Το ελληνικό στοιχείο συνέχισε την παρουσία του στους ελληνιστικούς, ρωμαϊκούς και βυζαντινούς αιώνες, αλλά και την οθωμανική περίοδο, μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Την Προποντίδα πολύ ορθά ο Τούρκος χρονογράφος και περιηγητής EvliyaCelebi το 1641 την είχε αποκαλέσει «Θάλασσα της Ρωμιοσύνης», αφού στα νησιωτικά της συμπλέγματα, στα θρακικά, αλλά και στα Βιθυνικά της παράλια το ελληνικό στοιχείο ήταν και πολυπληθέστερο και οικονομικά πιο εύρωστο. Πάντως η εγγύτητα των Πριγκηπονήσων με την Κωνσταντινούπολη (μόλις 8-11 μίλια) τα καθιστά μέρος του πολεοδομικού συγκροτήματός της.
Η Χάλκη στην Προποντίδα
Τα Πριγκηπόνησα κατά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης πρόβαλαν αντίσταση στον Πορθητή και γι’ αυτό το λόγο ο πληθυσμός τους εξανδραποδίσθηκε. Στη θέση τους ο Πορθητής εγκατέστησε Ρωμιούς από την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, στους οποίους έδωσε ειδικά προνόμια, δηλαδή φοροαπαλλαγές, το δικαίωμα αυτοδιοίκησης και τη μη εγκατάσταση Τούρκων. Σταδιακά άρχισε η εγκατάσταση ελληνικών οικογενειών από την Άνδρο, τη Νάξο, τη Χίο, την Κρήτη, τη Μάνη, την Τσακωνιά, τον Πόντο και τη Θράκη. Οι Ευρωπαίοι περιηγητές τα αποκαλούσαν “IlesdeGrece”, αφού μόνο Έλληνες τα κατοικούσαν την οθωμανική περίοδο. Αυτοδιοικούνταν με ντόπιους προκρίτους και υπάγονταν εκκλησιαστικά στη Μητρόπολη Χαλκηδόνος. Η Φιλική Εταιρία τα χρησιμοποίησε ως καταφύγιο των μελών της, δίπλα στην Κωνσταντινούπολη, αλλά μέσα σε αποκλειστικά ελληνικό περιβάλλον, όπου μπορούσαν να συσκέπτονται μακριά από τα βλέμματα της τουρκικής εξουσίας.
β) Το τουρκικό Tanzimat
Η θέση του αλύτρωτου ελληνισμού στην Οθωμανική Αυτοκρατορία (όρος που εισήχθη στο πολιτικό λεξιλόγιο του νεώτερου ελληνικού κράτους, αφότου διατυπώθηκε από τον Κωλέττη το 1844 η πολιτική του Μεγαλοϊδεατισμού) άρχισε σταδιακά να βελτιώνεται με την έναρξη του τουρκικού Tanzimat. Στην τουρκική ιστορία Tanzimat ονομάζεται η περίοδος από το 1839 έως το 1876, κατά την οποία η Οθωμανική Αυτοκρατορία άρχισε σταδιακά να εισαγάγει ευρωπαϊκούς θεσμούς και να εκσυγχρονίζεται. Οι πρώτες απόπειρες πολιτικού εκσυγχρονισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έγιναν από το Σουλτάνο Σελίμ τον Γ΄, οποίος προσπάθησε ανεπιτυχώς να καταργήσει το αναχρονιστικό πια σώμα των Γενιτσάρων και από το Μαχμούτ τον Β΄ ο οποίος το 1826 εξόντωσε τους Γενιτσάρους και δημιούργησε τον πρώτο τακτικό τουρκικό στρατό. Το μεταρρυθμιστικό έργο του Μαχμούτ Β΄ το συνέχισε το 1839 ο Αμπτούλ Μετζίτ Β΄, ο οποίος υπό την πίεση των Ρώσων εξέδωσε τον οργανικό νόμο Χάττι Σερίφ του Γκιουλχανέ, με τον οποίο καταργούνταν οι πάσης φύσεως διακρίσεις σε βάρος των Χριστιανών και δίνονταν εγγυήσεις για τη θρησκευτική ελευθερία, τη ζωή, την τιμή , την περιουσία, την ισότιμη συμμετοχή τους στη δημόσια διοίκηση και στο στρατό, αν και στην πράξη αυτές οι διατάξεις δεν εφαρμόσθηκαν.
