ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ! Ο τελευταίος Aνδριώτης κυνηγός καρχαριών! Συναρπαστικές αφηγήσεις…
Ο Βαγγέλης Δρόσης είναι ένας ξεχωριστός άνθρωπος. Πολύπλευρος καλλιτέχνης, προικισμένος σκιτσογράφος με καυστικό πενάκι και χιούμορ και πολύχρονη παρουσία, στην ημερήσιο και περιοδικό Τύπο. Εδώ και χρόνια έχει κάνει την Άνδρο «σπίτι» του μένοντας τον περισσότερο καιρό.
Έχει ένα χόμπι. Είναι δεινός ψαράς και με το σκάφος του ανοίγεται στον Κάβο Ντόρο και στις βαθιές θάλασσες βόρεια του νησιού, κυνηγώντας μεγάλα ψάρια. Μια μέρα αναζητώντας μπαλαδες, αγκίστρωσε ένα καρχαρία! Εκεί άρχισαν όλα…
Εξελίχθηκε στον μεγαλύτερο-και μοναδικό- κυνηγό καρχαριών στην Ελλάδα, μέχρι που σταμάτησε, εξηγώντας ο ίδιος τους λόγους και αποτρέποντας τον οποιοδήποτε, να κάνει το ίδιο.
Στο εξειδικευμένο περιοδικό ψαρέματος «Boat & Fishing» αφηγείται με μοναδικό τρόπο, τις μάχες που έδωσε με τον μεγάλο θηρευτή, απ όπου τα αποσπάσματα και οι φωτογραφίες.
Αφήγηση πρώτη
«Ήταν μια Αυγουστιάτικη μέρα με τη θάλασσα «καθρέπτη», και είχα βγει για μπαλάδες με το φίλο μου το Νίκο, νυν Ανδριώτη και με καταγωγή από την Ικαρία. Είχα προμηθευτεί 10 κιλά σαφρίδια για δόλωμα και δεν είχαμε πιάσει ούτε ένα μπαλά μέχρι το απόγευμα. Είχαμε αλλάξει δεκάδες στίγματα και τόπους και δε μπορούσα να καταλάβω τι συμβαίνει. Κάπου στο απόγευμα, εκεί κοντά στο ηλιοβασίλεμα, είπα στο Νίκο: «τελευταία ριξιά, αλλά αφού δε χτυπάει τίποτα, θα την ρίξουμε στην τύχη, στο πουθενά , έξω από τα σημάδια…». Έβαλα λοιπόν μπροστά την μηχανή και ξεκίνησα. Μετά από ένα μίλι έκανα κράτει και ρίξαμε την αρματωσιά. Πάτωσε, πέρασε μισό λεπτό και νέκρα… «Τίποτα», μονολόγησα, «στο γάμο του καραγκιόζη ρίξαμε!». Τότε πήρα ένα δυνατό χτύπημα! Έβαλα μπροστά το ηλεκτρικό μοτέρ και άρχισα να ανεβάζω. Το μοτέρ και τα ρουλεμάν του «έσκουζαν» και ακούγονταν σε όλο το πέλαγος!
Μετά από μισή ώρα και ενώ είχα πάρει γύρω στα 150 m και ήμουν στα μεσόνερα, ο Νίκος ρώτησε: «τι ψάρι μπορεί να είναι ;». «Μόνο ένα ψάρι μπορεί να το έχεις φέρει στα μεσόνερα και να έχει την ίδια αντοχή, ο καρχαρίας», του απάντησα προφητικά.
Κάποια στιγμή το ψάρι φάνηκε να κάνει γρήγορους κύκλους διαμέτρου 10 m κάτω από το σκάφος μας. Στο μέλλον θα ξέρω ότι το ψάρι που φέρνεις και νομίζεις ότι είναι ακίνητο γιατί δεν κάνει κεφαλιά και δε σπαρταράει, στην πραγματικότητα διαγράφει ασταμάτητα κύκλους από το βυθό μέχρι την επιφάνεια. Επίσης κάποιος φίλος καιρό αργότερα, θα μου εξηγούσε που οφείλεται η τεράστια αντοχή του καρχαρία: στο εσωτερικό του υπάρχει ένα τεράστιο συκώτι, το οποίο ξεκινά από το στήθος και φθάνει σχεδόν στην ουρά. Το συκώτι είναι ένας λεμφαδένας στον οποίο αποθηκεύει οξυγόνο για ώρες! Αυτό είναι ο λόγος που μπορεί να τον βγάλουμε, να τον αφήσουμε πάνω στο τσιμέντο της προβλήτας και ώρες μετά να είναι ζωντανός. Για να επιστρέψουμε λοιπόν στην ιστορία μας, συνέχισα να τον ανεβάζω μέχρι που του έβγαλα το κεφάλι έξω από το νερό και το σώμα του ακουμπούσε στο σκάφος. Με κοίταξε και αυτό που είδε μάλλον δεν του άρεσε, γιατί άρχισε να φεύγει για κάτω με κοκαλωμένα τα φρένα (μιλάμε για 20-25 κιλά φρένο! ) σταματώντας 30 m κάτω από την επιφάνεια.
