Τα σύκα του Αυγούστου
Της Αλεξάνδρας Ν. Σκαμάγκα
Κάθε Αύγουστο εκδηλωνόταν μια από τις αδυναμίες του, να μαζεύει σύκα και μάλιστα βασιλικά. Για τους ποθητούς του καρπούς, μπορούσε ακόμα και να παρακάμψει το τυχόν εμπόδιο, που τους προστάτευε, συχνά ένα συρματόπλεγμα, παρότι άνθρωπος αυστηρός με την ηθική.
Κι όπως δεν κρατούσε για τον εαυτό του την πρωτιά κάθε φαγητού, αλλά μόνο το «κουμάντο» και τη χαρά να το μοιράζει, αφού ως προσφυγάκι ορφανό, είχε μέχρι θανάτου πεινάσει, μας έφερνε χαρούμενος να γευτούμε τη λεία του, σαν γλυκό λάφυρο της εποχής.
Τι κι αν εισέπραττε επιπλήξεις, για την αποκοτιά του «να κόψει από ξένο δένδρο!». Αμετανόητος παρέμενε, μέχρι που κάποιον Αύγουστο, πλήρωσε το ταμάχι του για «τα μεγάλα σύκα στα ψηλά», με πτώση, μαζί με το κλαρί στο οποίο είχε πατήσει κι έναν θρυμματισμένο αγκώνα.
Άτιμο σαν τον ίσκιο του το ξύλο της συκιάς, σπάει χωρίς ευκαιρία προειδοποίησης. Κι αν εύρωστο μοιάζει το κλαδί, δεν αντέχει τα κιλά ενός ψηλού και χορτάτου πλέον άνδρα. Βαρέως το έφερα για χρόνια, που, ως μικρή συνοδός σε αταξίες, που δεν είχα κάνει κάτι, να σκαρφάλωνα εγώ ας πούμε, να προλάβαινα τη ζημιά.
Ενθύμιο δικό του από εκείνο το δένδρο μια έκτοτε αγκύλωση στον αγκώνα. Ενθύμιο δικό μου δύο καταβολάδες του δέντρου που τον πλήγωσε. Δύο νεαρά φυτά που μου χάρισε, μην λείψουν στη νέα μου ζωή, τα σύκα του Αύγουστου. Τη μια από τις δύο συκιές, τη φύτεψε με τα χέρια του, στο κτήμα της νέας μου οικογένειας, στην Άνδρο: με θέα ανατολική, στη θάλασσα, που απλώνει ως της ακτές της χαμένης του πατρίδας.
Μεγάλωσε πια η συκιά σήμερα. Τόσο που δίνει καλή συγκομιδή. Δεν παρέλειψα να την τιμήσω κι αυτόν τον Αύγουστο, σαν αφοσίωση και σαν γλυκιά διαβεβαίωση στη μνήμη του...