Η Κωνσταντινούπολη τον 19ο αιώνα
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο με τη Ρωσία και τη σωτηρία της με επέμβαση των Αγγλο-Γάλλων, υποχρεώθηκε το 1856 να εκδώσει το Χάττι Χουμαγιούν, διάταγμα με το οποίο παρεχόταν θρησκευτική και πολιτική ισότητα σε όλους τους λαούς της Αυτοκρατορίας. Αυτή η κίνηση κορυφώθηκε το 1876 με την παροχή Συντάγματος, έστω και προσωρινού, από το Σουλτάνου Αμπτούλ Χαμίτ Β΄. Στην πραγματικότητα αυτό το Tanzimat, δηλαδή η πορεία σταδιακού εξευρωπαϊσμού της Τουρκίας, συνεχίσθηκε από τους Νεότουρκους και τον Κεμάλ και συνεχίζεται μέχρι σήμερα με την προσπάθειά της να εναρμονισθεί με το ευρωπαϊκό κεκτημένο και να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Από πλευράς Πατριαρχείου εκφραστής της πολιτικής του τουρκικού Tanzimat είναι ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος ο ΣΤ΄. Πατριάρχευσε δύο φορές, από το 1835 έως το 1840 και από το 1867 έως το 1867. Ο Πατριάρχης αυτός συνδέεται με την ιστορία της Άνδρου, αφού στις 19 Δεκεμβρίου του 1839 εξέδωσε την Πατριαρχική και Συνοδική Εγκύκλιο «περί της νεωστί αναφανείσης αντιχρίστου διδασκαλίας του Θεοσεβισμού» εναντίον του Θεοφίλου Καίρη και της διδασκαλίας του. Μάλιστα με παρέμβασή του στο Σουλτάνο απαγόρευσε στον Καίρη να αποβιβασθεί στην Πόλη, όταν αυτός την επισκέφθηκε.
Η Κωνσταντινούπολη αρχές του 20ου αιωνα
Μέσα σε αυτές τις νέες συνθήκες εκσυγχρονισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, από τα μέσα του 19ου αιώνα, το ελληνικό στοιχείο ήκμασε . Η εμπορική δραστηριότητά της πέρασε στους Έλληνες και κατά δεύτερο λόγο στους Εβραίους και τους Αρμενίους. Επόμενο ήταν λοιπόν το προϋπάρχον μεταναστευτικό ρεύμα από τη νησιωτική κυρίως Ελλάδα προς την Πόλη, τη Σμύρνη και τα μικρασιατικά παράλια να δυναμώσει και να ενισχυθούν οι προϋπάρχουσες ελληνικές κοινότητες. Άλλωστε η Άνδρος ήταν οικονομικά προσανατολισμένη προς τη Σμύρνη και την Πόλη, όπως και ο υπόλοιπος νησιωτικός ελληνισμός. Αυτό το μεταναστευτικό ρεύμα ανακόπηκε με την έναρξη των βαλκανικών πολέμων (1912-1913) και με τους πρώτους διωγμούς το 1914 σε βάρος του ελληνικού στοιχείου που εξαπέλυσαν οι Νεότουρκοι. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο κεντρικός ήρωας στο μυθιστόρημα «Ματωμένα χώματα» της Διδώς Σωτηρίου ονομάζεται Μανόλης Αξιώτης. Με αυτή την ονοματοδοσία του ήρωά της η Διδώ Σωτηρίου εμμέσως αναφέρεται σε αυτό το μεταναστευτικό ρεύμα προς τα μικρασιατικά παράλια από τη νησιωτική Ελλάδα και στην ενδυνάμωση του μικρασιατικού ελληνισμού.
Απόδειξη της ροής πληθυσμού από την Άνδρο προς την Πόλη προς το τέλος του 19ου αιώνα αποτελεί το παρακάτω δημοσίευμα στην αθηναϊκή εφημερίδα «Παλιγγενεσία» στις 19-6-1873. Αυτό αναφέρεται στο γεγονός ότι πολλές κοπέλες από την Άνδρο πήγαιναν στην Πόλη για να εργασθούν ως οικιακοί βοηθοί και πολλές από αυτές, ανυπεράσπιστες, έπεφταν θύματα βιασμών. Το δημοσίευμα αυτό το εντόπισε ο ιστοριοδίφης Αντώνης Βενέτης, δικηγόρος το επάγγελμα, στην «Παπαχαραλάμπειο Βιβλιοθήκη της Ναυπάκτου» (η οποία σημειωτέον έχει ένα μέρος της Βιβλιοθήκης του Γιάννη Βλαχογιάννη). Γράφει λοιπόν η εφημερίδα «Παλιγγενεσία»: «Εν Κωνσταντινουπόλει συνέστη Σύλλογος υπό την επωνυμίαν «Φιλεκπαιδευτικός των Ανδρίων Σύλλογος» σκοπόν προτιθέμενος την πρόνοιαν περί της τύχης πολλών κορασίων εξ Άνδρου μεταβαινόντων αυτόσε και την τοιαύτην ηθικήν μόρφωσίν των, ήτις ήθελε αποσοβεί πάντα κίνδυνον, ον συνήθως υφίστανται τα ασθενή και απροστάτευτα όντα εν ταις μεγαλουπόλεσιν».