Έβαλα ξανά μπροστά το μοτέρ, και ξανάρχισα να τον ανεβάζω. Έτσι έφτασε στην επιφάνεια για δεύτερη φορά. Βούτηξα λοιπόν το γάντζο και του τράβηξα ένα χτύπημα. Ο γάντζος αναπήδησε σα να χτύπησα χρηματοκιβώτιο. «Θα είμαι κουρασμένος», σκέφτηκα και του έδωσα δεύτερο χτύπημα, με μεγαλύτερη δύναμη αυτή τη φορά. Τα ίδια! «Μάλλον έχει πολύ σκληρό δέρμα, ας δοκιμάσω στην κοιλιά», είπα. Τα ίδια και στην κοιλιά… Αντιλήφθηκα λοιπόν ότι το δέρμα του ήταν τόσο χοντρό που δεν τρυπιόταν και κατέφυγα σε αλλαγή σχεδίου: ακούμπησα την αιχμή του γάντζου στην κάτω μεριά του σαγονιού- το μέσον του γάντζου στην κουπαστή- και κρεμάστηκα με όλο το βάρος μου από την άλλη άκρη του γάντζου, ακούγοντας την αιχμή να κάνει ένα χαρακτηριστικό ήχο σα να μπηγόταν σε παπούτσι.
Η αιχμή βγήκε μέσα στο στόμα του και άρχισα να ουρλιάζω «γρήγορα το σχοινί της πλώρης, να του φέρουμε μια βόλτα». Δεν πρόλαβα όμως… Ο μάγκας είχε αναζωογονηθεί, είχε πάρει τις «ανάσες» του και ξεκίνησε πάλι για κάτω. Σε κλάσματα δευτερολέπτου αντιλήφθηκα ότι ήταν αδύνατο να το κρατήσω με το γάντζο, και την ώρα που χαλάρωνα τη λαβή μου επάνω του, έκανα ταυτόχρονα πίσω για να μη μου σπάσει ο γάντζος κανένα σαγόνι. Βέβαια ο Βαγγελάκης ήταν πονηρός, γιατί είχε δέσει το πίσω μέρος του γάντζου με χοντρό σχοινί μήκους 2 m, το οποίο κατέληγε στη δέστρα του σκάφους!
Αμ δε! Το θηρίο δε μπορούσε να φύγει, και άρχισε να περιστρέφεται με μεγάλη ταχύτητα κοπανώντας τους πολυεστέρες με το σώμα του σε κάθε περιστροφή. Ανησυχούσα σοβαρά μήπως τους σπάσει και επιστρέψουμε στο λιμάνι κολυμπώντας από τη μέση του Κάβο Ντόρο.
Όμως το μαρτύριο μας πήρε γρήγορα τέλος, αφού σε 30 περίπου δευτερόλεπτα το δίμετρο σχοινί του γάντζου είχε βιρινιάσει τόσο, που ο γάντζος δε μπορούσε να περιστραφεί άλλο και να ακολουθήσει τις περιστροφές του καρχαρία, οπότε ξεκαρφώθηκε! Τώρα το μόνο που τον συγκρατούσε ήταν και πάλι η αρματωσιά, η οποία έχει τυλιχτεί 10 βόλτες γύρω από το κεφάλι του και οι σπείρες της βρίσκονταν μέσα στα ανοιχτά σαγόνια του. Σε ένα δευτερόλεπτο τίναξε το κεφάλι του αριστερά-δεξιά, και είδα τις 10 σπείρες της 250άρας να ανοίγουν σα βεντάλια, κομμένες στην μέση, ενώ το ψάρι έφυγε «καλπάζοντας» για την άβυσσο.
