Mάχη Ελλάδας – Κίνας στην εμπορική ναυτιλία! Πρώτος σε μεταφορική δυναμικότητα ο ελληνικός στόλος, ενώ πλησιάζει ο κινεζικός!
Γράφει ο Ηλίας Μπέλλος
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ - ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Η είδηση πως ο κινεζικής ιδιοκτησίας εμπορικός στόλος ξεπέρασε σε δυναμικότητα τον ελληνικών συμφερόντων στόλο, σύμφωνα με στοιχεία της Clarksons Research, προκάλεσε πρόσκαιρο σοκ στην ελληνική αλλά και στη διεθνή ναυτιλιακή κοινότητα που ξέρουν εδώ και δεκαετίες ότι η ελληνόκτητη ναυτιλία είναι η μεγαλύτερη στον κόσμο.
Αυτή όμως η εξέλιξη έφερε στο προσκήνιο την αλματώδη ανάπτυξη τις τελευταίες δεκαετίες της κινεζικής εμπορικής ναυτιλίας, καθώς το Πεκίνο επιχειρεί να εξασφαλίσει την αυτονομία των θαλάσσιων μεταφορών που χρειάζεται τόσο για την εξαγωγή των προϊόντων του, όσο και για την εισαγωγή πρώτων υλών για τη λειτουργία της βιομηχανίας της χώρας, αλλά και την ενεργειακή της ασφάλεια.
Η σύγκριση Ελλάδας και Κίνας θυμίζει τη βιβλική αφήγηση για τον Δαυίδ και τον Γολιάθ, με τη βασική διαφορά όμως ότι οι δύο χώρες τρέφουν αμοιβαίο αλληλοσεβασμό και το Πεκίνο συχνά-πυκνά εξαίρει την ελληνική ναυτιλία τόσο για τη συνεργασία της, όσο και για το γεγονός πως στήριξε με τεχνογνωσία και επενδύσεις τα πρώτα βήματα της κινεζικής ναυτιλίας και ναυπηγικής βιομηχανίας. «Αρχαίοι πολιτισμοί και οι δύο τρέφουν μεγάλο θαυμασμό ο ένας για τον άλλο», αναφέρουν με κάθε ευκαιρία Κινέζοι αξιωματούχοι και επιχειρηματίες.
Ωστόσο το γεγονός ότι ο κινεζικός στόλος βρίσκεται πλέον στη δεύτερη θέση παγκοσμίως με βάση τη μεταφορική του δυναμικότητα και στην πρώτη με βάση τον αριθμό των πλοίων, είναι μία ένδειξη των προβλημάτων ανταγωνιστικότητας που έχει η Ευρώπη κυρίως λόγω του ρυθμιστικού πλαισίου της για την ποντοπόρο. Όμως σχεδόν το 74% του εξωτερικού εμπορίου της Ε.Ε. μεταφέρεται διά θαλάσσης.
Η σημασία της ναυτιλίας της Ε.Ε. για την οικονομία και την αυτονομία της ηπείρου είναι αδιαμφισβήτητη. Η ελληνική ναυτιλία είναι ο θεμελιώδης πυλώνας αυτού του τομέα, καθώς αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 60% του ελεγχόμενου από την Ε.Ε. στόλου. Ωστόσο το ρυθμιστικό περιβάλλον στην Ευρώπη για τη ναυτιλία, μία από τη φύση της παγκόσμια δραστηριότητα, που δεν μπορεί να ρυθμίζεται μόνο σε τοπικό επίπεδο, υπονομεύει την περαιτέρω ανάπτυξή της, σύμφωνα με τη ναυτιλιακή κοινότητα.
Εξαίρεση αποτελεί η ελληνόκτητη ναυτιλία που ιστορικά επιτυγχάνει υψηλές επιδόσεις, αναπτύσσει παγκόσμιες αλληλεξαρτήσεις μεταξύ ενός τεράστιου αριθμού διαφορετικών θαλάσσιων διαδρομών και λιμανιών, εξυπηρετώντας πολλές διαφορετικές οικονομίες και κόμβους του παγκόσμιου εμπορίου που αφορούν όλους τους τύπους ροών εμπορευμάτων. Γι’ αυτόν τον λόγο αναγνωρίζεται παγκοσμίως ότι η ελληνική ναυτιλιακή επιχειρηματικότητα έχει αναλάβει πρωταρχικό ρόλο στην κινητικότητα του παγκόσμιου εμπορίου.
Πώς διαμορφώνονται λοιπόν τα πραγματικά μεγέθη του ελληνικών συμφερόντων στόλου σε σχέση με αυτά του κινεζικών συμφερόντων στόλου; Με βάση τα στοιχεία της UNCTAD, ο ελληνικός εμπορικός στόλος (μεγαλύτερων από 1.000 κόρους) αριθμεί 4.992 πλοία συνολικής μεταφορικής δυναμικότητας μετρούμενης σε χωρητικότητα εκτοπίσματος (DWT) 394.977.181 τόνων. Με βάση αυτή τη δυναμικότητα είναι ο μεγαλύτερος παγκοσμίως, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της υπηρεσίας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών που αφορούσαν τον Ιανουάριο του 2024. Στη δεύτερη θέση με χωρητικότητα εκτοπίσματος (DWT) 309.870.897 τόνων βρίσκεται ο κινεζικών συμφερόντων στόλος που απαρτίζεται όμως από 9.418 πλοία, προφανώς με μικρότερη μέση μεταφορική δυναμικότητα απ’ ό,τι τα ελληνικά. Ακολουθούν η Ιαπωνία και η Σιγκαπούρη με 4.104 και 2.824 πλοία, αντίστοιχα, και μεταφορική δυναμικότητα 242.366.672 τόνους DWT και 146.047.319, αντίστοιχα.
Εάν όμως ως κριτήριο χρησιμοποιηθεί η ολική χωρητικότητα (GT), που μετράει τον συνολικό εσωτερικό όγκο όλων των μόνιμα σκεπαστών και κλειστών χώρων ενός πλοίου και όχι το βάρος το οποίο μπορεί να μεταφέρει αυτό, τότε ο κινεζικός στόλος εμφανίζεται φέτος να έχει ξεπεράσει τον ελληνικό με χωρητικότητα 282,9 εκατ. κόρων GT σύμφωνα με την Clarksons Research, με την Ελλάδα στη δεύτερη θέση με 254 εκατ. GT. Επιπλέον, οι κινεζικές ναυτιλιακές έχουν με βάση την ίδια μονάδα περισσότερα πλοία υπό ναυπήγηση (46,7 εκατ. GT) απ’ ό,τι οι Ελληνες (35,4 εκατ. GT).
Χρήσιμη είναι ίσως και η αποτίμηση που κάνει η υπηρεσία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για το εμπόριο και την ανάπτυξη της αξίας των στόλων των δύο ναυτιλιακών υπερδυνάμεων: Ο παγκόσμιος στόλος έφτασε το 1,37 τρισ. δολάρια το 2024. Πρώτη κατατάσσεται η Ελλάδα, ακολουθούμενη από την Κίνα και την Ιαπωνία.