γ) Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης
Η Χάλκη τον 19ο αιώνα
Καρπός αυτής της πολιτικής του τουρκικού Tanzimat ήταν η ίδρυση της Ιεράς Θεολογικής Σχολής στη νήσο Χάλκη των Πριγκηπονήσων. Στόχος της δεν ήταν μόνο η θεολογική κατάρτιση των ηγετικών κυρίως στελεχών του Πατριαρχείου, αλλά και η θεολογική αντιμετώπιση του Καϊρείου θεοσεβισμού. Ο τόπος των εγκαταστάσεων της Σχολής βρίσκεται στη Μονή της Αγίας Τριάδος, πάνω στο «Λόφο της Ελπίδος» (παλαιότερα ονομαζόταν Μονή των Δεσποτών). Η Μονή της Αγίας Τριάδος συνδέεται με τρεις Πατριάρχες, τον Ιερό Φώτιο, το Μητροφάνη Γ΄, το Γερμανό Δ΄. και με ηγούμενό της Σαμουήλ Κωφό.
Κτήτορας της Μονής (ίσως δεύτερος κτήτορας, γιατί ο πρώτος αγνοείται) φέρεται ο Πατριάρχης Μέγας Φώτιος, του οποίου ο τάφος βρίσκεται πάνω σε ένα ύφαλο απέναντι από τη νήσο Πρώτη. Σε αυτή τη Μονή εξορίσθηκε το 809 μ.Χ. ο Θεόδωρος Στουδίτης από τον αυτοκράτορα Λέοντα Ε΄ τον Αρμένιο και το 819 μ.Χ. και η αυτοκράτειρα Θεοδοσία από το Μιχαήλ τον Τραυλό. Το 860 μ. Χ. η Μονή λεηλατήθηκε από επιδρομή των Ρως.
Δεύτερος ανακαινιστής της είναι ο Πατριάρχης Μητροφάνης Γ΄, ο οποίος πατριάρχευσε από το 1565έως το 1572 και από το 1579 έως το 1580. Προτού εκλεγεί Πατριάρχης το 1551 έγινε ηγούμενος της Μονής της Αγίας Τριάδος, την έκτισε εκ νέου την ανακαίνισε, την εκαλλώπισε και την εφοδίασε με αξιόλογη βιβλιοθήκη.
Ο ανδριώτικης καταγωγής ηγούμενος Σαμουήλ ο Κωφός
Τρίτος ανακαινιστής της Μονής είναι ο ενθουσιώδης μοναχός και ηγούμενός της Σαμουήλ ο Κωφός, ο οποίος καταγόταν από το Κόρθι της Άνδρου. Η μητέρα του προερχόταν από τη γενιά των Πασαδαίων. Αυτός κάλεσε από την ιδιαίτερή του πατρίδα το Κόρθι μαστόρους- πετράδες και το 1772 ανοικοδόμησε τα τείχη, τον περίβολο, την βόρεια πλευρά, ευτρέπισε το ναό, έκτισε νέα κελιά και οικίσκους, κατασκεύασε στέρνες και δύο εισόδους, μια κύρια είσοδο και μια δεύτερη κοντά στο ναό.