Αφήγηση δεύτερη
«Αποφάσισα λοιπόν τότε να παρατήσω τα άλλα ψαρέματα και να ασχοληθώ με τους καρχαρίες, μη αποδεχόμενος την ήττα μου! Υπόψη ότι ο καρχαρίας που χάσαμε ήταν μια «αλεπού», είδος που ονομάζεται έτσι γιατί έχει τεράστια ουρά που αντιστοιχεί περίπου στο 1/3 του μήκους του. Το ψάρι δεν ήταν πάνω από 100-120 κιλά και εμφανισιακά έμοιαζε με ένα μαγιάτικο 60-70 κιλών. Ένα όμως μου έχει μείνει: οι αντιδράσεις του ήταν λες και της «έβαζαν νέφτι»! Επιστροφή στο σπίτι και εξέταση των λαθών που κάναμε…
Στο πέλαγος ξαναγυρίσαμε μετά από λίγο καιρό με κάποιες απαραίτητες διορθώσεις.
Μετά από μια ώρα ένα ψάρι «χτύπησε» σε βάθος 300 m. Το χτύπημα ήταν «βουβό» σα να χτυπάει μαυρόψαρο δέκα κιλών ή ένας μεγάλος μπακαλιάρος. Τίποτα δεν προδιέθετε ότι στην άλλη άκρη μπορεί να υπήρχε κάτι που ζύγιζε 500 κιλά! Άρχισα όμως να «την ψυλλιάζομαι» όταν επιχείρησα να πάρω 10 πόντους και δεν έγινε τίποτα! Ήταν σα να είχα μαγκώσει στο βυθό.
Μετά από τρία τέταρτα-μια ώρα όπου ανέβαζα πόντο-πόντο, κάτι φάνηκε να ασπρίζει. Όσο ανέβαζα, η ασπρίλα μεγάλωνε. Έτσι ήρθε στην επιφάνεια ένας καρχαρίας γύρω στα 200κιλά. Καμιά σχέση η αντίδρασή του με την «αλεπού» που είχαμε χάσει. Πολύ πιο ήρεμος, από άλλη ράτσα…
Κάνω να του βάλω το γάντζο μέσα στα βράγχια αφού ξέρω ότι δεν τρυπιέται πουθενά, «ξυπνάει» και τρελαίνεται. Κάνει ένα «κεφάλι» 20 μέτρων και σταματάει. Τον ξαναφέρνω επάνω, έχοντας πια πάρει ένα καινούριο μάθημα: ποτέ δεν του ακουμπάς τις «θυρίδες» με τα βράγχια. Τα μπαλόνια πέφτουν στη θάλασσα, περνιούνται οι θηλιές στις οποίες καταλήγουν τα μπαλόνια στην ουρά και το ψάρι «ασφαλίζεται». Τώρα δεν μπορεί να το σκάσει. Καινούρια θηλιά με χοντρό δεκαεξάρι σχοινί, δέσιμο της άκρης του στο σκάφος και ξεκινάμε να επιστρέψουμε στο λιμάνι.
Το ψάρι βρίσκεται 25 m πίσω μας, έξω από τα απόνερα για να μη στροβιλίζεται, και η ταχύτητα η μικρότερη δυνατή, ρελαντί με 3,5 κόμβους την ώρα.
Σε μιάμιση ώρα μπαίνω στο λιμάνι, όπου έχω ήδη ειδοποιήσει γερανό. Πανικός, ότι και να πω είναι λίγο! Ο γερανός βγάζει έξω το ψάρι ζωντανό και αυτό εκτελείται..»
Το τέλος του κυνηγιού
«Αυτή τη στιγμή έχω καταφέρει να τιθασεύσω τον εαυτό μου, και έχω κάνει όρκο να μην ξαναμπώ να σκοτώσω ένα πλάσμα 30 χρονών και μήκους 5 μέτρων και βάρους 400 κιλών, και μάλιστα μόνο και μόνο για την αδρεναλίνη, τη μαγκιά, τις φωτογραφίες, και το θαυμασμό των γύρω. Είναι κρίμα να πεθάνει κάτι, να στερείται τη ζωή για να βγεις εσύ φωτογραφία. Δεν έχει σημασία ότι τρώγεται το κρέας του. Δε μιλάμε για φαγητό.
Μιλάμε ότι άμα θέλεις κάτι να φας, πας και κάνεις τσαπαρί και πιάνεις πέντε κιλά κολιούς. Δε χρειάζεται να εξοντώσεις κάτι που ζυγίζει 400 ή ακόμα και 800 κιλά.
Αυτά είχα να σας πω για το ψάρεμα των καρχαριών, και μετά από τα «κατορθώματά» μου θα σας προέτρεπα να μην παρασυρθείτε από το μέγεθος και την αίγλη του «βασιλιά» και να τον αφήσετε να διαιωνίζει το είδος του για πολλές χιλιετηρίδες ακόμη!»
ΠΗΓΗ: https://www.boatfishing.
Χ.