Τέταρτος ανακαινιστής της Μονής είναι ο Πατριάρχης Γερμανός Δ΄, ο οποίος την επισκέφθηκε το 1842, είδε τις ερειπωμένες και καμένες από το 1821 εγκαταστάσεις της και, αφού έλαβε άδεια από τις τουρκικές αρχές, προχώρησε στην ανίδρυση και ανοικοδόμησή της. Την 1η Οκτωβρίου του 1844 με ειδική τελετή επαναλειτούργησε η Ιερά Μονή και έγινε η έναρξη της λειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, η οποία λειτούργησε 127 χρόνια (μέχρι το 1971), οπότε έκλεισε με νόμο της τουρκικής κυβέρνησης, με τον οποίο απαγορεύθηκε η λειτουργία ιδιωτικών ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Η τετραμερής στραγίδα της Θεολογικής Σχολής (1848)
Ο σεισμός της 28ης Ιουνίου 1894 μετέτρεψε τη Μονή και τις εγκαταστάσεις της Θεολογικής Σχολής σε ερείπια και ανεστάλη η λειτουργία της. Η σημερινή της μορφή σε σχήμα Π είναι έργο του αρχιτέκτονα Περικλή Φωτιάδη με οικονομική προσφορά του ευεργέτη Παύλου Σκυλίτση- Στεφάνοβικ. Επαναλειτούργησε στις 6 Οκτωβρίου 1896.
Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης είναι ίδρυμα υπαγόμενο στο Οικουμενικό Πατριαρχείο με διορθόδοξο χαρακτήρα και με αποστολή οι σπουδαστές της να καταρτίζονται στη θεολογική επιστήμη και στην εκκλησιαστική τάξη και οι απόφοιτοί της να καλύπτουν τις επιστημονικές και ιερατικές ανάγκες του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αλλά και των άλλων Αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών. Λειτουργεί σύμφωνα με Εκπαιδευτικούς Κανονισμούς που εκδόθηκαν κατά εποχές. Επιτροπή Αρχιερέων με το όνομα «Εφορία Θεολογικής Σχολής της Χάλκης» εποπτεύει τη λειτουργία της, ενώ την εσωτερική διεύθυνση της Σχολής ασκεί ο Σχολάρχης. Ο Σύλλογος των Καθηγητών της Σχολής και οι σπουδαστές της αποτελούν την κοινοβιακή αδελφότητα της Μονής της Αγίας Τριάδος. Καθηγητές της κατά διάφορες εποχές ήταν κληρικοί και λαϊκοί. Οι απόφοιτοί της χειροτονούνταν κληρικοί σε ποσοστό 80% περίπου. Οι σπουδαστές της έχουν υποχρεωτικά την τουρκική υπηκοότητα. Στα 127 χρόνια λειτουργίας της αποφοίτησαν 930 σπουδαστές. Επίσκοποι έγιναν 343. Από αυτούς τους Επισκόπους 12 έγιναν Οικουμενικοί Πατριάρχες, 2 Πατριάρχες Αλεξανδρείας, 2 Αντιοχείας, 4 Αρχιεπίσκοποι Αθηνών και 1 Τιράνων. Οι υπόλοιποι 380 υπηρέτησαν την Εκκλησία ως Διάκονοι και Πρεσβύτεροι.
Σχεδιάγραμμα της Μονής Αγίας Τριάδας τον 18ο αιώνα
Η βιβλιοθήκη της Θεολογικής Σχολής θεωρείται ιδιαιτέρως σημαντική, αφού πολλά από τα χειρόγραφά της προέρχονται από την εποχή του Θεοδώρου Στουδίτη και του ιερού Φωτίου. Σώζεται χειρόγραφο ευαγγέλιο του έτους 1063 μ.Χ., το οποίο η αυτοκράτειρα Αικατερίνη Κομνηνή , με το μοναχικό όνομα Ξένη, το αφιέρωσε στη Μονή της Αγίας Τριάδος. Κύριος διοργανωτής και θεμελιωτής της βιβλιοθήκης της Μονής είναι ο Μητροφάνης Γ΄. Αυτός, μεταξύ άλλων, δώρισε στη βιβλιοθήκη της Μονής 300 σπάνια χειρόγραφα. Το έτος 1562, ο Αυστριακός πρεσβευτής στην Υψηλή Πύλη GhislaindeBusdecq μετέφερε στην Ευρώπη τα σπουδαιότερα από τα χειρόγραφα που είχε περισυλλέξει ο Πατριάρχης Μητροφάνης Γ΄. Μάλιστα το περίφημο βυζαντινό χειρόγραφο «Διοσκουρίδης της Βιέννης» προέρχεται από τη Μονή της Αγίας Τριάδος. Μετά την εντός της Μονής της Αγίας Τριάδος ίδρυση της Θεολογικής Σχολής, ο Πατριάρχης Γερμανός Δ΄ έκτισε μια διώροφη λιθόκτιστη βιβλιοθήκη. Σήμερα όλα τα χειρόγραφα της βιβλιοθήκης έχουν μεταφερθεί και φυλάσσονται για λόγους ασφαλείας στην Πατριαρχική Βιβλιοθήκη. Σε σαράντα από αυτά τα χειρόγραφα υπάρχει ιδιόχειρη αφιέρωση του Μητροφάνους:
Η βίβλος αύτη πέφυκε της Παντουργού Τριάδος
της εν τη νήσω Χάλκη τε μονής της του Εσόπτρου
και ει τις βουληθη ποτέ αυτήν αποστερήσαι
κεχωρισμένος έσεται Τριάδος της Αγίας
εν τω αιωνι τούτω γε καί τω ελευσομένω.
Πατέρες μέμνησθε του Μητροφάνους.
Την τελευταία δεκαετία γίνονται συστηματικές προσπάθειες επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής στα πλαίσια της πορείας της Τουρκίας για την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η επαναλειτουργία της αποτελεί μέρος των ελληνοτουρκικών διπλωματικών σχέσεων.
δ) Ο Αντριομαχαλάς
Στη Χάλκη και γενικότερα στα Πριγκηπόνησα είχαν εγκατασταθεί Ανδριώτες ήδη από το 17ο αιώνα. Όμως η δυναμικότερή τους παρουσία στη Χάλκη συνδέεται με τη Μονής της Αγίας Τριάδος και τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Ο ενθουσιώδης ανιδρυτής της Σαμουήλ ο Κωφός προσκάλεσε Κορθιανούς τεχνίτες-πετράδες, για να εργασθούν στην ανοικοδόμησή της. Έκτοτε άρχισε η σταδιακή πύκνωση του Ανδριώτικου πληθυσμού, ιδιαίτερα μετά του τουρκικό Tanzimat, και η εγκατάστασή του σε ιδιαίτερη γειτονιά, τον Αντριομαχαλά, κάτω από τη Θεολογική Σχολή. Βασική τους ενασχόληση ήταν η οικοδομική τέχνη (πετράδες) και η αλιεία. Τα αλιεύματά τους, θαλασσινά κυρίως, τα διέθεταν στην αγορά της Κωνσταντινούπολης με κύριους καταναλωτές ελληνικές και αρμενικές οικογένειες. ΟΙ μουσουλμάνοι δεν καταναλώνουν θαλασσινά, αφού υπάρχει μουσουλμανική θρησκευτική απαγόρευση, γιατί τα θαλασσινά δεν έχουν αίμα.
Ο λόφος της Ελπίδας
Ο Αντριομαχαλάς κτίσθηκε στο λόφο της Ελπίδος, κάτω από τη Θεολογική Σχολή και σε εκτάσεις που συνόρευαν με αυτή. Για να ανέβει κανείς στη Θεολογική Σχολή και στον Αντριομαχαλά παίρνει ιππήλατη άμαξα, το παϊτόνι (δεν κυκλοφορούν αυτοκίνητα στα Πριγκηπονήσια) και ακολουθώντας την οδό του Σχολείου (Mektepsokak) αρχίζει να ανεβαίνει προς τον Αντριομαχαλά και τη Θεολογική Σχολή. Βρισκόταν σε ακμή όλο τον 19ο αιώνα, μέχρι τα Σεπτεμβριανά του 1955.
Ο Αντριομαχαλάς, αλλά και όλα τα Πριγκηπονήσια αποτελούσαν χώρο παραθερισμού και αναψυχής των πλούσιων ελληνικών και αρμένικων οικογενειών της Κωνσταντινούπολης. Χαρακτηριστικές είναι οι περιγραφές, αλλά και το σχεδιάγραμμα του Αντριομαχαλά στις αρχές του εικοστού αιώνα από τον εξ Άνδρου Χαλκινό Ακύλα Μήλλα στο βιβλίο του «Πριγκηπόνησα». Ανάμεσα τους ξεχωρίζει η αναφορά για τους πετράδες και οι κτίστες που έφερε ο Σαμουήλ από την Άνδρο να δουλέψουν στην οικοδομή, κατοίκησαν στους πρόποδες του λόφου, έκτισαν τη δική τους συνοικία, που ονομάσθηκε «Αντριομαχαλάς». Ο Σαμουήλ είδε το έργο του να ολοκληρώνεται και πέθανε στη Χάλκη το 1812.
Η Χάλκη κατά τον 19ο αιώνα
Το μεταναστευτικό ρεύμα από τις Κυκλάδες προς τη Μικρά Ασία, τη Σμύρνη και κυρίως την Κωνσταντινούπολη, έμελλε να κορυφωθεί τις παραμονές της Επαναστάσεως. Πολλές Κυκλαδίτικες οικογένειες, εκδιωγμένες από τις πατρίδες του, έρχονται να εγκατασταθούν στη Χάλκη και μετά το 1821, οι περισσότεροι από αυτούς Ανδριώτες και Ναξιώτες, και κάποιοι Φολεγάνδριοι. Οι Ανδριώτες ήταν πετράδες και οι κτιστάδες που δούλεψαν στα οτζάκια του Κουτρουλόμυλου, κουβαλώντας και λαξεύοντας την πέτρα, για να ανακαινισθεί η πυρπολημένη μονή της Αγίας Τριάδος. Αυτοί κατοίκησαν με τις οικογένειές τους στα πέρατα της Χώρας, στα όρια της Αμπέλας, σε έκταση που τους παραχωρήθηκε από τη μονή. Εκεί στους πρόποδες του λόφου ρίζωσαν κι έφτιαξαν ολόκληρη συνοικία που μέχρι τις μέρες μας θα έμενε γνωστή ως Αντριομαχαλάς.
Ο Άγιος Νικόλαος: Το Παλλάδιον της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης
Στο σχεδιάγραμμα του συνοικισμού που ως Quartier Andrio προβάλλει στα επίσημα δελτάρια της εποχής δεσπόζει το Hotel Central (1), μετέπειτα Hotel Bristol, το οποίο ανέδειξε ο Παναγιωτάκης Παπακαλός και που κάηκε στη φωτιά του 1906.
Η εγκατάλειψη της Χάλκης, των Πριγκηπονήσων και της Πόλης άρχισε αμέσως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Πρώτοι αναγκάσθηκαν να φύγουν όσοι είχαν ελληνική υπηκοότητα, αφού απαγορεύθηκε να ασκούν τα επαγγέλματά τους. Το 1941, όταν το τουρκικό κράτος επέβαλε ένα βαρύ φόρο επί της περιουσίας των Ελλήνων και την στράτευσή τους σε ειδικές μονάδες του τουρκικού στρατού, σημειώθηκε νέο κύμα φυγής. Μετά τα Σεπτεμβριανά του 1955 άρχισε η μαζική εγκατάλειψη του Αντριομαχαλά, της Χάλκης και γενικότερα τον Πριγηπονήσων. Τουρκικός πληθυσμός άρχισε να εγκαθίσταται. Σήμερα ελάχιστοι Έλληνες είναι οι κάτοικοι των Πριγκηπονήσων. Συγκεκριμένα απέμειναν 15 στη Χάλκη, 25 στην Πρίγκηπο, 5 στην Αντιγόνη και 4 στην Πρώτη.
Οι τάφοι των Δεσποτών στην Χάλκη
Όμως νοσταλγική είναι η ανάμνηση των Ελλήνων στον απλό τουρκικό λαό, ο οποίος είχε αγαθές σχέσεις με τους Έλληνες. Το παρακάτω κείμενο του Τούρκου συγγραφέα NezatGulen που γεννήθηκε στη Χάλκη είναι μια νοσταλγική ανάμνηση της ειρηνικής συνύπαρξης Ρωμιών και Τούρκων: « Είμαι περήφανος που είμαι Χαλκινός. Εμείς οι νησιώτες θεωρούμε πως η Χάλκη είναι κτήμα μας. Αυτή η θάλασσα που απλώνεται μπροστά μας, αυτά τα πεύκα, ο Λόφος της Ελπίδας (PapazDagi-Λόφος των Ιερέων), ο Δρόμος των Ερωτευμένων ( AsiklarYolu), ο Πευκολιμένας ( Camlimani), τα σχολεία, το Σανατόριο, τα Μοναστήρια, τα παλιά ξύλινα σπίτια, τα λιβάδια, οι ακτές…όλα αυτά είναι δικά μας. Ο νοτιάς που κάνει τα πεύκα να λικνίζονται, τα σμήνη από κατάμαυρα κοράκια των χειμωνιάτικων απογευμάτων μας…..οι βάρκες που γυρίζουν από το ψάρεμα, οι γάτες που περιμένουν με τις ουρές σαν μαστίγια… κι αυτά δικά μας είναι! Ρωμιοί και Τούρκοι, απασχολούμενοι και εργαζόμενοι, λογικοί και παράφρονες, καλοί και κακοί, όλοι οι νησιώτες δικοί μας άνθρωποι. Όλοι είμαστε αδέλφια».